Ατις 22 Ιουνίου 1941, η Γερμανία και οι σύμμαχοί της εισέβαλαν από τις τρεις κατευθύνσεις στη Σοβιετική Ενωση, ξεκινώντας την «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα» των δυνάμεων του άξονα κατά της υπερδύναμης του Ιωσήφ Στάλιν, έναν από τους πιο σκληρούς πολέμους της νεότερης ιστορίας. Η επιχείρηση δεν εξελίχθηκε ωστόσο όπως είχε φανταστεί ο Χίτλερ και μετά από άγριες μάχες που κόστισαν εκατομμύρια ζωές, η επιχείρηση «Μπαρμπαρόσα» έληξε με την ήττα των ναζιστικών στρατευμάτων.
Στις 18 Δεκεμβρίου 1940 εκδόθηκε η Οδηγία 21, γνωστή ως «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα», με την οποία ο Χίτλερ διέταξε τον στρατό να ξεκινήσει τις προετοιμασίες για την εισβολή στη Σοβιετική Ενωση. Μέχρι το καλοκαίρι του 1941, μετά τη Μάχη της Κρήτης και την πλήρη κατάληψη της Ελλάδας από τις συνδυασμένες δυνάμεις της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Βουλγαρίας, ολόκληρη σχεδόν η Ευρώπη βρέθηκε υπό τον έλεγχο του Αξονα.
Ο Αδόλφος Χίλτερ είχε θεωρήσει πως η εισβολή και κατάκτηση της ΕΣΣΔ θα ήταν μια σχετικά γρήγορη υπόθεση για τα στρατεύματά του. Η λυσσαλέα αντίσταση όμως και οι ανεξάντλητοι πόροι του Κόκκινου Στρατού, σε συνδυασμό με πολλές αντικειμενικές δυσκολίες (διασπορά των δυνάμεων, προβληματική επιμελητεία, εξάντληση των εφεδρειών κ.λπ.), έδωσαν σταδιακά τη θέση τους σε μια ολοκληρωτική αναμέτρηση, μετατρέποντας στην πράξη τις αχανείς εκτάσεις σε «παγίδες θανάτου» για τη Βέρμαχτ.
Η φοβερή μάχη του Στάλινγκραντ έγειρε οριστικά την πλάστιγγα υπέρ του Κόκκινου Στρατού και των συμμαχικών όπλων, κάτι που ήρθε λίγους μήνες αργότερα να επιβεβαιώσει η τιτανομαχία των τεθωρακισμένων στο Κουρσκ. Η «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα» είχε λήξει, με τη Σοβιετική Ενωση να θρηνεί περίπου είκοσι εκατομμύρια νεκρούς -ήτοι το 10% του πληθυσμού της από τους οποίους οι μισοί ήταν άμαχοι- και τον Κόκκινο Στρατό να βρίσκεται στην καρδιά του Γ’ Ράιχ. Τρία εκατομμύρια Γερμανοί στρατιώτες δεν γύρισαν ποτέ στα σπίτια τους. Η κολοσσιαίων διαστάσεων εισβολή που είχε σχεδιάσει ο Αδόλφος Χίλτερ, τελικά εξελίχθηκε στο ακριβώς αντίθετο από αυτό που είχε ονειρευτεί.