Ελλάδα

Όταν οι Rage Against The Machine ισοπέδωσαν το Θέατρο Πέτρας ένα καλοκαίρι

Το ημερολόγιο γράφει 14 Ιουνίου 2000 και το θερμόμετρο πάνω από 40

Εφηβεία στα τέλη των 90s στον Πειραιά. Εντάξει, περνούσαμε καλά. Αράζαμε στη Fontana, το La Rocka και το Διαχρονικό, αν είχαμε λεφτά κανένα Σάββατο ανεβαίναμε Mo Better και αν είχαμε και λεφτά και κολλητό με μεταφορικό φτάναμε μέχρι το Budgie στο Λαγονήσι. Και ακούγαμε μουσικάρες. Εγχώριες, Τρύπες, Ενδελέχεια, Μωρά στη Φωτιά. Αλλά κυρίως τις άλλες, τις ξένες. Iggy και RHCP, Nirvana, Smiths, Beastie Boys, Pearl Jam και πάει λέγοντας.

Εκεί λοιπόν, κάπου ανάμεσα στο χοροπήδημα και την τέταρτη μπύρα η κουβέντα πάντα γυρνούσε στο πόσο όλοι μας θα θέλαμε να δούμε live αυτές τις μπάντες, αλλά “έλα ρε, σιγά μην έρθουν ποτέ αυτοί στην Ελλάδα”. Έσκαγε αραιά και που κανένα καλό live (βλέπε Rockwave 1998 στη Φρεαττύδα με Portishead, Nick Cave, Pulp και Sonic Youth) και κάναμε σαν τρελοί να βρούμε γρήγορα εισιτήρια. Ουρές στα Metropolis και στο Ticket House. Άσε που από την ημέρα της ανακοίνωσης του line up μέχρι την ανακοίνωση εκείνου της επόμενης χρονιάς συζητούσαμε μόνο γι’ αυτό.

Όταν λοιπόν εκείνο το χειμώνα του millenium έσκασε η είδηση ότι τον Ιούνιο έρχονται για συναυλία οι Rage Against the Machine, εγώ προσωπικά δάκρυσα λίγο. Κατευθείαν τηλέφωνα σε φίλους και γνωστούς, για να σιγουρευτώ ότι ακόμη κι αν κάποιος ακυρώσει θα υπάρχει πάντα εναλλακτική, και αναμονή μέχρι την κυκλοφορία των εισιτηρίων. Μετά διαβουλεύσεις. Ποιοι θα πάμε, πόσοι θα είμαστε, πώς θα πάμε; Και από που θα κόψω για να βρω τις 7.500 δραχμές (!!) που κοστίζει το εισιτήριο;

Τα εισιτήρια επιτέλους κυκλοφορούν και, σκαστή απ’ τη δουλειά, νωρίς το πρωί, κάνω τρέχοντας τη διαδρομή Γ΄ Σεπτεμβρίου – Ticket House για να προλάβω πριν μαζευτεί κόσμος στην ουρά. Τελικά μετά από καμιά ώρα έχω τα εισιτήρια στα χέρια μου. Και αρχίζω, σαν φαντάρος, να μετράω ανάποδα τις μέρες.

Ώσπου έρχεται επιτέλους εκείνη η Τετάρτη. 14 Ιουνίου, Αθήνα, ζέστη φουλ κλασικά, αλλά δε με νοιάζει. Έχω άδεια απ’ τη δουλειά, έχουμε ξεκινήσει από νωρίς με καφέ και μπύρες στο Πασαλιμάνι και νωρίς το απόγευμα ανεβαίνουμε στην Πετρούπολη.

Έξω απ’ το Θέατρο Πέτρας γίνεται χαμός από κόσμο. Σκεϊτάδες, παλιοροκάδες, πανκιά, ό,τι μπορείς να φανταστείς. Κάποια στιγμή οι πόρτες ανοίγουν, μπαίνουμε, βολευόμαστε σ’ ένα χώρο κοντά στη σκηνή και πίνουμε μπύρες να περάσει η ώρα.

Γύρω στις εννιάμισι ακούγονται οι πρώτες νότες του Bombtrack και πραγματικά είναι σαν να σκάει βόμβα. Γιατί συμβαίνουν τρία πράγματα ταυτόχρονα: Οι de la Rocha και Morello τα σπάνε στη σκηνή, εμείς οι από κάτω ουρλιάζουμε – ξεκινάει ο χορός και το ξύλο – και όσοι έμειναν απ’ έξω χωρίς εισιτήριο ξεκινάνε τα μπάχαλα.

Το πόσο τέλεια και αξέχαστη ήταν η συναυλία (αν και κράτησε μόνο μια ώρα και κάτι) και το τι έγινε στο Bullet in the Head και το Killing in the Name of, με το οποίο και έκλεισε τελικά, απλά δεν μπορώ να το περιγράψω. Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι μετά από 13 χρόνια και, δεν ξέρω πόσες, συναυλίες εκείνο το live των RATM εξακολουθεί να είναι το καλύτερο που έχω δει ποτέ μου. Και νομίζω ότι παρά το ξύλο, μέσα και έξω, παρά τα δακρυγόνα, τους καπνούς και το τρέξιμο μετά, όλοι όσοι ήταν στο Πέτρας εκείνη την Τετάρτη θα συμφωνήσουν. Το γεγονός δε ότι λίγους μήνες μετά η μπάντα διαλύθηκε (μέχρι την επανένωση του 2008) έκανε για όλους μας εκείνο το live ακόμα πιο ιδιαίτερο. Θυμάμαι μετά τη συναυλία να κάθομαι στα Goody’s του Πειραιά με μάτια κατακόκκινα, φωνή εντελώς κλειστή, καλυμμένη με χώματα, σαν να έχω μόλις βγει από βομβαρδισμένο κτήριο στη Βοσνία, να προσπαθώ να συνειδητοποιήσω πόσο απίστευτο ήταν αυτό που έζησα εκείνο το βράδυ.

Φυσικά τα χρόνια περνάνε, μεγαλώνεις και ξεχνάς. Και το 2013 σε βρίσκει δεσποινίς ετών 31, να ακούς ethnic και jazz, γιατί “έλα μωρέ τώρα, φτάνει πια με το θόρυβο και τις κιθάρες”, και να κάθεσαι στον καναπέ ή να βγαίνεις για cocktails και finger food.

Όταν όμως ξαφνικά σου ζητάνε να γράψεις κάτι για τότε, και βάζεις να παίξουν τα ξεχασμένα Cds, και ακούς τον Zack de la Rocha να τραγουδάει Calm Like a Bomb, σου’ ρχεται ένας κόμπος στο λαιμό, θυμώνεις και λίγο. Και θέλεις να φορέσεις ξανά τις ίδιες εκείνες Marten’s που έχεις ακόμη στη ντουλάπα σου και να βγεις στο δρόμο. Έτσι για το καλό, ή γιατί στην Ελλάδα της κρίσης έχεις άπειρους λόγους. Κυρίως όμως γιατί επιτέλους ξαναθυμήθηκες τι σημαίνει να νιώθεις Rage… Against the Machine.

luben.tv

Back to top button