Τα πλάνα, η κίνηση της κάμερας, η «κοφτερή» φωτογραφία, με τα εμπνευσμένα κάδρα, οι δουλεμένοι χαρακτήρες, η τελειότητα στην τελευταία λεπτομέρεια, η συνύπαρξη όλων των τεχνών, η αναίδεια προς τον καθωσπρεπισμό και άλλα πολλά που συνθέτουν ένα αξεπέραστο έργο, τοποθετούν τον Στάνλεϊ Κιούμπρικ, κοντά 20 χρόνια από το θάνατό του, στους πραγματικά μεγάλους του κινηματογράφου.
Ο Κιούμπρικ, μαζί με τους Αϊζενστάιν, Γκρίφιθ, Τσάρλι Τσάπλιν, Όρσον Γουέλς, Μπέργκμαν, Κουροσάβα, Καρλ Ντράγιερ, Ζαν Ρενουάρ, Βισκόντι, Λουίς Μπουνιουέλ και φυσικά τους αδελφούς Λιμιέρ, μπορούν να συνθέσουν μια ιδιότυπη τράπεζα ιπποτών του κινηματογράφου. Φυσικά υπάρχουν και πολλοί άλλοι άξιοι συνάδελφοί τους, όπως οι Χάουαρντ Χοκς, Φρανκ Κάπρα, Χίτσκοκ, Ντίνο Ρίζι, Μονιτσέλι, Βιτόριο ντε Σίκα, Ζορζ Ανρί Κλουζό κα, που όλοι συμβάλλανε στον ξεχωριστό κινηματογράφο αλλά και στη μετατροπή ενός βιομηχανικού θεάματος σε τέχνη.
Από το Μπρονξ στον Ντάγκλας
Ο Κιούμπρικ γεννήθηκε στις 26 Ιουλίου του 1928 στο Μπρονξ της Νέας Υόρκης, από Αμερικανό πατέρα, επιφανή γιατρό και Ρουμάνα μάνα. Από πολύ μικρός έχει τρέλα με τον κινηματογράφο. Από τα 16 του χρόνια ασχολείται με τη φωτογραφία, το πιο κοντινό αντικείμενο με τον κινηματογράφο και αρχίζει να βγάζει ένα καλό χαρτζιλίκι με τις φωτογραφίες του, αλλά κυρίως με την οπτική του και το βλέμμα του με το οποίο αποτυπώνει από καθημερινές στιγμές στους δρόμους της μεγαλούπολης μέχρι σταρ του σινεμά.
Το 1950, με την αμοιβή του από μια σειρά φωτογραφιών για το περιοδικού «Look», χρηματοδότησε την πρώτη του ταινία μικρού μήκους, ένα ντοκιμαντέρ 16 λεπτών με θέμα το μποξ και τίτλο «Η Μέρα του Αγώνα». Το 1953 γυρίζει την πρώτη του μεγάλη μήκους ταινία, το «Φόβος και Πάθος», ενώ αμέσως μετά το νουάρ «Το χρήμα της οργής» αποσπώντας ενθουσιώδεις κριτικές.
Το 1957, ο μέγας σταρ της εποχής και εξαιρετικής ποιότητας ηθοποιός, Κερκ Ντάγκλας, που έψαχνε για αντισυμβατικούς και ταλαντούχους σκηνοθέτες τού ζητά να σκηνοθετήσει το αντιπολεμικό δράμα «Σταυροί στο Μέτωπο», με τον ίδιο πρωταγωνιστή. Ένα αριστούργημα του είδους με την υπόθεση να εκτυλίσσεται στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ο Κιούμπρικ βρίσκει ευκαιρία να κατακεραυνώσει τους πολεμοκάπηλους, αλλά και τους επαγγελματίες πατριώτες με το δικό του μοναδικό τρόπο. Ακόμη ένα χαρακτηριστικό της ταινίας είναι η λεπτοδουλεμένη επεξεργασία των δεύτερων ρόλων, που απογειώνουν το συγκλονιστικό αυτό φιλμ.
Ο καθοριστικός «Σπάρτακος»
Έτσι, φτάνουμε στο 1959 και ο μελοπαραγωγός του Χόλιγουντ Έντουαρτ Λιούις τον καλεί να σκηνοθετήσει τον «Σπάρτακο». Όπως έγινε γνωστό, ο Κιούμπρικ απόρησε για την επιλογή, γνωρίζοντας ότι την ταινία θα τη γύριζε ο σημαντικότατος μάστορας του Χόλιγουντ, Άντονι Μαν. Η απάντηση από τον Λιούις ήταν ότι τον ήθελε ο πρωταγωνιστής της ταινίας Κέρκ Ντάγκλας.
Ο νεαρός τότε Κιούμπρικ αναλαμβάνει να διαχειριστεί, για πρώτη φορά στη ζωή του, πολλά εκατομμύρια δολάρια, ενός μεγάλου στούντιο. Η εταιρία έζησε έναν εφιάλτη. Οι μήνες περνούσαν, το κόστος ανέβαινε συνεχώς, αλλά ο «θεός» έκανε αυτά που ήθελε. Κι όχι μόνο τρέναρε την παραγωγή, με την τελειομανία του και το ψάξιμο κάθε πλάνου, αλλά προσέλαβε στο σενάριο και τον Ντάλτον Τράμπο, έναν από τους καλύτερους σεναριογράφους, αλλά «επιφανές» μέλος του «μαύρου πίνακα», που είχε συντάξει ο γερουσιαστής Μακάρθι, με τους κομμουνιστές (ή έστω προοδευτικούς) του Χόλιγουντ.
Τελικά, μετά από πολλές μάχες και πολεμικές, ο Κιούμπρικ θα παρουσιάσει ένα τρίωρο έπος, που θα γράψει τη δική του ιστορία στο είδος αυτό. Η άσχημη εμπειρία του από τη συνεργασία με ένα μεγάλο στούντιο του Χόλιγουντ τον εξόργισε και τον οδήγησε στην απόφαση να εγκαταλείψει το Χόλιγουντ και να απομονωθεί στην Αγγλία. Δεν μίλαγε ούτε σε δημοσιογράφους (έκανε δέκα χρόνια για να κάνει μια δήλωση), ούτε εμφανιζόταν δημοσίως.
Η ζωή του ήταν ένα μυστήριο. Λέγεται ότι όταν δημοσιογράφοι πήγαιναν στο σπίτι του για να επιδιώξουν μια συνέντευξη μαζί του, έβγαινε ο ίδιος στο κατώφλι και έλεγε ότι «ο κ. Κιούμπρικ δεν είναι εδώ», καθώς δεν μπορούσαν να τον αναγνωρίσουν!
Ακολούθησε το ιδιαιτέρως προκλητικό για την εποχή του, «Λολίτα» και αμέσως μετά το υπέροχο αλλά και ξεκαρδιστικό «SOS Πεντάγωνο, καλεί Μόσχα», επίσης μία αντιπολεμική ταινία, που ξεγυμνώνει για μία ακόμη φορά τους πολεμοκάπηλους και πατριδοκάπηλους, αλλά και το υφέρποντα φασισμό που υπάρχει στους στρατιωτικούς μηχανισμούς. Εδώ, θα έχει και την τύχη να συνεργαστεί με τον επίσης ιδιοφυή Πίτερ Σέλερς, ο οποίος κρατά τέσσερις ρόλους.
Η κινηματογραφική Οδύσσεια
Το 1968, γυρίζει ίσως το αριστούργημα των αριστουργημάτων του το μεγαλειώδες «2001: Οδύσσεια του Διαστήματος». Μία ταινία που στην εποχή της δίχασε κριτικούς και κοινό, καθώς κάποιοι την έβρισκαν ασύγκριτη και κάποιοι ακατανόητη. Μάλιστα, ανάμεσα στους δεύτερους συγκαταλέγεται και ο Ροκ Χάτσον, ο οποίος βγήκε από την αίθουσα εκνευρισμένος, φωνάζοντας «θα μου εξηγήσει κάποιος τι συμβαίνει;». Εδώ κολλάει η απαξιωτική άποψη του Χίτσκοκ για τους ηθοποιούς, δηλαδή ότι πολλές φορές δεν καταλάβαιναν τίποτα. Η Οδύσσεια, σε σενάριο του Άρθουρ Κλαρκ, χωρίζεται σε τέσσερις πράξεις και αφηγείται, με ελάχιστους διαλόγους (μιλούν οι εικόνες), την ανθρώπινη εξέλιξη, αποπειράται να σκιαγραφήσει την τεχνητή νοημοσύνη και εικάζει για ζωή στο διάστημα. Ταυτόχρονα, ο Κιούμπρικ σχολιάζει την ανθρώπινη φύση και την τεχνολογική εξέλιξη με το δικό του ανατρεπτικό τρόπο.
Κουρδίζει τη… «Λάμψη»
Το 1971 γυρίζει το σκληρό και ανελέητο για τον συντηρητισμό και τη στενή σχέση του με το φασισμό «Κουρδιστό Πορτοκάλι», βασισμένο στο μυθιστόρημα του Άντονι Μπέρτζες και πρωταγωνιστή τον Μάλκομ Μακ Ντάουελ, στον καλύτερο ρόλο της ζωής του. Πρόκειται για μια σπουδή πάνω στη βία, την κρατική και των συμμοριών, αλλά και του προληπτικού… σωφρονιστικού συστήματος, σε ένα δυστοπικό περιβάλλον, κάτι που σήμερα μοιάζει μια παραλλαγή της «κανονικότητας». Θεωρήθηκε εξτρεμιστική ταινία και απαγορεύτηκε σε πολλές χώρες. Ο ίδιος, ενοχλημένος από την απαγόρευση, ζήτησε να μην προβληθεί στην Αγγλία παρά μόνο μετά το θάνατό του.
Το 1975 φτάνει η ώρα του εξαιρετικού «Μπάρι Λίντον», με τον Ράιαν Ονίλ, ενώ πέντε χρόνια μετά θα μοιράσει εκατομμύρια ανατριχίλες και πολλές ώρες ανήσυχου ύπνου στους θεατές της περίφημης «Λάμψης», με τον Τζακ Νίκολσον να δίνει τα ρέστα του. Ο πρωταγωνιστής του ξεπερνά κάθε όριο τρέλας και κραδαίνοντας ένα κοφτερό και λαμπερό μεγάλο μαχαίρι εφορμά κατά της συζύγου του και του γιου του, αλλά και κατά του καπιταλιστικού συστήματος, που το κάνει φέτες.
Εντυπωσιακό φινάλε
Πέρασαν 7 χρόνια για να παρουσιάσει το πολύ καλό Full Metal Jacket, ακόμη μια αντιπολεμική ταινία, ενώ το 1996 ανακοινώνεται ότι ο Κιούμπρικ ξεκινά τα γυρίσματα, με απόλυτη μυστικότητα, της ταινίας «Μάτια ερμητικά κλειστά», δημιουργώντας ένα νέο μύθο και ερωτηματικά για το τι ετοιμάζει.
Ο δημιουργός απαγορεύει τη δημοσίευση της υπόθεσης, την παρουσία δημοσιογράφων στα πλατό των γυρισμάτων, φωτογραφιών, στους συντελεστές να πουν οτιδήποτε για την ταινία και φυσικά συνεντεύξεις των πρωταγωνιστών.
Πρωταγωνιστικό ζευγάρι οι Τομ Κρουζ και Νικόλ Κίντμαν, που αφήνονται -και καλά έκαναν- στα χέρια του και κάνουν ότι τους ζητά. Τελικά η ταινία, που αφορά την απιστία, αλλά κυρίως τη βασικότερη σύμβαση της ζωής, το γάμο, κυκλοφορεί το καλοκαίρι του 1999 στις ΗΠΑ και αποσπά θετικότατες κριτικές. Ωστόσο, ο Κιούμπρικ κρατά το αναπάντεχο γκραντ φινάλε. Και σε αυτό πρωταγωνιστεί ο ίδιος. Λίγες εβδομάδες πριν κυκλοφορήσει η πολυαναμενόμενη ταινία γίνεται γνωστό ότι ο Κιούμπρικ πέθανε στον ύπνο του από καρδιακή προσβολή. Ήταν 7 Μαρτίου 1999.
ΑΠΕ