Αθλητικά

«Αναγκαίο κακό» οι ξένοι διαιτητές

Οι Έλληνες διαιτητές έχουν ταλέντο, όχι όμως την ψυχολογία και την προσωπικότητα που θα τους επέτρεπε να μείνουν ανεπηρέαστοι σε εξωγενείς παράγοντες, όπως για παράδειγμα την κριτική των παραγόντων και τα δημοσιεύματα του Τύπου. Η απειρία φέρνει φόβο, ο φόβος λάθη, μερικά από τα οποία πολύ σοβαρά, κι αυτή η αλληλουχία επηρεάζει την απόδοσή τους και τροφοδοτεί το κλίμα καχυποψίας και αμφισβήτησης, σε πλήρη αντίθεση με τους αλλοδαπούς, στους οποίους το όποιο σφάλμα θεωρείται ανθρώπινο. Τα λάθη είναι πολλά και φέτος, μερικά εκ των οποίων τόσο «κραυγαλέα» ώστε να δημιουργούν ερωτηματικά για την επάρκεια, την αντίληψη και το αδέκαστο της κρίσης του διαιτητή που το διαπράττει.

Την ίδια στιγμή, η επαφή και η επικοινωνία με την Κεντρική Επιτροπή Διαιτησίας δεν φαίνεται να βρίσκεται στο επίπεδο που θα έπρεπε, κατά συνέπεια είναι επιτακτική ανάγκη να καταστεί πιο προσωπική και άμεση. Αυτή είναι η εκτίμηση δύο πρώην διεθνών διαιτητών και παρατηρητών, των Σπύρου Παπαδάκου και Ηρακλή Τσίκινη, που μίλησαν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για τα προβλήματα της ελληνικής διαιτησίας, επισημαίνοντας ότι με το κλίμα που έχει διαμορφωθεί εις βάρος των Ελλήνων ρέφερι είναι προτιμότερο τα ντέρμπι να διευθύνονται μεν από αλλοδαπούς, αλλά «πρώτης ποιότητας» διαιτητές.

«ΜΥΔΡΑΛΙΑ» ΚΑΙ «ΤΡΕΝΑ»
Τα περιστατικά κακών διαιτησιών, μερικά από τα οποία αναφέρονται πλέον ως αστεϊσμός, είναι πολλά και διαχρονικά. Πριν από μερικές εβδομάδες ο μεγαλομέτοχος της ΠΑΕ Ατρόμητος, Γιώργος Σπανός, είχε επισκεφθεί την ΚΕΔ, προκειμένου να εκφράσει παράπονα για την αντιμετώπιση της οποίας θεωρεί πως τυγχάνει η ομάδα του, ζητώντας κι αυτός ξένους διαιτητές στα «μεγάλα» παιχνίδια του συλλόγου. «Ο κ. Περέιρα μου εξήγησε ότι υπάρχει μια συγκεκριμένη οδηγία από την UEFA για διαιτητές μόνο στα παιχνίδια των τεσσάρων “μεγάλων”, πώς υπάρχει ένα συγκεκριμένο μπάτζετ, αλλά και πως η επιθυμία των Ελλήνων διαιτητών είναι να παίζουν παιχνίδια και να μην παραγκωνιστούν. Υποστήριξε ότι είναι κάτι αναγκαίο αυτό που γίνεται λόγω των έντονων διαφορών που είχαν οι μεγάλες ομάδες» δήλωσε.

«Η φιλοσοφία της Επιτροπής είναι ότι θέλει να βγουν νέοι διαιτητές, αλλά και κάποιοι ότι πρέπει να ανέβουν επίπεδο και πως αυτοί θα πρέπει να πάρουν κάποια παιχνίδια. Ναι, αυτό είναι ρίσκο. Οι μεγάλες ομάδες δεν δικαιούνται να μιλάνε. Εμείς παλεύουμε με σφεντόνες και οι άλλοι με μυδράλια. Φυσικά και δεν με κάλυψαν τα όσα που είπαν στην Επιτροπή. Η ελληνική πραγματικότητα είναι να μην μιλάνε οι μεγάλοι, να μην έχουν παράπονα και όλα καλά» συμπλήρωσε ο κ. Σπανός.

Πριν από καιρό, ύστερα από ένα παιχνίδι της ΑΕΚ με τον Ηρακλή που είχε λήξει με το ευρύ 4-1 υπέρ της Ένωσης, το «αφεντικό» των «κιτρινόμαυρων» έπνεε μένεα κατά του διαιτητή Δελφάκη. Έτσι, σε εκδήλωση της ΠΑΕ μία ημέρα αργότερα, έκανε μια δήλωση που έγινε… viral: «Ένα μπράβο στην ΑΕΚ, που κέρδισε 4-1 με 10 παίκτες (σ.σ. είχε αποβληθεί ο Μπακάκης), με έναν διαιτητή περίεργο. Όμως δεν πειράζει. Σε οκτώ μήνες αυτοί οι διαιτητές θα σφυρίζουν για να… φύγουν τα τρένα. Μόνο εκεί θα σφυρίζουν».

Ο πρώην διαιτητής, παρατηρητής και κριτικός διαιτησίας, Κώστας Ακρίδας, ήταν πιο… γλαφυρός στην ανάλυσή του για τον Γιώργο Λάμπρου, ο οποίος είχε διευθύνει την εφετινή συνάντηση Ξάνθη-ΑΕΛ: «Εκνευρίστηκα από τη διαιτησία του, παραλίγο να σπάσω την τηλεόραση. Τι να γράψουμε, τι κριτική να κάνουμε… Ειλικρινά αρνούμαι να τον σχολιάσω. Απορώ πως είχαν την ψυχραιμία οι παίκτες μαζί του… Κύριοι, όμως, γιατί φωνάζετε; Ο συγκεκριμένος κύριος έκανε ρεσιτάλ διαιτησίας! Διότι αυτά του έμαθε η εκπαίδευση διαιτησίας στα έξι χρόνια που είναι στον χώρο. Φυσικά να συγχαρούμε και την ΚΕΔ που τον επέλεξε από το σκοτάδι κατά την προσφιλή της τακτική! Καληνύχτα και χαιρετίσματα στη δύσμοιρη ελληνική διαιτησία».

Για τον ίδιο αγώνα, ο μεγαλομέτοχος των «βυσσινί», Αλέξης Κούγιας, είχε δηλώσει: «Mόνο με γέλιο μπορώ να αντιμετωπίσω αυτήν την κατάσταση. Σε λίγο θα παίζουν ξένοι διαιτητές και στα ντέρμπι των τοπικών πρωταθλημάτων. Που τον βρήκαν αυτόν τον τύπο από την Εύβοια;».

Δηλώσεις σε ΜΜΕ της Δανίας για την παρουσία του στο εφετινό ντέρμπι ΑΕΚ-Ολυμπιακός (1-1) είχε κάνει και ο Μαντς-Κρίστοφερ Κριστόφερσεν, ο οποίος το διήμερο που βρέθηκε στη χώρα μας πρόλαβε να καταλάβει ότι «υπήρχε πίεση στην ελληνική Ομοσπονδία, υπάρχει μεγάλη πίεση στους διαιτητές στην Ελλάδα. Έτσι ήταν πολύ ικανοποιημένοι που δέχτηκαν άλλες Ομοσπονδίες την πρόσκληση, όπως και για το γεγονός ότι τα πήγαμε καλά στο ματς».

«ΑΝΑΓΚΑΙΟ ΚΑΚΟ ΟΙ ΞΕΝΟΙ ΔΙΑΙΤΗΤΕΣ»
Τελικά, είναι πανάκεια οι ξένοι διαιτητές στο πρωτάθλημα της Super League; «Απ’ ότι φαίνεται, είναι αναγκαίο κακό η παρουσία τους, ειδικά στα κρίσιμα παιχνίδια, στα ντέρμπι. Βρισκόμαστε σε περίοδο έντασης και αμφισβήτησης και η παρουσία τους βοηθάει ώστε να αμβλυνθεί το κλίμα καχυποψίας, που ατυχώς πλανάται πάνω από τους Έλληνες διαιτητές» εκτιμά ο Ηρακλής Τσίκινης, για να προσθέσει ο Σπύρος Παπαδάκος: «Το καλό είναι πως δεν υπάρχει προκατάληψη, όλοι τους αντιμετωπίζουν διαφορετικά. Στην πρώτη “στραβή” που θα γίνει, όμως, θα λέμε καλύτερα στους Έλληνες. Είναι μόδα που θα την πληρώσουμε ακριβά».

-Είναι τυχαίο που στους ξένους διαιτητές, ακόμη και σε περίπτωση λάθους, οι παράγοντες δεν καταλογίζουν δόλο; Γιατί υπάρχει αυτή η καχυποψία με τους Έλληνες;
ΤΣΙΚΙΝΗΣ: «Η μαγική λέξη είναι “καχυποψία”. Τους αναγνωρίζουν το ανθρώπινο λάθος και γι’ αυτό τους το συγχωρούν κιόλας. Πρέπει, όμως, να αλλάξει αυτή η νοοτροπία, να σταματήσει η απαξίωση, να θωρακιστεί ο χώρος, κυρίως απέναντι στους παράγοντες. Να αφήσουμε τους διαιτητές να παίξουν ελεύθερα. Αυτό όμως δεν γίνεται εύκολα, χρειάζεται χρόνο και κουλτούρα. Να γίνει προσπάθεια της ΕΠΟ σε συνεργασία με το υφυπουργείο Αθλητισμού και το υπουργείο Πολιτισμού σε θέματα νοοτροπίας και συμπεριφοράς, για να περάσει στο DNA των Ελλήνων φιλάθλων».

ΠΑΠΑΔΑΚΟΣ: «Καταρρακώθηκε η ψυχολογία του Έλληνα διαιτητή, δεν βγαίνουν ταλέντα, απομακρύνονται οι νέοι από τη διαιτησία και, όταν τους χρειαστούμε πάλι, δεν θα υπάρχουν διαθέσιμοι. Η ζημιά που γίνεται είναι μεγαλύτερη από το καλό».

Πως όμως από τους Έλληνες διαιτητές φτάσαμε στους ξένους; «Δεν ξέρω αν ήταν από άγνοια ή συνειδητά, αλλά οι απανωτές ανανεώσεις του πίνακα, κατά 400%, έφεραν άπειρους, ακόμη και στις μικρές κατηγορίες. Σε 2-3 χρόνια αναρριχώνται στις μεγάλες κατηγορίες, χωρίς εμπειρία και γνώσεις. Η εκπαίδευση δεν μπορεί να βασίζεται μόνο στα βίντεο. Χρειάζεται άλλη προσέγγιση των διαιτητών, επιστημονική πρώτα απ’ όλα και να δοθεί πίστωση χρόνου για να δείξουν τι αξίζουν» εξηγεί ο Λάκωνας πρώην ρέφερι.

Και προσθέτει: «Για να συμβεί, πρέπει να λειτουργήσει η διαιτησία με μέντορες. Έμπειροι άνθρωποι να κάνουν τις κατάλληλες επιλογές, που θα προωθήσουν τα κατάλληλα παιδιά. Να βάλεις 50 νέους διαιτητές για να σου βγουν οι 10. Με τους ξένους η κατάσταση επιδεινώνεται».

Από την πλευρά του, ο Μεσσήνιος στην καταγωγή Τσίκινης επισημαίνει ότι «είναι πολλά αυτά που συνέβησαν. Βασικότερο όλων η καχυποψία από τον κόσμο, τους παράγοντες και τους ποδοσφαιριστές. Ατυχείς και κακές διαιτησίες τα προηγούμενα χρόνια και ειδικά πέρυσι, οδήγησαν την ΕΠΟ στην απόφαση κάποια σημαντικά παιχνίδια να διευθύνονται από ξένους ρέφερι».

Είναι όμως δικαιολογημένη η καχυποψία κόσμου και παραγόντων; «Όντως, σε πολλά παιχνίδια οι Έλληνες διαιτητές έδωσαν τροφή με σημαντικά λάθη τους για να μεγαλώσει αυτό το αίσθημα, όπως και η αίσθηση ότι το λάθος δεν είναι ανθρώπινο. Έδωσαν λαβή οι Έλληνες διαιτητές και η ΕΠΟ δεν μπόρεσε να το διαχειριστεί αυτό» εκτιμά ο Τσίκινης.

Από την πλευρά του, ο Παπαδάκος θεωρεί ότι οι συμπατριώτες μας διαιτητές δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται καχύποπτα: «Φαίνεται ότι τα παιχνίδια, παρά τα λάθη, τελειώνουν ομαλά. Άρα είναι η νοοτροπία που έχει καλλιεργηθεί εις βάρος του Έλληνα διαιτητή. Είναι σαν να αρχίσουμε να φέρνουμε ξένους γιατρούς στα ελληνικά νοσοκομεία. Έρχονται διαιτητές υποδεέστεροι, οι Έλληνες δεν έχουν να πάρουν τίποτα απ’ αυτούς. Αν είναι να έρχονται αλλοδαποί ας έρχονται, αλλά ας φέρουν ονόματα από τις ποδοσφαιρικά προηγμένες χώρες. Ο Έλληνας διαιτητής κρίνεται για τα λάθη του. Ο ξένος ελέγχεται; Ακόμη κι αν πάρει κακή βαθμολογία από τον παρατηρητή, ποια είναι η επίπτωση γι’ αυτόν;».

-Ποια εξήγηση μπορεί να δοθεί για την λανθασμένη εκτίμηση φάσεων, στις οποίες δεν χρειάζεται καν το τηλεοπτικό ριπλέι για να διαπιστωθεί η παράβαση; Ανικανότητα, απειρία, φόβος, προκατάληψη ή συνδυασμός όλων αυτών;

ΠΑΠΑΔΑΚΟΣ: «Αν κοιτάξεις τον διαιτητή κατάματα, θα δώσεις απάντηση στο ερώτημα. Είναι ένας τρεμάμενος ανθρωπάκος στον αγωνιστικό χώρο. Δεν έχει ψυχολογία και, μιλώ εκ πείρας, οι περισσότεροι κάνουν το σταυρό τους να μην τους τύχει δύσκολη φάση. Η λύση είναι μια καλή ομάδα έξι ατόμων, μαζί με τον τέταρτο, που θα παίζει συνέχεια μαζί. Έτσι μειώνονται τα λάθη. Η ομαδική δουλειά σε βγάζει από το τέλμα».

ΤΣΙΚΙΝΗΣ: «Όλα αυτά που είπατε συνυπάρχουν, συν τη σημαντική παράμετρο ότι δεν έχουν αυτοπεποίθηση, δεν έχουν την προσωπικότητα για να παραμείνουν ανεπηρέαστοι από δημοσιεύματα και εξωγενείς παράγοντες. Έχουν έλλειψη αυτοσυγκέντρωσης, δεν πατάνε καλά στα πόδια τους κι αυτό φαίνεται στο παιχνίδι τους».

Ως προς τη λειτουργία της Κεντρικής Επιτροπής Διαιτησίας και την παρουσία του Μέλο Περέιρα, οι δύο έμπειροι πρώην διαιτητές έχουν τις ενστάσεις τους. «Είμαι ενάντια και στους ξένους παράγοντες και στην έλευση αλλοδαπών διαιτητών. Θεωρώ ότι οι Έλληνες είναι ταλαντούχοι, τόσο αγωνιστικά όσο και σε θέματα διοίκησης. Βέβαια, ο Περέιρα είναι εξέχουσα προσωπικότητα, ασχολείται αρκετά με την ελληνική διαιτησία και προσπαθεί για το καλύτερο. Ελπίζω κάποια στιγμή να περάσει αυτό το κλίμα της καχυποψίας για να επανέλθουμε στην κανονικότητα» λέει ο Τσίκινης.

Ο Παπαδάκος, από την άλλη, θεωρεί την παρουσία του Πορτογάλου αρχιδιαιτητή «πλήρως αποτυχημένη. Είναι ένας άνθρωπος δίχως τις τεράστιες περγαμηνές στο παγκόσμιο ποδόσφαιρο, χωρίς σε καμία περίπτωση να θέλω να τον μειώσω. Δεν γνωρίζει την ελληνική πραγματικότητα, γίνονται λάθη στους ορισμούς, οπότε ακόμη και τις καλύτερες προθέσεις να έχει, είναι καταδικασμένος να αποτύχει. Ο μάνατζερ, γιατί στην ουσία περί αυτού πρόκειται, πρέπει να έχει επικοινωνία με τους διαιτητές, να ξέρει ει δυνατόν ακόμη και τα προσωπικά τους, για να γνωρίζει ανά πάσα στιγμή την κατάσταση που βρίσκονται και να επιλέγει τους κατάλληλους κάθε φορά».

Ένα άλλο κομβικό σημείο, σύμφωνα με τους δύο πρώην διαιτητές, είναι η επικοινωνία της ΚΕΔ με τους ρέφερι. «Παρότι δεν είμαι στη διοίκηση, απ’ αυτά που διαβάζω, υπάρχει ένα πρόβλημα. Είναι λίγο απρόσωπη η παρουσία της ΚΕΔ, ίσως γιατί τα μέλη της δεν γνωρίζουν την ιδιοσυγκρασία του Έλληνα διαιτητή. Είναι ένα κομμάτι που πρέπει να λυθεί, πρέπει να υπάρχει αμφίδρομη αμεσότητα» θεωρεί ο Τσίκινης.

Ο Παπαδάκος φρονεί πως «και κοντά να βρίσκεται έχει αποτύχει, γιατί αυτό δεν φαίνεται στην πράξη. Οι διαιτητές δεν αποδίδουν. Όταν ένας διεθνής βλέπει ότι δεν τον εμπιστεύονται, ότι ζητούν όλοι ξένους, ακόμη και στη Β΄ Εθνική ακούστηκαν κάποιες φωνές, με ποια ψυχολογία θα πάει να παίξει; Σε ένα παιχνίδι που κρίνεται το πρωτάθλημα να φέρουν, αλλά να φέρουν τον καλύτερο Άγγλο, Γερμανό ή Γάλλο και όχι όποιον βρουν διαθέσιμο εκείνη τη στιγμή, από οποιαδήποτε γωνιά της Ευρώπης».

-Το VAR θα βοηθήσει τους διαιτητές ή απλώς θα επιμηκύνει το χρόνο παιχνιδιού;

ΤΣΙΚΙΝΗΣ: «Μπορεί να βοηθήσει, αν περιοριστεί στα σημεία που πρέπει. Αρκεί να μην το ενοχοποιήσουμε πάντως, γιατί στην Ελλάδα θα μπορούσαμε να το δούμε κι αυτό».

ΠΑΠΑΔΑΚΟΣ: «Δεν πιστεύω στο VAR. Ένα ανθρώπινο λάθος το καταλαβαίνεις, αλλά, αν προέλθει από αυτό το σύστημα, δεν μπορεί να γίνει κατανοητό. Βλέπουμε στα ξένα πρωταθλήματα ότι υπάρχουν λάθη ακόμη και με τη χρήση του VAR. Το μάρκετινγκ αναζητεί τρόπους γα να αυξήσει την ποιότητα του προϊόντος, αλλά κάποια θέματα θα τα βρουν μπροστά τους. Οι Άγγλοι, για παράδειγμα, αντιδρούσαν στη χρήση της τεχνολογίας, γιατί, ακόμη κι ένα ακούσιο λάθος, τους αφαιρεί τη μαγεία του απρόβλεπτου».

-Εν κατακλείδι, αν καθρέφτης της ελληνικής διαιτησίας είναι το διεθνές ποδοσφαιρικό στερέωμα, γιατί δεν επιλέγονται πια Έλληνες διαιτητές σε μεγάλες διοργανώσεις, όπως π.χ. σε Μουντιάλ και EURO;

ΠΑΠΑΔΑΚΟΣ: «Επειδή άλλαξε, ομαδοποιήθηκε και το παγκόσμιο ποδόσφαιρο. Όλα κρίνονται από το μάρκετινγκ και τις ψήφους, όπως συμβαίνει στο ελληνικό ποδόσφαιρο με τις ψήφους των Ενώσεων».

ΤΣΙΚΙΝΗΣ: «Πράγματι, ανέκαθεν δεν είχαν πολλές παρουσίες σε τέτοιο επίπεδο. Δεν έχει να κάνει τόσο με την ικανότητά τους, αλλά με πολλά άλλα πράγματα, όπως τις δημόσιες σχέσεις της ΕΠΟ, θέματα διαχείρισης της UEFA κ.α. Μπορούν όμως να παίξουν σε υψηλό επίπεδο, όπως αποδεικνύει η παρουσία του κ. Σιδηρόπουλου στο Champions League».

ΑΠΕ

Back to top button