Την άποψη ότι οι ασθενείς θα πρέπει να ακολουθούν τυφλά τις οδηγίες των γιατρών τους, χωρίς να ενημερώνονται σε βάθος για την πάθησή τους και να ρωτούν του ειδικούς για όλες τις απορίες τους, καταρρίπτουν όλο και περισσότερες έρευνες διεθνώς.
Παρότι στις μέρες μας, οι ασθενείς επιθυμούν καλύτερη επικοινωνία με τους γιατρούς τους, πάνω από ένας στους τρεις γιατρούς πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας, δηλώνει δυσαρεστημένος από τον χρόνο που αφιερώνει ανά ασθενή.
«Οι γιατροί χρειάζεται να ακούν πλέον περισσότερο τον ασθενή τους. Οι ασθενείς πρέπει να αναλαμβάνουν πιο ενεργό ρόλο στη σχέση τους με το γιατρό τους και τα media να συνεχίσουν την προσπάθεια της ουσιαστικής ενημέρωσης, ώστε να βοηθήσουν μέσω της βασικής γνώσης να οικοδομηθεί μια σχέση εμπιστοσύνης γιατρού ασθενούς», τόνισε η δρ Sarah Jarvis, γενική ιατρός και μέλος του Βασιλικού Κολεγίου Γενικών Ιατρών και Υγείας των Γυναικών στο Ηνωμένο Βασίλειο, γνωστή από τις παρεμβάσεις της ως δημοσιογράφος Υγείας στο BBC.
Από τις τοποθετήσεις των ειδικών, έγινε σαφές πως σήμερα οι ασθενείς συμμετέχουν περισσότερο στη διαδικασία λήψης αποφάσεων σχετικά με την υγεία τους, έχουν πιο συχνά άποψη σχετικά με τη διάγνωση και τη θεραπεία τους και θέλουν να έχουν καλύτερη εικόνα των διαθέσιμων επιλογών τους, αναζητώντας μόνοι τους πληροφορίες σχετικά με την πάθησή τους, τις θεραπείες και τις συνταγογραφούμενες αγωγές.
Είναι αποκαλυπτικά τα στοιχεία που δείχνουν ότι συχνά οι ασθενείς που δεν είναι ενημερωμένοι σε βάθος για το πρόβλημα υγείας που τους απασχολεί, δεν συγκρατούν την πληροφορία των γιατρών τους -που συχνά δίδεται στο …πόδι- καθώς οι επισκέψεις στο γιατρό τους, δεν ξεπερνούν κατά μέσο όρο τα 10 λεπτά.
Εκτιμάται ότι το 50 – 70% των πληροφοριών που μεταφέρονται από τον γιατρό στον ασθενή στη διάρκεια μια επίσκεψης, έχουν ξεχαστεί από τον ασθενή μόλις περάσει την έξοδο του ιατρείου, ενώ οι μισές μένουν στη μνήμη του αλλά όχι απαραίτητα με τον σωστό τρόπο.
Όπως ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής John Eikelboom, επίκουρος καθηγητής στο Τμήμα Ιατρικής του Πανεπιστημίου McMaster του Καναδά και κεντρικός ομιλητής στην εκδήλωση, « δεν έχει σημασία πόση ώρα θα διαθέσεις στον ασθενή σου αλλά πόσα θα τον βοηθήσεις να κατανοήσει μέσα σ αυτό το διάστημα. Ένας ενημερωμένος ασθενής σήμερα -μέσω διαδικτύου ή άλλης πηγής- δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται αμυντικά από τον γιατρό. Ο ασθενής είναι σημαντικό να κατανοήσει και όχι να πεισθεί για τους λόγους που πρέπει να λαμβάνει την αγωγή του. Το σημαντικό δεν είναι τι ξέρουν οι ασθενείς για τη νόσο τους, αλλά τι σημαίνει η νόσος γι αυτούς και να συμμετέχουν με τις παρατηρήσεις τους στην τελική απόφαση ακόμα και για τη θεραπεία τους».
Επιπρόσθετα, όπως τόνισαν οι ειδικοί, η καλή επικοινωνία γιατρού-ασθενούς έχει τη δυνατότητα να βοηθήσει στη ρύθμιση των συναισθημάτων των ασθενών, να διευκολύνει την κατανόηση των ιατρικών πληροφοριών και να συμβάλει στην καλύτερη αναγνώριση των αναγκών, των αντιλήψεων και των προσδοκιών των ασθενών. Όλα αυτά κάνουν τον ασθενή πιο συνεπή στην αγωγή του, με θετικό αντίκτυπο στην αντιμετώπιση της πάθησης του και κατ επέκταση στην υγεία του.
Εντυπωσιακό ήταν το γεγονός ότι και οι δύο ασθενείς που συμμετείχαν στην εκδήλωση, δεν είχαν ακούσει τίποτα για την «Κολπική Μαρμαρυγή» -μια επικίνδυνη αρρυθμία της καρδιάς- πριν διαγνωσθούν με αυτή, παρότι διατρέχαν πενταπλάσιο κίνδυνο εγκεφαλικού επεισοδίου.
Την εκδήλωση με τίτλο «ΧΩΡΙΣ ΔΙΑΚΟΠΗ» οργάνωσε στο Άμστερνταμ, η φαρμακευτική εταιρεία Boehringer Ingelheim και κατά τη διάρκεια της, επισημάνθηκε η σπουδαιότητα του διαλόγου γιατρού – ασθενούς στην αντιμετώπιση σοβαρών και χρόνιων καταστάσεων όπως είναι η κολπική μαρμαρυγή και η πρόληψη του εγκεφαλικού επεισοδίου.
Στην παρέμβασή της, η νοσηλεύτρια στο νοσοκομείο Martini, στο Γκρόνινγκεν της Ολλανδίας Ineke Baas-Arend, τόνισε ότι σημαντικό ρόλο μπορούν να διαδραματίσουν όλοι οι εμπλεκόμενοι στο ταξίδι της υγειονομικής περίθαλψης ενός ασθενούς, λέγοντας πως «δεν βλέπω απλά μεγάλο αριθμό ασθενών, αλλά αλληλεπιδρώ και με τον ευρύτερο κύκλο τους – τους φίλους και τους συγγενείς τους. Πάντοτε ενθαρρύνω τους φίλους και τους συγγενείς να συνοδεύουν τον ασθενή στις ιατρικές επισκέψεις, επειδή έτσι θα δοθεί και σε αυτούς η ευκαιρία να κάνουν ερωτήσεις και να κατανοήσουν καλύτερα την πάθηση και τις θεραπευτικές επιλογές του αγαπημένου τους προσώπου».
ΑΠΕ