Θεατράνθρωπος ολκής, που έγραψε εκ παραλλήλου πλήθος αλληγορικά ποιήματα και πεζά, όπως και κριτικός νους με σπάνια δύναμη και διεισδυτικότητα, ο Μπέρτολτ Μπρεχτ κυριάρχησε στη θεατρική και λογοτεχνική σκηνή όσο ήταν εν ζωή (πέθανε σε ηλικία 58 ετών), αλλά έχει καταφέρει να διατηρήσει μέχρι και τις ημέρες μας ένα μεγάλο κομμάτι της παράξενης λάμψης του. Γιατί, όμως, «παράξενη λάμψη»; Ειρωνικός, με σοφά υπολογισμένη απόσταση από τα θέματα και τα πρόσωπά του, κάποτε ακόμα και κάπως σκοτεινός ή κρυπτικός, ο Μπρεχτ υπερασπίστηκε από την άλλη μεριά με άπειρο σθένος στα γραπτά του τις κοινωνικές του ιδέες. Ο κόσμος έπρεπε πάντοτε για τον ίδιο να αλλάξει – και μάλιστα να αλλάξει πάραυτα.
Το πνεύμα και το στιλ του Μπρεχτ δίνουν από την πρώτη σελίδα το «παρών» στο έργο του «Με-Τι. Το βιβλίο των παρεμβάσεων στη ροή των πραγμάτων», που κυκλοφόρησε πριν από λίγο καιρό για πρώτη φορά στα ελληνικά, σε εξαιρετική μετάφραση του Βασίλη Τσαλή, από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Το «Με-Τι» δημοσιεύτηκε στη Γερμανία το 1966 (μια δεκαετία αφότου είχε πεθάνει ο Μπρεχτ) και μας δείχνει την αγάπη του για τον κινέζικο πολιτισμό. Πολύ νέος, ο Μπρεχτ ανατράφηκε με τον μαρξισμό, εντρυφώντας όμως την ίδια ώρα σε κάτι λιγότερο γνωστό: την κινέζικη φιλοσοφία της αρχαιότητας, αρχής γενομένης από τον Κομφούκιο, τον Λάο Τσε και τον Μένκιο και φτάνοντας μέχρι τον Μο Ντι και την πίστη του σε ένα σύστημα οικουμενικής καλοσύνης. Για τον Μπρεχτ η καλοσύνη ήταν σημαντικότερη από την αγάπη κι έτσι αποφάσισε να δημιουργήσει τον φιλόσοφο Με-Τι, που πρωταγωνιστεί στα περισσότερα από τα κείμενα του βιβλίου με τις λιτές, σχεδόν γεωμετρικές διατυπώσεις του, όπως και τις συχνά σιβυλλικές αποφάνσεις του.
Τα κείμενα που φιλοξενούνται στον τόμο έχουν αποσπασματική μορφή και ακαριαίο αποτέλεσμα, όπως συμβαίνει με τους αφορισμούς. Δημοσιευμένα κατά τη διάρκεια μιας εικοσαετίας, κυρίως όμως μεταξύ 1934 και 1937, όταν ο Μπρεχτ υποχρεώνεται να εγκαταλείψει λόγω του ναζισμού τη Γερμανία και ο σταλινισμός μπαίνει στην πιο άγρια φάση του με τις δίκες της Μόσχας, μιλούν για το ζήτημα που καίει όσο κανένα άλλο τον συγγραφέα: την επιτακτική αλλαγή του κόσμου. Είναι η εποχή της σύγκρουσης ανάμεσα στα δύο μείζονα πολιτικά και ιδεολογικά στρατόπεδα της Ευρώπης (τον φασισμό και τον ναζισμό) και ο Μπρεχτ δεν θα υποχωρήσει ούτε κατ’ ελάχιστον από τις θέσεις του: το ρεύμα της Ιστορίας είναι με τη διαλεκτική (με τη «Μεγάλη Μέθοδο») και με τον κομμουνισμό (με τη «Μεγάλη Τάξη»), που θα φέρουν την ανακούφιση των ανθρώπων από τη φτώχεια και τον ταξικό κατατρεγμό.
Παρά τη βαθιά του πολιτικοποίηση και τον έντονα αριστερό προσανατολισμό του, ο Μπρεχτ δεν είναι στρατευμένος κι αυτό ακριβώς είναι που μας κάνει να προσέξουμε σήμερα την περίπτωσή του. Ο Λένιν, ο Στάλιν ή ο Τρότσκι εμφανίζονται κάθε τόσο στις σελίδες του βιβλίου: όχι, όμως, για να αγιοποιηθούν και να καταλήξουν σε νεκρά είδωλα, όπως θα αναμενόταν από έναν κομματικό απολογητή, αλλά για να τοποθετηθούν στο ιστορικό πλαίσιο της δράσης τους και να αναδειχθούν στις πραγματικές τους διαστάσεις. Κανένας δεν αποκαλείται με το αληθινό του όνομα. Όλοι είναι Κινέζοι και διαφεντεύουν χώρες με κινέζικες επωνυμίες. Η συγκάλυψη αυτή προσφέρει στον Μπρεχτ την ελευθερία του και αυξάνει την αλληγορική ισχύ του λόγου του, επιτρέποντάς του να μιλήσει ευθέως για το πώς οι Σοβιετικοί πνίγουν τη δημοκρατία ή για το πώς η αντίθεση ανάμεσα στον Στάλιν και τον Τρότσκι κατέληξε σε προσωπική διαμάχη. Και βεβαίως, ο επίσης μετονομασμένος Χίτλερ και η καταστροφική (και αυτοκαταστροφική) πορεία της Γερμανίας δεν απουσιάζουν από το σκηνικό: το περιβάλλουν, αντίθετα, από παντού με τον ζόφο και τη μαύρη προοπτική τους. ‘Αλλωστε ο κόσμος πρέπει έτσι κι αλλιώς, για μιαν ακόμα φορά, να μεταμορφωθεί και να αλλάξει.
ΑΠΕ