ΕλλάδαΚόσμος

Ταξίδια χωρίς όρια…

O Γιάννης Γιαννόπουλος και η Ροσέλ Κίλγκαριφ (Rochelle Kilgariff) ξεκίνησαν το 2016 ένα ταξίδι στη Νότια Αμερική χωρίς χορηγούς, κανόνες, χρονοδιαγράμματα και γνωριμίες. Δύο άνθρωποι, ένα τζιπ, οδήγηση μέσα από ειδικές διαδρομές και όχι μόνο, προγραμματισμός ανάλογα με τις εξελίξεις, ελάχιστα χρήματα και αναρίθμητα μαθήματα ζωής. Ταξίδεψαν σε μέρη άγνωστα για τους περισσότερους κι επέστρεψαν στην Ελλάδα για λίγες μόνο ημέρες. Μέχρι να φύγουν ξανά. Το πρόγραμμα της ζωής τους προβλέπει και πάλι -όπως και στο παρελθόν- μια περίοδο με σκληρή δουλειά, ώστε στη συνέχεια, με τα χρήματα που θα συγκεντρωθούν, να ακολουθήσει ένα ακόμη ταξίδι. “Τώρα γυρίζουμε, επιστρέφουμε, για να δουλέψουμε δύο χρόνια και να ξαναφύγουμε, για Σιβηρία αυτή τη φορά” θα πει στον ραδιoφωνικό σταθμό του ΑΠΕ- ΜΠΕ, “Πρακτορείο 104,9FM”, ο κ. Γιαννόπουλος πριν ξεκινήσει να μας μεταφέρει με τη διήγηση του σε μια εμπειρία αλλά και μια ιδέα ξεχωριστή.

Ο Έλληνας ταξιδευτής παραδέχεται πως είχε αποκτήσει τις απαραίτητες προσλαμβάνουσες σχετικά νωρίς στη ζωή του: “Ξεκίνησα ταξίδια με την οικογένειά μου μικρός, εκεί ήταν ο πρώτος σπόρος, μετά συνέχισα με γκρουπ, μετά ξεκίνησα για δέκα χρόνια με back pack” εξηγεί, ενώ περιγράφει πως στη συνέχεια γνώρισε τη σύντροφο και συνταξιδιώτισσά του. “Στον δρόμο γνώρισα την κοπέλα μου, που είναι από την Αυστραλία, τη Ροσέλ Κίλγκαριφ. Δουλέψαμε δύο χρόνια στο Μπαλί και είπαμε να ξεκινήσουμε να ταξιδεύουμε για έναν χρόνο στην Κεντρική Ασία. Το κάναμε, γυρίσαμε, δουλέψαμε, μαζέψαμε πάλι χρήματα και για αυτό το ταξίδι, ο σκοπός του ήταν να πάμε από τον 11ο παράλληλο μέχρι τον 22ο. Δηλαδή να καλύψουμε στην ουσία όλη τη Νότιο Αμερική εκτός από τη Βενεζουέλα…” μας εξηγεί ο Έλληνας “overlander”, όπως συχνά τον χαρακτηρίζουν οι φίλοι και οι γνωστοί του.

Όπως εξηγεί ο κ.Γιαννόπουλος, τα ταξίδια που κάνει, πλέον με την κα Κίλγκαριφ, δεν απαιτούν ούτε προγραμματισμό, ούτε μεγάλα ποσά, αρκεί να έχει ληφθεί μια απόφαση. «Πριν γνωρίσω τη Ροσέλ δουλέψαμε στις Μαλβίδες, εκεί βγήκαν καλά λεφτά και τότε είπαμε “πάμε να το κάνουμε;”» εξιστορεί, ενώ τονίζει πως όταν κάποιος λάβει τέτοια απόφαση το συνολικό ποσό που απαιτείται δεν είναι σημαντικό, αρκεί να ζει συνετά στους μακρινούς προορισμούς. “Εμάς μας κόστισε 40 ευρώ την ημέρα το άτομο, για δύο άτομα 80 (…) κι ήταν όλα μέσα, μεταφορά αυτοκινήτου, εξοπλισμός αυτοκινήτου όλα, γιατί μέναμε και τρώγαμε στο αυτοκίνητο εννοείται αυτό. Περάσαμε τον Αμαζόνιο, τις Άνδεις, στην Κολομβία μείναμε πέντε μήνες. Είχε περιπέτεια, ναι, δύο χρόνια ήμασταν μια περιπέτεια από μόνοι μας…” ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ.Γιαννόπουλος.

Όσο για το μεγαλύτερο “όπλο” που έχει ένας ταξιδιώτης σε μια τέτοια περιήγηση, για τον Έλληνα ταξιδευτή δεν υπάρχει παρά μια απάντηση σε μια τέτοια ερώτηση και δεν έχει καμία σχέση με τα οικονομικά δεδομένα: “Όλος ο κόσμος είναι ο ίδιος και με ένα χαμόγελο λύνονται τα πάντα. Και τη γλώσσα να μη μιλάς με ένα χαμόγελο λύνονται τα πάντα. Όπου και να’ σαι…”

Ακολουθεί το πλήρες κείμενο της συνέντευξης στον Σωτήρη Κυριακίδη:

Ερ. Κύριε Γιαννόπουλε, βρίσκεστε στην Ελλάδα για λίγο, μετά από ένα ταξίδι διαφορετικό. Τι σημαίνει να έχει κάποιος το “σαράκι” του ταξιδιού και πόσο εύκολο είναι να παραμείνει ένας τέτοιος άνθρωπος “αδρανής” ανάμεσα σε ταξίδια; Ισχύει η κλασική ελληνική έκφραση “δεν μας χωρά ο τόπος”;

Επιστρέψαμε. Ήμασταν στο αυτοκίνητο για δύο χρόνια τώρα, στη Νότιο Αμερική, είχαμε κάνει πιο παλιά ένα άλλο ταξίδι, στην Κεντρική Ασία, ενός χρόνου, και τώρα επιστρέφουμε για να δουλέψουμε δύο χρόνια και να ξαναπάμε για Σιβηρία αυτή τη φορά. Ξεκίνησα ταξίδια με την οικογένειά μου μικρός, εκεί ήταν ο πρώτος σπόρος, μετά με γκρουπ, μετά ξεκίνησα για δέκα χρόνια με back pack, στον δρόμο γνώρισα την κοπέλα μου, είναι από την Αυστραλία, τη λένε Rochelle Kilgariff και δουλέψαμε δύο χρόνια στο Μπαλί και είπαμε να ξεκινήσουμε να κάνουμε ένα χρόνο την Κεντρική Ασία. Το κάναμε, γυρίσαμε δουλέψαμε μαζέψαμε πάλι χρήματα και αυτό το ταξίδι, ο σκοπός του ήταν να πάμε από τον 11ο παράλληλο μέχρι τον 22ο. Δηλαδή να καλύψουμε στην ουσία όλη τη Νότιο Αμερική εκτός από τη Βενεζουέλα στην οποία κάναμε δύο απόπειρες να μπούμε και μας είπαν “δεν μπαίνετε…”.

Ερ. Πώς αποφασίστηκε το συγκεκριμένο ταξίδι; Η επικοινωνία και οι επαφές με λαούς διαφορετικούς είναι κάποτε δύσκολες…

Αυτό ήταν ένα τρελό όνειρο. Είχα βρεθεί εκεί ταξιδεύοντας με back pack πριν δέκα χρόνια μόνος μου, πριν γνωρίσω τη Ροσέλ, δουλέψαμε στις Μαλβίδες, εκεί βγήκαν καλά λεφτά και τότε είπαμε “πάμε να το κάνουμε;”, γιατί αυτό (το ταξίδι) έχει ένα ακριβό κόστος. Πήγαινε-έλα το αυτοκίνητο μαζί με εμάς στη Λατινική Αμερική -γιατί πας με cargo καράβι – είναι ολόκληρη περιπέτεια από μόνο του. Δύο μήνες πάνω σε ένα καράβι μέσα σε δύο χρόνια. Τώρα, τα δύο χρόνια εκεί, βρίσκεσαι στο Μοντεβιδέο, βρίσκεσαι στην Ουρουγουάη και από εκεί ξεχύνεσαι έχει να πας Βορρά, Νότο, χιλιόμετρα να κάνεις… Κάναμε 75.000 χιλιόμετρα σε αυτά τα δύο χρόνια.
Είχα το καλό ότι μιλάω ισπανικά, η σύντροφός μου καθόλου δεν μίλησε, δεν έμαθε τα πιο απλά. Ήμασταν δύο χρόνια σχεδόν ανάμεσα σε ισπανόφωνους, οπότε αυτό βοηθούσε. Από την άλλη και να μην το έχεις ως εργαλείο, μαθαίνεις. Ο δρόμος είναι συγκεκριμένο πράγμα, μετά τα 2.000 χιλιόμετρα όλες οι διαδρομές είναι το ίδιο, δεν έχει σημασία τι είναι τριγύρω σου.

Ερ. Ως μεγάλη πρόκληση φαντάζει το κόστος ενός τέτοιου εγχειρήματος. Ποιος ήταν ο προϋπολογισμός σας;

Εμάς μας κόστισε 40 ευρώ την ημέρα το άτομο, για δύο άτομα 80. Με αυτά τα 80 ευρώ κάθε μέρα επί δύο χρόνια, υπολόγισε το, καλύφθηκε όλο το κόστος: μεταφορά αυτοκινήτου, εξοπλισμός αυτοκινήτου, όλα. Εννοείται πως μέναμε και τρώγαμε στο αυτοκίνητο. Περάσαμε στον Αμαζόνιο, στις Άνδεις, στην Κολομβία, μείναμε πέντε μήνες, είχε περιπέτεια. Δύο χρόνια ήμασταν μια περιπέτεια από μόνοι μας…

Ερ.   Σε όλους αυτούς τους προορισμούς ποιο ήταν το μεγαλύτερο όπλο σας;

Όλος ο κόσμος είναι ο ίδιος και με ένα χαμόγελο λύνονται τα πάντα. Και τη γλώσσα να μη μιλάς, με ένα χαμόγελο λύνονται τα πάντα. Όπου και να’ σαι. Στην κεντρική Ασία που ήμασταν περάσαμε το Καζακστάν, το Κιργιστάν, την Κίνα, αυτοί οι λαοί μιλούν μόνο τα δικά τους, αλλά και πάλι ένα χαμόγελο βοηθούσε. Γιατί είμαστε όλοι ίδιοι, όλοι τα ίδια πράγματα κάνουμε… Δεν διαφέρουμε πολύ. Η διαφορά στο ότι κρατάμε διαφορετικό μοντέλο τηλεφώνου, δεν είναι μεγάλη… Στην ουσία η ζωή μας ίδια είναι και αυτοί  οι άνθρωποι ένα τηλέφωνο έχουν, σε ένα σπίτι ζουν, τα πράγματα που κάνουμε καθημερινά τα ίδια είναι, δεν έχουν μεγάλη διαφορά…

Ερ.  Μια ερώτηση που σίγουρα θα σας δυσκολέψει. Τι θα ξεχωρίζατε από τα δύο χρόνια και σε ποιες περιπτώσεις δυσκολευτήκατε, για παράδειγμα λόγω καιρού;

Υπάρχουν ξεχωριστές στιγμές πάμπολλες, από την Παταγονία, την Αργεντινή, τον Αμαζόνιο, τις Άνδεις, την Καραϊβική, η Νότιος Αμερική τα έχει όλα. Έχει δύο διαφορετικούς ωκεανούς, έχει από πάνω Καραϊβική, έχει μέσα ζούγκλες, έχει Άνδεις, το αυτοκίνητο πέρασε από αμέτρητα σημεία, το ψηλότερο που οδηγήσαμε ήταν τα 4.500 μέτρα.

Όσο για τις θερμοκρασίες, στη σκηνή μας μπορούμε να κοιμηθούμε μέχρι -1 βαθμό, κοιμόμαστε στη σκηνή μέσα. Στο κρύο αλλά με sleeping bang κοιμάσαι, εμείς βρεθήκαμε μέχρι σε -12 ή -14 βαθμούς Κελσίου στη Βολιβία στο Σαλάρ ντε Ουγιούνι, μια κατάλευκη αλμυρή έρημο, μια “Αλατένια Θάλασσα” όπως την αποκαλούν. Η υγρασία έφτασε μέχρι 98%, στον Αμαζόνιο δεν μπορείς να αναπνεύσεις, είναι ξένο προς εμάς…

Το κλίμα είναι ξένο προς τα εμάς γιατί και αυτοί, αν έρθουν προς τα εδώ, το ίδιο θα νομίζουν (για το δικό μας κλίμα)! Αν το συνηθίσεις είναι εντάξει. Είμαστε όλοι ίδιοι, πήγαμε σε κάποιες φυλές στον Αμαζόνιο και εκεί ο κάτοικος είχε κινητό και έβγαζε φωτογραφίες και ήταν στα media και έβγαζε φωτογραφία για να βάλει στα media και είπε, κοίτα να δεις! Και ήταν ένας Ινδιάνος κάτοικος, πως να σας πω, ντυμένος παραδοσιακά με φτερά στο κεφάλι…

Ερ.  Μας φέρνει άρα τόσο κοντά η τεχνολογία;

Όταν ένα παιδάκι 15 ή 17 ετών έχει τη δυνατότητα να μιλήσει σε ένα μικρό παιδί από την Ιαπωνία, αντίστοιχης ηλικίας, που δεν το έχει δει ποτέ του, είναι εξέλιξη. Γενικώς ο χάρτης του κόσμου μεγαλώνει. Δηλαδή ανοίγονται διαδρομές, εμείς τώρα που μας θα νομίζατε… τρελούς είμαστε αρκετοί που ταξιδεύουμε με τέτοιον τρόπο με τα αυτοκίνητα, είμαστε 10-15 ομάδες ή ζευγάρια με αυτοκίνητα που ταξιδεύουμε με αυτό τον τρόπο.

Ερ. Πώς γνωρίζεις λοιπόν έναν τόπο καλύτερα;

Με το αυτοκίνητο γνωρίζεις ένα μέρος όπως είναι. Μένεις στο αυτοκίνητο, μαγειρεύεις, κοιμάσαι στο αυτοκίνητο και γνωρίζεις τον τόπο όπως είναι εκεί. Σε άλλα κράτη μείναμε ένα μήνα και είκοσι μέρες σε άλλα όμως μείναμε πέντε μήνες. Δηλαδή μπήκε ένας τόπος στο πετσί μας. Ειδικά στην Κολομβία, γίναμε Κολομβιανοί σε κάποια φάση. Η κοινωνία τώρα, σε αυτά τα μέρη, είναι όπως σε όλο τον κόσμο και με τον διεθνή καπιταλισμό και αυτό το σύστημα είναι ίδιο. Και εδώ στους 11 εκατομμύρια Έλληνες έχουμε ένα, που είναι πλούσιοι. Εκεί σε όλη την ήπειρο έχει δέκα εκατομμύρια πλούσιους, αλλά με τον ίδιο τρόπο συμπεριφέρονται.

Η γυναίκα μου η Ροσέλ προέρχεται από πέντε αστέρων ξενοδοχεία. Από γενική διευθύντρια πεντάστερου ξενοδοχείου, αν τη βάλω σε σκηνή και να της πω “πάμε”, γίνεται! Δεν είναι τίποτα, απλά αλλάζεις συνήθειες…

Ερ. Επόμενα σχέδια; Μοιάζει σημαντικό να έχεις έναν συνταξιδιώτη και να κάνεις σχέδια από κοινού…

Επόμενος στόχος οι Φιλιππίνες, η Ροσέλ  είναι ήδη εκεί. Θα δουλέψουμε για δύο χρόνια και μετά με το αμάξι θα πάμε από Αρκτικό Κύκλο, από τα Βαλτικά κράτη και τη Ρωσία και θα το γυρίσουμε στην Αυστραλία. Και μετά θα γυρίσουμε από Νότο από Ντουμπάϊ. Κοίταξε, στο πρώτο ταξίδι  που έκανα, το οποίο το έκανα μόνος μου, με το αυτοκίνητο, σε κάποιες φάσεις ήρθαν φίλοι, κάναμε δεκαπέντε είκοσι μέρες μαζί και μου κακοφάνηκε όταν έφυγαν. Με αυτοκίνητο είναι διαφορετικό. Έρχεσαι, μπαίνεις σε ένα μέρος και δεν ξέρεις τίποτα. Δεν είναι σαν να πας με το αεροπλάνο στην πρώτη μεγάλη πόλη και να τα βρίσκεις…

Βγαίνεις από το λιμάνι και είσαι ξένος εντελώς! Βγαίνεις από το καράβι και το βλέπεις πως είσαι ξένος, πρέπει να δεις πώς είναι οι κώδικες οι δικοί τους και να συμπεριφερθείς ανάλογα. Στην Ινδία που ήμασταν πριν τρία- τέσσερα χρόνια, δοκιμή για οδήγηση, ήταν απίστευτο ως εμπειρία, ξέρω τον τελευταίο πόντο του αυτοκινήτου από εκεί που περάσαμε… Στον Αμαζόνιο σε κάποια φάση μπαίναμε σε κάτι νερά που ήταν πάνω από το καπό και έβλεπες το νερό για δύο, τρία χιλιόμετρα και έλεγες τώρα θα βγω, πού πάω;

Έχω δε αποφασίσει να μη χρησιμοποιήσω σπόνσορες. Είναι καθαρά η δική μας τρέλα, το δικό μας ταξίδι γι αυτό πάμε και δουλεύουμε δύο χρόνια τώρα για να χρηματοδοτήσουμε το επόμενο ταξίδι. Είναι να σηκωθείς, άμα σηκωθείς μετά το βρίσκεις…

AΠΕ

Back to top button