Καστοριά

“Συ του λαού σου υπερμάχησον”

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καστορίας κ.κ. Σεραφείμ, Υπερτίμου και Εξάρχου Άνω Μακεδονίας

Απευθυνόμενος ο ιερός Φώτιος, ο μέγας αυτός ομολογητής της πίστεώς μας και δεινός πολέμιος των αιρετικών λατινικών δοξασιών, προς την Υπεραγία Θεοτόκο, έπειτα από τη θαυμαστή διάσωση της Βασιλίδος των πόλεων από την επιδρομή των Ρως, δηλαδή των Ρώσων, τον Ιούνιο του έτους 860, λέγει τα εξής : «Εσένα προτάσσουμε ως όπλα και τείχος και θυρεούς και στρατηγό ίδιο, εσύ υπεράσπισε τον λαό σου. Εμείς θα φροντίσουμε να σου προσφέρουμε τις καρδιές μας καθαρές με όλη μας τη δύναμη, αποσπώντας τους εαυτούς μας από τους ρύπους και τα πάθη, εσύ διάλυσε τα σχέδια των εχθρών μας που είναι γεμάτοι οργή. Γιατί, αν ξεφύγουμε κάπως από τις υποσχέσεις μας, η διόρθωσή μας ανήκει σ’ εσένα, είναι δικό σου έργο να δώσεις χέρι βοηθείας σ’ αυτούς που έχουν γονατίσει και να τους σηκώσεις από την πτώση τους»1.

Άλλωστε και η θεομητορική εορτή της Αγίας Σκέπης που εορτάζει σήμερα η Εκκλησία μας, και που καθιερώνεται για πρώτη φορά στην Κωνσταντινούπολη στις αρχές του δεκάτου αιώνα, ύστερα από όραμα που είδε ο Άγιος Ανδρέας ο δια Χριστόν σαλός στην Αγρυπνία των Βλαχερνών, φανερώνει περίτρανα τη φοβερή προστασία της Παναγίας προς το ημέτερον Γένος. Γράφει χαρακτηριστικά στην ομιλία του ο Άγιος Φώτιος : «Μόλις η παρθενική στολή (της Παναγίας) περιήλθε το τείχος, οι βάρβαροι αποκαμωμένοι και σαν βουβοί μάζεψαν τις αποσκευές τους και εγκατέλειψαν την πολιορκία, και έτσι και την προσδοκώμενη άλωση αποφύγαμε, και αξιωθήκαμε την απροσδόκητη σωτηρία. Γιατί δεν έρριξε ο Κύριος το βλέμμα του στις αμαρτίες μας, αλλά στη μετάνοιά μας, ούτε θυμήθηκε τις ανομίες μας, αλλά πρόσεξε τη συντριβή των καρδιών μας και έκλινε την ακοή του στην εξομολόγηση των χειλιών μας»2.

«Συ του λαού σου υπερμάχησον»

Η Θεοτόκος, λοιπόν, είναι «η σκέπουσα ημάς και συμμαχούσα αοράτως»3, όπως ψάλλει ο ιερός υμνογράφος της Εκκλησίας. Είναι η σκέπη του κόσμου, η πλατυτέρα της νεφέλης, κατά τον άγνωστο ποιητή του κοντακίου του Ακαθίστου Ύμνου. Κι όπως ο φωτεινός στύλος ήταν εκείνος που οδηγούσε τον περιπλανώμενο λαό του Ισραήλ στην έρημο, δείχνοντας τον δρόμο προς τη γη της Χαναάν, καθώς μας πιστοποιεί το κείμενο της Αγίας Γραφής4, έτσι και στη δύσβατη έρημο αυτής της ζωής και στους σκοτεινούς δρόμους της ιστορίας, η Θεοτόκος δίνει καινούργιο προσανατολισμό στον περιπλανώμενο άνθρωπο.

Στη σκοτεινή νύκτα της αμαρτίας, ανάπτει τον πυρσό της χάριτος και φωτίζει απλόχερα όλες τις πτυχές της υπάρξεώς μας. Γίνεται, ακόμη, η νέα νεφέλη, η πλατυτέρα της παλαιάς, η οποία καλύπτει ημέρα και νύκτα τον λαό της. Από αυτήν στάζει ο δροσερός όμβρος της χάριτος, η δροσιά του Θεού, που απαλύνει την καυτή κόλαση της ζωής και χαρίζει αναψυχή και προστασία στον κουρασμένο οδοιπόρο. Γι’ αυτό ο Όσιος Άνθιμος της Χίου έλεγε πως η Παναγία είναι το δένδρο εκείνο το ευσκιόφυλλο κάτω από το οποίο αισθανόμαστε προστασία, ανάψυξη και παρηγορία. Αυτή επισκιάζει τους πιστούς και τους οδηγεί στην πορεία προς την Άνω Ιερουσαλήμ. Αυτή σκέπαζε πάντοτε, αλλά και σκεπάζει έως σήμερα με την κραταιά και ολοφώτεινη σκέπη της την πολύπαθη πατρίδα μας.

Το μαρτυρούν οι εκατοντάδες των Ιερών Ναών, που είναι αφιερωμένοι στο όνομά της, τα πάμπολλα προσκυνήματα, τα θαυματουργά ιερά εκτυπώματα που φρουρούν προστατευτικά τον τόπο μας. Το μαρτυρούν τα αναρίθμητα θαύματα, που είναι γραμμένα κυρίως στις καρδιές των πονεμένων ανθρώπων. Το φανερώνει αυτή η πίστη του λαού μας. Πιστεύει ο ορθόδοξος λαός μας στο Θεό, όσο κι αν αυτή η πίστη πολεμείται και συκοφαντείται τόσο βάναυσα. Προστρέχει αυτός ο λαός στην Παναγία, αιτείται καθημερινά τη βοήθειά της, την πρεσβεία και τη μεσιτεία της στο θρόνο του Υιού και Θεού της και μαζί με τον ιερό υμνογράφο επαναλαμβάνει με τα χείλη και πρωτίστως με την καρδιά : «την πάσαν ελπίδαν μου εις σε ανατίθημι».

«Συ του λαού σου υπερμάχησον»

Αυτή η σκέπη της Θεοτόκου δεν εμφανίστηκε μόνο τότε, στις επιδρομές των Αβάρων, όταν για πρώτη φορά ψάλθηκε ο Ακάθιστος Ύμνος, ούτε ακόμη μόνο κατά τις επιθέσεις των Ρώσων, καθώς μας περιγράφει ο ιερός Φώτιος, ζωγραφίζοντας τις δυσκολίες και τη ζοφερότητα της καταστάσεως στην οποία είχε περιέλθει η χωρίς στρατό τότε Κωνσταντινούπολη, αλλά και πάντοτε. Και τότε που η χριστιανική αυτοκρατορία μας βρισκόταν στις δόξες της, αλλά και όταν ταπεινωμένη, στα χρόνια της σκλαβιάς και της τυραννίας, έσκυβε κάτω από το βάρος του τουρκικού ζυγού αλλά κρατούσε άσβεστο το φρόνημα και είχε στραμμένη τη διάνοια προς την Υπέρμαχο Στρατηγό του Γένους. Γι’ αυτό και έψαλλε σε κάθε περίσταση το γνωστό κοντάκιο : «Τη υπερμάχω στρατηγώ τα νικητήρια…».

Αλλά και στον νεότερο ελληνισμό, διατηρήθηκε αμείωτη αυτή η ευγνωμοσύνη του λαού μας στη φοβερή προστασία της Παναγίας. Στην εποποιΐα του 1940, αυτή η πίστη στη ζωντανή παρουσία της παίρνει εκπληκτική ένταση και έκταση. Η Παναγία στέκεται πλάι στο αγωνιζόμενο Έθνος. Ενθαρρύνει τους πολεμιστές. Φωτίζει το δρόμο τους, τους καθοδηγεί και τους σκεπάζει. Απλώνει το ιερό της μαφόριο, όπως τότε στον Ναό των Βλαχερνών, σκεπάζοντας τους αγωνιστές της τιμής και του δικαίου. Συγκλονιστικές είναι οι πολυπληθείς μαρτυρίες, επώνυμες και ανώνυμες, από τη θαυμαστή παρουσία της Θεοτόκου στα χιονισμένα βουνά της Βορείου Ηπείρου και όχι μόνο. Επιστολές και δημοσιεύματα, τραγούδια και παραστάσεις διασαλπίζουν σε ολόκληρη την οικουμένη τη μητρική προστασία της Παναγίας και συνθέτουν τη διαδρομή ενός θαύματος στις πολεμικές επιχειρήσεις της εποχής εκείνης, που έκανε ακόμη και τους εχθρούς να θαυμάζουν τον ευλογημένο λαό και, ειδικότερα, εκείνους που κρατούσαν τις θερμοπύλες της Πίστεως και της Πατρίδας. Δικαίως, λοιπόν, η Ιερά Σύνοδος μετέφερε αυτήν τη θεομητορική εορτή από την 1η Οκτωβρίου στις 28 Οκτωβρίου, ώστε να θυμίζει σε όλους μας πως «Μητρός Θεού Σκέπη Ελλάδα θειόφρονα καλύπτει»5.

«Συ του λαού σου υπερμάχησον»

Η εορτή της Αγίας Σκέπης της Υπεραγίας Θεοτόκου έρχεται σήμερα να μας θυμίσει πως :

αν θέλουμε να πάμε μπροστά,

αν θέλουμε να δίνουν στην πατρίδα μας την αξία που της ταιριάζει,

αν θέλουμε τελικά να μεγαλουργήσουμε,

δεν έχουμε παρά να φυλάξουμε ως κόρην οφθαλμού την πίστη μας στο Θεό, την ευλάβειά μας στην Παναγία και την αγάπη μας στην Πατρίδα. Αν πετάξουμε τον θείο αυτόν και υπερβατικό παράγοντα από τη ζωή τη δική μας και του Έθνους μας, δεν μένει και δεν στέκεται όρθιο απολύτως τίποτα. Όσοι λησμονούν, αγνοούν, παρασιωπούν η πολεμούν αυτόν τον ουσιαστικό παράγοντα για την υπόσταση του Γένους μας, τότε πραγματικά χάνουν την μοναδικότητά τους και αλλοτριώνονται και αφομοιώνονται. Γι’ αυτό, ακόμη και Έθνη με μικρή σχετικά ιστορία αναζητούν όσο το δυνατόν περισσότερα σημεία αναφοράς στον Θεό αλλά και στο παρελθόν τους, προκειμένου να διατηρήσουν την ταυτότητά τους και να επιβιώσουν.

Συνεπώς, είναι χρέος μας, ιδίως στις έσχατες αυτές ημέρες

να αγαπούμε πάνω από όλα και πέρα από όλα το πρόσωπο του Χριστού,

να τιμούμε την Παναγία,

αλλά και να αγαπούμε συγχρόνως την Πατρίδα μας.

Να προβάλλουμε ακόμη με κάθε τρόπο τη σημαντική αυτή συμβολή της Πίστεώς μας στη ζωή του γένους μας. Αυτό είναι το συμπέρασμα και η επιταγή της ιστορίας, το καλύτερο δίδαγμα για το μέλλον και η πιο ευτυχής προοπτική για την πραγματική ευημερία του τόπου μας.


1 Μέγας Φώτιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, Ομιλία δευτέρα εις την έφοδον των Ρως, ΕΠΕ 12,151

2 ο.π. ΕΠΕ 12,135

3 πρβλ. Δοξαστικό του Μικρού Εσπερινού της εορτής της Αγίας Σκέπης

4 Εξ. 13,21

5 Στίχος Συναξαρίου εορτής Αγίας Σκέπης

 

 

 

 

Back to top button