Από τις εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα κυκλοφορεί το βιβλίο Περί φασισμού και πολέμου, του Ουμπέρτο Έκο.
Το βιβλίο αυτό περιλαμβάνει πέντε διαχρονικά και επίκαιρα κείμενα του Ουμπέρτο Έκο, ενός από τους σημαντικότερους στοχαστές της εποχής μας, τα οποία επιχειρούν να προβληματίσουν σοβαρά τον πολίτη του 21ου αιώνα γύρω από την ηθική των ημερών μας. Η απειλή του νεοναζισμού και η άνοδος των ακροδεξιών κινημάτων, οι πολεμικές συρράξεις, η ζοφερή αντιμετώπιση των μεταναστευτικών και προσφυγικών ροών ακόμη και από επίσημες κυβερνήσεις, τα φαινόμενα της μη ανεκτικότητας και της ξενοφοβίας, τα νεφελώματα σκοτεινών ενστίκτων, κατέστησαν επίκαιρη και αναγκαία την επανακυκλοφορία του βιβλίου, είκοσι χρόνια μετά την πρώτη ελληνική έκδοσή του, το 1998 από τις εκδόσεις «Ελληνικά Γράμματα».
Όλα τα θέματα που απασχολούν τα πέντε κείμενα βρίσκονται στην καρδιά του σύγχρονου κόσμου και, παρά τη θεματολογική τους ποικιλία, έχουν ηθικό χαρακτήρα. Όπως αναφέρει ο συγγραφέας στην εισαγωγή του: «αφορούν σε αυτό που καλό θα ήταν να γίνει, σε αυτό που δεν θα έπρεπε να γίνει ή σε αυτό που δεν μπορεί, κατά κανέναν τρόπο, να γίνει».
Στο πιο προσωπικό από τα κείμενα, με τίτλο «Ο Αιώνιος Φασισμός»,ο Έκο θυμάται τις ομιλίες του Μουσολίνι που σημάδεψαν την παιδική του ηλικία, αφού τις μάθαιναν στο σχολείο, και στη συνέχεια την Αντίσταση, την απελευθέρωση και τη συμφιλίωση.Εδώ ο Έκο εξετάζει, μεταξύ άλλων, τις ιστορικές μορφές του φασισμού, μιλάει για τον «Αιώνιο Φασισμό» (Ur-Φασισμός) και αναλύει τις πιο αποτρόπαιες εκδηλώσεις του στις μέρες μας. «Ο Ur-Φασισμός, γράφει, αναπτύσσεται και αναζητεί τη συγκατάθεση, εκμεταλλευόμενος και επιδεινώνοντας τον φυσικό φόβο απέναντι στη διαφορετικότητα. Η πρώτη έκκληση ενός φασιστικού κινήματος κατευθύνεται ενάντια στους παρείσακτους. Ο Ur-Φασισμός, επομένως, είναι ρατσιστικός εξ ορισμού».
Στη ρίζα του υπάρχουν ο εθνικισμός και η ξενοφοβία. «Μπορεί να επιστρέψει κρυμμένος κάτω από τα πιο αθώα ρούχα». Και καταλήγει: «Το καθήκον μας είναι να τον ξεμασκαρέψουμε και να δείξουμεμε το δάκτυλο καθεμιά από τις νέες μορφές του, κάθε μέρα, σε κάθε μέρος του κόσμου». Στο κείμενο με τίτλο «Οι μεταναστεύσεις, η ανεκτικότητα και το μη ανεκτό», οι αναφορές του Έκο θα μπορούσαν να έχουν διατυπωθεί και σήμερα, που τα μεταναστευτικά και προσφυγικά κύματα αποτελούν καυτό ανθρωπιστικό πρόβλημα. Αναλύοντας τη μετανάστευση και την αποδημία, ο συγγραφέας επισημαίνει ότι τελικά «το πρόβλημα δεν έγκειται πια στο να αποφασιστεί (όπως οι πολιτικοί υποκρίνονται ότι πιστεύουν) αν θα γίνουν δεκτές στο Παρίσι φοιτήτριες με τσαντόρ ή πόσα τζαμιά θα ανεγερθούν στη Ρώμη.
Το πρόβλημα είναι ότι στην επόμενη χιλιετία η Ευρώπη θα είναι μια πολυφωνική ήπειρος ή, αν προτιμάτε, μια “πολύχρωμη” ήπειρος. Αν έτσι σας αρέσει, έτσι θα γίνει. Αν δεν σας αρέσει, και πάλι έτσι θα γίνει». Κι εδώ υπεισέρχεται το πρόβλημα του ρατσισμού («οι ρατσιστές θα έπρεπε να είναι (θεωρητικά) μια φυλή προς εξαφάνιση») και της μη ανεκτικότητας: «Η πιο τρομερή ανεκτικότητα είναι εκείνη των φτωχών, που είναι και τα πρώτα θύματα της διαφορετικότητας. Δεν υπάρχει ρατσισμός μεταξύ των πλουσίων. Οι πλούσιοι το πολύ πολύ να παράγουν θεωρίες του ρατσισμού, αλλά οι φτωχοί παράγουν την πρακτική της, που είναι πολύ πιο επικίνδυνη».