Καστοριά

Ψυχολογικές επιπτώσεις στους γονείς και τα αδέλφια όταν το παιδί νοσηλεύεται σε μονάδα εντατικής θεραπείας (της Χριστίνας Μπάμπαλου)

“Αισθάνομαι εντελώς άχρηστη γιατί συνέχεια κλαίω μέσα στην μονάδα. Δεν βλέπω κανέναν να κλαίει εδώ μέσα. Δεν μπορώ να κάνω τίποτα για τον γιο μου. Το μόνο που μπορώ να κάνω είναι να αφήνω τους γιατρούς να κάνουν την δουλειά τους. Είμαι μια μάνα που δεν μπορεί να φροντίσει το ίδιο της το παιδί..” (Lee, & Weiss, 2009)

”Ξαφνικά πρέπει να αναλάβω την ευθύνη για τα πάντα μόνος μου. Αισθάνομαι μεγάλη πίεση γιατί ολόκληρη η οικογένεια βασίζεται πάνω μου. Μακάρι να μπορούσα να έχω τρία κεφάλια και έξι χέρια για να χειριστώ την κατάσταση..” (Lee, & Weiss, 2009)

“Ο αδερφός μου ξύπνησε και με αναγνώρισε! Τελικά είναι πιο δυνατός από ότι νόμιζα…!” (Woolston, 1984)

Οι προαναφερόμενες δηλώσεις εκφράζουν την διαφορετική υποκειμενική αντίληψη, τον διαφορετικό ψυχολογικό αντίκτυπο που μπορεί να έχει πάνω σε μια μητέρα, σε έναν πατέρα και στα αδέλφια το τραυματικό γεγονός της νοσηλείας ενός παιδιού σε μια μονάδα εντατικής θεραπείας που επιβάλλει ξαφνικά και χωρίς πολλές εξηγήσεις τον σωματικό και ψυχολογικό κατακερματισμό ολόκληρης της οικογένειας.

Τα έντονα αισθήματα ανεπάρκειας, αχρηστίας, ανημπορίας, αβοηθησίας, αυτοενοχής και αυτοκατηγορίας (Carvalho, Linhares, Padovani, & Martinez, 2009; Chatwin, & Macarthur, 1993;Lee, & Weiss, 2009; Porter, Stern, & Zak-Place, 2009; Rennick, & Rashotte, 2009;Sargent, 2009; Woolston, 1984)

καθώς επίσης η έντονη ανησυχία και συχνά το κλινικό άγχος (Carvalho, Linhares, Padovani, & Martinez, 2009;Chatwin, & Macarthur, 1993; Colville, 2012; Lee, & Weiss, 2009; Macnab, Emerton-Downey, Phillips, & Susak, 1997; Porter, Stern, & Zak-Place, 2009; Reichman, Miller, Gordon, & Hendricks-Munoz, 2000; Rennick, & Rashotte, 2009; Sargent, 2009; Sargent, 2009; Shaw, Deblois, Ikuta, Ginzburg, Fleisher, & Koopman, 2006; Ward-Begnoche, 2007; Woolston, 1984)

αποτελούν κοινό μοτίβο στις περιγραφές όλων των γονέων που έχουν υποστεί μια τέτοια επώδυνη εμπειρία. Οι γονείς στα πλαίσια μιας μονάδας εντατικής θεραπείας δεν μπορούν εκ των πραγμάτων να ασκήσουν κανέναν έλεγχο πάνω στην φροντίδα του παιδιού τους την οποία πλέον έχει αναλάβει εξολοκλήρου το πολυπληθές και επιδέξιο ιατρικό προσωπικό, μια αλλαγή ρόλων που τρομάζει τους γονείς καθώς οι προσδοκίες τους για τον γονικό τους ρόλο ως βασικοί φροντιστές του παιδιού τους ανατρέπονται βίαια (Lee, & Weiss, 2009; Macnab, Emerton-Downey, Phillips, & Susak, 1997; Shaw, Deblois, Ikuta, Ginzburg, Fleisher, & Koopman, 2006; Ward-Begnoche, 2007).

Από την άλλη, συχνά η έλλειψη συγχρονισμού στην αναπτυξιακή σειρά των συναισθημάτων ανάμεσα στο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό (που ενδεχομένως να έχει περάσει στην αποδοχή) και στους γονείς (που μπορεί να βρίσκονται ακόμα στην άρνηση του τραυματικού γεγονότος) δημιουργεί προβλήματα επικοινωνίας και επιτείνει την κρίση (Lee, & Weiss, 2009; Ward-Begnoche, 2007;Woolston, 1984).

Αξιοσημείωτη, επιπλέον, είναι η συχνά κοινή συναισθηματική αντίδραση των γονέων όταν έρχεται η στιγμή της μετάβασης από την μονάδα εντατικής θεραπείας στο σπίτι. Οι περισσότεροι γονείς αισθάνονται ιδιαίτερα ευάλωτοι και βιώνουν περισσότερο άγχος σε αυτήν την φάση διότι, μολονότι διανοητικά αντιλαμβάνονται ότι πρόκειται για μια θετική εξέλιξη, αντιλαμβάνονται, όμως, παράλληλα την μετάθεση της ευθύνης για την εξολοκλήρου πλέον φροντίδα του παιδιού από το επιδέξιο ιατρονοσηλευτικό προσωπικό και από τον περίπλοκο ιατρικό τεχνολογικό εξοπλισμό της ΜΕΘ στους ίδιους (Chatwin, & Macarthur, 1993;Colville, 2012).

Ωστόσο, παρά τα βασικά κεντρικά συναισθήματα και θέματα που απασχολούν όλους τους γονείς σε τέτοιες καταστάσεις, παρατηρούνται σημαντικές ατομικές και πολιτισμικές διαφορές.

Έτσι, για παράδειγμα, μητέρες με υψηλότερο κοινωνικοοικονομικό και μορφωτικό επίπεδο βιώνουν λιγότερο άγχος, έχουν περισσότερες αισιόδοξες αντιλήψεις για την θετική εξέλιξη του παιδιού τους, έχουν μικρότερη ανάγκη για συναισθηματική υποστήριξη και αναλαμβάνουν πιο ενεργό ρόλο κατά την διάρκεια της νοσηλείας του παιδιού τους από ότι μητέρες χαμηλότερου αντίστοιχου επιπέδου καθώς οι πρώτες επικεντρώνονται στη συνεχή αναζήτηση πληροφοριών για την κατάσταση του παιδιού τους και διαθέτουν μεγαλύτερη πρόσβαση σε υπηρεσίες ενώ το ξαφνικό κόστος της νοσηλείας σε μια μονάδα εντατικής θεραπείας δεν αποτελεί ένα επιπρόσθετο οικονομικό βάρος για αυτούς (Chatwin, & Macarthur, 1993; Sargent, 2009 ).

Αξιοσημείωτες διαφορές εντοπίζονται και στο φύλο, ανάμεσα στις μητέρες και τους πατέρες. Έτσι, λοιπόν, οι μητέρες βιώνουν περισσότερο άγχος και κατάθλιψη, είναι λιγότερο αισιόδοξες, λιγότερο λειτουργικές και προσαρμόζονται πιο φτωχά σε τέτοιες καταστάσεις κρίσης από ότι οι πατέρες.

Αυτές οι διαφορές στο γονικό υποκειμενικό βίωμα σχετίζονται άμεσα με τις στρατηγικές αντιμετώπισης που το κάθε φύλο επιλέγει να χρησιμοποιήσει. Οι μητέρες συνήθως χρησιμοποιούν αποφευκτικές στρατηγικές επικεντρωμένες στο συναίσθημα δαπανώντας όλες τις προσπάθειές τους στο να αποφύγουν να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα (π.χ. ευχετικός τρόπος σκέψης) κάτι που παράγει έντονα αισθήματα αυτοενοχής, απόσυρσης, αποτρέπει την οργανωμένη δράση και παρεμποδίζει την αίσθηση ελέγχου πάνω στην κατάσταση.

Από την άλλη πλευρά, οι πατέρες χρησιμοποιούν επιθετικές στρατηγικές αντιμετώπισης κάτι που συνεπάγεται αναγνώριση του ρόλου τους στο πρόβλημα, ενέργειες για την αλλαγή της κατάστασης και συχνά έναν βαθμό ανάληψης ρίσκου. Έτσι, οι πατέρες δαπανούν την ενέργειά τους στο να χειρίζονται συγκεκριμένες πλευρές της κατάστασης κρίσης και να παρέχουν υποστήριξη στις συζύγους τους (Lee, & Weiss, 2009; Reichman, Miller, Gordon, & Hendricks-Munoz, 2000; Sargent, 2009; Shaw, Deblois, Ikuta, Ginzburg, Fleisher, & Koopman, 2006).

Επιπλέον, δεν πρέπει να ξεχνάμε και τις πολιτισμικές διαστάσεις που καθορίζουν συχνά και διαφοροποιούν καθοριστικά τις ψυχολογικές συνέπειες μιας τέτοιας κατάστασης κρίσης στους γονείς ανάμεσα στις ποικίλες εθνικές ομάδες. Ένα ψυχολογικό μοτίβο για παράδειγμα που συναντάται μονάχα στην εθνική ομάδα των Κινέζων – πέρα από τον φραγμό της γλώσσας και την μη εξοικείωση με το δυτικό σύστημα υγείας ως επιπρόσθετες βασικές πηγές άγχους που συναντώνται γενικά σε όλες τις μεταναστευτικές ομάδες- είναι τα έντονα συναισθήματα ντροπής και ενοχών των γονιών απέναντι στους δικούς τους γονείς και γενικότερα στους προγόνους τους διότι θεωρείται ότι με την νοσηλεία του παιδιού τους (ιδιαίτερα αν πρόκειται για γιο) θέτουν σε κίνδυνο την τήρηση της κινεζικής παράδοσης που επιτάσσει την επέκταση του ονόματος της οικογένειας και την συνέχιση της οικογενειακής γενεαλογικής γραμμής (Lee, & Weiss, 2009).

Πέρα, όμως, από τους γονείς, ένα άλλο βασικό μέλος του οικογενειακού συστήματος που πλήττεται από τη νοσηλεία του παιδιού είναι ο αδελφός ή η αδελφή του (αν υπάρχει). Ελάχιστα έχουν γραφτεί για τον ψυχολογικό αντίκτυπο του τραυματικού αυτού γεγονότος στα αδέλφια. Σύμφωνα, λοιπόν, με τις ελάχιστες βιβλιογραφικές αναφορές, τα αδέλφια συνήθως νιώθουν φόβους ότι τα ίδια μπορεί να αρρωστήσουν ή ότι τα ίδια έχουν παίξει κάποιο ρόλο στο ότι ο αδελφός/ή τους αρρώστησε.

Επίσης, ανησυχούν έντονα για το αν ο αδελφός/ή τους θα γίνει καλά και προτιμούν να εκφράζουν αυτή τους την ανησυχία και το ενδιαφέρον μέσα από ζωγραφιές (Woolston, 1984).

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

1. Carvalho, E.E.V., Linhares, M.B.M., Padovani, F.H.P., & Martinez, F.P. (2009). Anxiety and Depression in Mothers of Preterm Infants and Psychological Intervention During Hospitalization in Neonatal ICU. The Spanish Journal of Psychology, 12, 161-170.

2. Chatwin, S. L., & Macarthur, B. A. (1993). Maternal perceptions of the preterm infant. Early Child Development and Care, 87, 69-72.

3. Colville, G. (2012). Paediatric intensive care. (2012). Paediatric Psychology, 25, 206-209.

4. Lee, S.-Y., & Weiss, S. J. (2009). When East meets West: Intensive Care Unit Experiences Among First-Generation Chinese American Parents. Journal of Nursing Scholarship, 41, 268-275.

5. Macnab, A.J., Emerton-Downey, J., Phillips, N., & Susak, L.A. (1997). Family Issues: Purpose of family photographs displayed in the Pediatric intensive care unit. Heart & Lung, 26, 68-75.

6. Porter, J. S., Stern, M., & Zak-Place, J. (2009). Prematurity stereotyping and perceived vulnerability at 5 months: Relations with mothers and their premature and full-term infants at 9- months. Journal of Reproductive and Infant Psychology, 27, 168-181.

7. Reichman, S. R. F., Miller, A. C., Gordon, R. M., & Hendricks-Munoz, K. D. (2000). Stress Appraisal and Coping in Mothers of NICU Infants. Children’s Health Care, 29, 279-293.

8. Rennick, J.E., & Rashotte, J. (2009). Psychological outcomes in children following pediatric intensive care unit hospitalization: a systematic review of the research. Journal of Child Health Care, 13, 128-149.

9. Sargent, A. N. (2009). Predictors of needs in mothers with infants in the neonatal intensive care unit. Journal of Reproductive and Infant Psychology, 27, 195-205.

10. Shaw, R.J., Deblois, T., Ikuta, L., Ginzburg, K., Fleisher, B., & Koopman, C. (2006). Original Research Reports: Acute Stress Disorder Among Parents of Infants in the Neonatal Intensive Care Nursery. Psychosomatics, 47, 206-212.

11. Ward-Begnoche, W. (2007). Posttraumatic Stress Symptoms in the Pediatric Care Unit. Journal for Specialists in Pediatric Nursing, 12, 84-92.

12. Woolston, J.L. (1984). Psychiatric Aspects of a Pediatric Intensive Care Unit. The Yale Journal of Biology and Medicine, 57, 97-110.

Psychology.gr

 

Η Μπάμπαλου Χριστίνα Ελένη είναι αριστούχος (υπότροφος ΙΚΥ) απόφοιτη του τμήματος ψυχολογίας Α.Π.Θ.

Πέραν της Μεταπτυχιακής Εξειδίκευσης στην Ειδική Αγωγή από το Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, διαθέτει Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Διττής Ειδίκευσης (MSc) στην Αναπτυξιακή/Εξελικτική & Σχολική Ψυχολογία, Α.Π.Θ. (υπότροφος Ωνάσειου Ιδρύματος), η οποία της επιτρέπει να ασχολείται με τις αποκλίσεις ανάπτυξης σε όλες τις ηλικιακές ομάδες -βρέφη, παιδιά (προσχολικής & σχολικής ηλικίας), έφηβοι, ενήλικες & υπερήλικες.

Έχει ολοκληρώσει ευρωπαϊκώς πιστοποιημένα προγράμματα εκπαίδευσης στη Συστημική Ψυχοθεραπεία & στην Τραυματοθεραπεία-EMDR.

Έχει εκπαιδευθεί στη χρήση, χορήγηση & αξιολόγηση ψυχομετρικών δοκιμασιών για βρέφη, παιδιά, εφήβους & ενήλικες.

Σε επίπεδο επαγγελματικής πρακτικής διαθέτει πλούσια, πολυεπίπεδη κλινική εμπειρία δεδομένου ότι έχει συνεργαστεί με ποικίλες δομές ψυχικής υγείας: ψυχιατρικές κλινικές, δομές ψυχοκοινωνικής προστασίας, δομές συμβουλευτικής υποστήριξης σχολείου-οικογένειας, σχολικές μονάδες, δομές ειδικής αγωγής, εταιρείες συμβουλευτικής σε θέματα ψυχικής υγείας εργαζομένων.

Δημοσιεύει άρθρα σε έγκυρα επιστημονικά περιοδικά, κάνει επιστημονικές εισηγήσεις σε συνέδρια, διεξάγει έρευνες σε συνεργασία με πανεπιστημιακούς φορείς & νοσοκομειακές δομές.

Back to top button