Ελλάδα

«Τερματικός σταθμός»

 

Σκοτεινή πόλη, σκοτεινοί άνθρωποι, σκοτεινή ιστορία

Του Στράτου Κερσανίδη

Ανάμεσα στα προσφιλή θέματα των σεναριογράφων του κινηματογράφου είναι η εκδίκηση και η αυτοδικία. Συνήθως έρχονται ως αποτέλεσμα μια άδικης πράξης η οποία έχει συντελεστεί στο παρελθόν και ως πράξη απονομής δικαιοσύνης η οποία δεν απονεμήθηκε όταν έπρεπε.

Ο Βον Στέιν στην ταινία «Τερματικός σταθμός» (Terminal) σκηνοθετεί μια μυστηριώδη και αρκετά παράξενη ιστορία η οποία αρχίζει να αποκαλύπτει τα μυστικά της στο τελευταίο μέρος.

Ο χώρος δράσης είναι μια σκοτεινή, ανώνυμη, άχρονη και έρημη πόλη. Οι μόνοι άνθρωποι που βλέπουμε να κινούνται σε αυτή, με επίκεντρο τον τερματικό σταθμό της πόλης στον οποίο όμως δεν κινείται κανένα τρένο, είναι αρκετά παράξενοι. Δύο πληρωμένοι δολοφόνοι οι οποίοι έχουν αναλάβει μια αποστολή, ένας περίεργος δάσκαλος ο οποίος πάσχει από ανίατη ασθένεια, ο κουτσός επιστάτης του σταθμού και η αινιγματική σερβιτόρα στο καφέ του σταθμού. Αυτοί είναι οι μοναδικοί άνθρωποι, δεν υπάρχει κανένας άλλος, δεν υπάρχουν άγνωστοι περαστικοί, ούτε πολυσύχναστοι δρόμοι. Πέντε άνθρωποι, φαινομενικά άγνωστοι μεταξύ τους είναι οι μοναδικές φιγούρες που κινούνται μέσα στο σκοτεινό, ζοφερό τοπίο της ανώνυμης πόλης. Η δράση προχωρά, οι χωριστές ιστορίες προσεγγίζουν η μία την άλλη, οι ήρωες συνδέονται μεταξύ τους, το μυστήριο αρχίζει να ξεδιαλύνει και στο φινάλε αναδεικνύεται μια βρόμικη ιστορία από το παρελθόν.

Εκείνο όμως το στοιχείο το οποίο καθηλώνει τους θεατές δεν είναι η ιστορία της ταινίας αλλά η σκηνοθετική της προσέγγιση. Σε ένα αρκετά παράδοξο σενάριο αρμόζει και η ανάλογη σκηνοθεσία. Ο κόσμος που δημιουργεί ο Βον Στέιν, είναι εξωπραγματικός. Έντονα χρώματα, φώτα νέον, αντισυμβατικές γωνίες λήψεις, χρήση διαφόρων φακών και αντίστοιχα σκηνικά, κουστούμια και μακιγιάζ. Έτσι η ιστορία αποκτά άλλη διάσταση, με τη στυλιζαρισμένη σκηνοθεσία και την κόμικς αισθητική. Η θέαση της ταινίας γίνεται ελκυστική, διασκεδαστική. Η αληθοφάνεια του σεναρίου περνά σε δεύτερη μοίρα καθώς δεν ενδιαφέρει κανέναν αφού οι θεατές έχουν αντιληφθεί πως παρακολουθούν ένα παράδοξο νέο-νουάρ, λίγο γκροτέσκο ίσως, μια ιστορία εκδίκησης από εκείνες που αγαπάει το σινεμά.

Θεωρώ πως η αναφορά στους ηθοποιούς είναι απαραίτητη. Γιατί με τις ερμηνείες τους όχι απλά πλαισιώνουν αλλά ενδυναμώνουν την ταινία. Ο Ντέξτερ Γλέτσερ και ο Μαξ Άιρονς στους ρόλους των δύο πληρωμένων φονιάδων, ο Σάιμον Πεγκ στο ρόλο τους δάσκαλου και ο Μάικ Μάγιερς στο ρόλο του επιστάτη. Κυρίως όμως, η αισθησιακή Μάργκοτ Ρόμπι στο ρόλο της σερβιτόρας. Παρακολουθώντας την ταινία και χωρίς να έχω διαβάσει τίποτε σχετικό πιο πριν, προσπαθούσα να καταλάβω τι ακριβώς μου θύμιζε η ηθοποιός η οποία ερμήνευε τη σερβιτόρα. Όταν στη συνέχεια διάβασα πως είναι η υποψήφια για Όσκαρ πρώτου γυναικείου ρόλου για την εκπληκτική ερμηνεία της στην ταινία «Εγώ, η Τόνια», εκτίμησα για μια ακόμη φορά τις ερμηνευτικές ικανότητες. Δύο ρόλοι εντελώς διαφορετικοί, δύο μοναδικές ερμηνείες.

Η ταινία είναι κάτι παραπάνω από ενδιαφέρουσα. Γιατί είναι βασισμένη σε μια έξυπνη ιστορία, είναι σκηνοθετημένη με έμπνευση και μπρίο, έχει πολύ καλούς ηθοποιούς. Κι αν θέλετε, στο βάθος της και σε ένα δεύτερο επίπεδο, γίνεται ένα σχόλιο για την εξουσία και τους μηχανισμούς παρακολούθησης των ανθρώπων.

Τελειώνοντας να συμπληρώσω πως η Ρόμπι είναι παραγωγός της ταινίας, ενώ ο «Τερματικός σταθμός» είναι το σκηνοθετικό ντεμπούτο του Βον Στάιν.

(αναδημοσίευση από την ΕΠΟΧΗ, 26-27/5/2018)

kersanidis.wordpress.com

Back to top button