Πόσοι γνωρίζουν ότι στο πλαίσιο κατασκευής του Αυτοκινητοδρόμου Κεντρικής Ελλάδος Ε65, από τις ανασκαφικές έρευνες που διεξήχθησαν, αποκαλύφθηκαν σημαντικά αρχαιολογικά ευρήματα στη δυτική Θεσσαλία και σε όλο το μήκος του οδικού άξονα;
Σύμφωνα με τον Λεωνίδα Π. Χατζηαγγελάκη, αρχαιολόγο, επίτιμο Έφορο Αρχαιοτήτων Δυτικής Θεσσαλίας, ότι οι σωστικές ανασκαφές άρχισαν τον Απρίλιο του 2009, σε σημεία των περιοχών Φίλια και Μαυραχάδες στον νομό Καρδίτσας.
Η ανεύρεση πολυάριθμων πήλινων πηνίων και υφαντικών βαρών υπόδειξε την ενασχόληση των κατοίκων του οικισμού με την υφαντική και τη νηματουργία. Μέσα από τις ανασκαφικές έρευνες, σύμφωνα με τον ίδιο, αποδεικνύεται διαχρονικά η συνεχής κατοίκηση στη δυτική Θεσσαλία με την πληθώρα αρχαιοτήτων από την προϊστορική, τη μυκηναϊκή, την γεωμετρική, την αρχαϊκή, κλασική έως την ύστερη ρωμαϊκή εποχή και τη βυζαντινή εποχή.
Τα αρχαιολογικά ευρήματα επιβεβαίωσαν τις εμπορικές συναλλαγές με την Αττική, την Κόρινθο, την Ιωνία και άλλες περιοχές του ευρύτερου ελλαδικού χώρου.
Ο κ. Χατζηαγγελάκης αναφέρεται επίσης στη θέση «Βούρλα» Φίλιας, όπου κατά τη διάρκεια των εκσκαφών αποκαλύφθηκαν τον Απρίλιο του 2010 τοίχοι και δάπεδα οικημάτων των ύστερων αρχαϊκών – πρώιμων κλασικών χρόνων, τμήμα άγνωστου οικισμού. Τα αρχιτεκτονικά λείψανα εκτείνονταν στο εύρος απαλλοτρίωσης της οδού σε συνολική έκταση 3,5 στρεμμάτων.
Τα ανασκαφικά στοιχεία οδήγησαν στην χρονολόγηση του οικισμού στους αρχαϊκούς και κλασικούς χρόνους. Ακόμη, αναφορά κάνει και στην κτηματική περιφέρεια του δημοτικού διαμερίσματος Μαυραχάδων, στις θέσεις «Τατάρια ή Ψηλώματα» και «Πεντάρες». Όπου αποκαλύφθηκαν οικιστικά κατάλοιπα της προϊστορικής εποχής, ήτοι αρχιτεκτονικά λείψανα και αποθέτες, στρώμα μαύρου – καμένου εδάφους, τμήματα καμένου πηλού και τριμμένων πλιθιών, κινητά ευρήματα (ειδώλια, κεραμική) και λίθινα εργαλεία (πελέκεις, τριπτήρες, λεπίδες πυριτόλιθου) σε διασπορά μέσα στην προϊστορική επίχωση. Τα κατάλοιπα, της Πρώιμης και της Μέσης Εποχής του Χαλκού, καταλάμβαναν έκταση περίπου 2.600 και 4.200 τμ αντίστοιχα και βρίσκονταν στον άξονα της υπό κατασκευή οδού.
Αγία Παρασκευή Σοφάδων
Στην τοποθεσία «Αγία Παρασκευή» της κτηματικής περιφέρειας Σοφάδων, βόρεια του Οργόζινου ποταμού, αποκαλύφθηκαν τον Μάρτιο του 2010 θεμέλια τοίχων επιμήκους κτίσματος, ενώ μέσα στην κοίτη του ποταμού είχαν εντοπιστεί πηγάδι, δύο ταφές και άλλα σκόρπια κατάλοιπα. Οι τοίχοι του κτίσματος ήταν κτισμένοι με αργούς λαξευμένους ασβεστόλιθους και συνδετικό υλικό λάσπη, γύρω δε από τα θεμέλια εντοπίστηκαν όστρακα χρηστικών αγγείων και θραύσματα κεραμίδων. Το κτίριο, που πιθανώς είχε αποθηκευτικό προορισμό και έφερε πλίνθινη ανωδομή και κάλυψη με κεραμίδες, χρονολογήθηκε στους ύστερους ρωμαϊκούς χρόνους. Επίσης στην Αγία Παρασκευή Σοφάδων εντοπίστηκε κλίβανος κεραμικής με μήκος περίπου 2,10 μ.
Καρποχώρι
Στη θέση «Γελαδαριά» του δημοτικού διαμερίσματος Καρποχωρίου εντοπίστηκαν αρχαιολογικά κατάλοιπα οικιστικού, εργαστηριακού και ταφικού χαρακτήρα. Η θέση βρίσκεται σε απόσταση 2,7 χλμ νοτιοδυτικά από την αρχαία πόλη του Κιερίου. Συνολικά, διερευνήθηκαν τοίχοι, τμήματα τεσσάρων κεραμικών κλιβάνων, δεκαοχτώ ταφές και δύο αποθέτες (ένας με κεραμική και λίθους και ένας με οστά). Ο χώρος είχε χρησιμοποιηθεί ως νεκροταφείο, καθώς αρκετοί τάφοι είχαν γίνει επάνω στα κατάλοιπα των τοίχων, συμβάλλοντας στην περαιτέρω καταστροφή τους.
Επίσης, ερευνήθηκαν συνολικά δεκαοκτώ ταφές. Σε οκτώ ταφές οι νεκροί βρέθηκαν ακτέριστοι, ενώ στις υπόλοιπες τα κτερίσματα που συνόδευαν τους νεκρούς ήταν χάλκινα ενώτια, πόρπες και αγκράφες ζωνών, χάλκινα νομίσματα, καθώς και γυάλινες χάντρες περιδεραίων. Σε ορισμένους τάφους βρέθηκαν σιδερένια καρφιά, πιθανόν από τα ξύλινα φέρετρα (κλίνες), στα οποία είχαν τοποθετηθεί οι νεκροί. Τα κατάλοιπα των τοίχων και των κλιβάνων χρονολογήθηκαν στους ρωμαϊκούς χρόνους, 2ος και 3ος αι. μΧ., με βάση τα λιγοστά κινητά ευρήματα, ενώ οι ταφές υστερότερα στους 3ο και 4ο αι. μΧ. Πιθανόν επρόκειτο για τα κατάλοιπα αγροικιών της περιοχής.
Στην περιοχή Αγίας Τριάδας (θέση «Ντόβρες ή Ράχες») ανασκάφηκε η θεμελίωση μονόχωρου λατρευτικού οικίσκου αγροτικού χαρακτήρα, ορθογώνιας κάτοψης (διαστάσεις 2,10×2,50 μ.) με προσανατολισμό Β-Ν, με περιβάλλοντα χώρο. Διερευνήθηκε τμήμα νεκροταφείου και αποθέτης αρχαϊκών και κλασικών χρόνων. Το κτίσμα εδράζονταν επάνω σε στρώση πυκνού βοτσαλωτού δαπέδου και κατά τον καθαρισμό της επίχωσης στο εσωτερικό της κατασκευής βρέθηκαν έντονα ίχνη καύσης μαζί με τρία τμήματα ειδωλίων καθήμενων γυναικείων μορφών αρχαϊκών χρόνων. Τμήματα γυναικείων ειδωλίων εντοπίστηκαν και κατά την αφαίρεση του βοτσαλωτού. Η κάτοψη του κτίσματος και τα ευρήματα συνηγορούν ότι επρόκειτο για μονόχωρο εν παραστάσει ιερό με είσοδο προς το νότο, η χρήση του οποίου πιθανόν συνδέονταν με το τμήμα του νεκροταφείου που εντοπίστηκε κοντά του.
Τα κινητά ευρήματα και η κεραμική ήταν προϊόντα εγχώριας παραγωγής, που συνυπήρχαν με εισηγμένη κεραμική από την Αττική αλλά και από άλλα μεγάλα αρχαία κέντρα παραγωγής, όπως η Κόρινθος, η Ιωνία, από αγγεία πόσης (σκύφοι, κύλικες), λεκανίδες, κιονωτούς κρατήρες, οινοχόες. Τα περισσότερα θραύσματα ανήκαν σε μελαμβαφή αγγεία εξαιρετικής ποιότητας, όπως όστρακα μιας πυξίδας του Σοφίλου, όπου διατηρείται η επιγραφή [ΕΓΡΑ]ΦΣΕΝ. Συλλέχθηκαν ακόμη όστρακα κορινθιακής κοτυλίσκης με παράσταση σκύλων, τμήμα μελανόμορφου κρατήρα με παράσταση αυλητή και οπλιτών, καθώς και σανιδόμορφο ειδώλιο, που κατά το ήμισυ βρέθηκε στην περιοχή του νεκροταφείου.
Στη θέση «Τουλούμπες» του οικισμού Λόγγου Τρικάλων, στα όρια των νομών Τρικάλων – Καρδίτσας, κοντά στον Πηνειό ποταμό, ανασκάφηκε εκτεταμένος αποθέτης, πιθανόν κάποιου ιερού κλασικής εποχής, από τον οποίο συλλέχθηκαν καλής ποιότητας κεραμική, ντόπιας και εισηγμένης, όπως δείγματα μελαμβαφούς κεραμικής από την Αττική, και ελάχιστα χάλκινα μικροαντικείμενα μέσα σε χώμα με πολλές καύσεις. Πρόκειται, ως επί το πλείστον για αγγεία πόσης που χρονολογήθηκαν από τα τέλη 5ου και κυρίως στον 4ο αι. πΧ.
Στην κτηματική περιφέρεια Κρηνίτσας Τρικάλων, εντοπίστηκαν οικιστικά κατάλοιπα της προϊστορικής εποχής. Ανασκάφηκαν τρεις λάκκοι απόρριψης από όπου συλλέχθηκε μεγάλη ποσότητα κεραμικής, κυρίως από χρηστικά και αποθηκευτικά αγγεία, λίθινα εργαλεία, ελάχιστα ζωικά οστά και σποραδικά ίχνη καύσης, μάζες πηλού, καθώς και τμήματα πλίνθων, μερικά από τα οποία φέρουν ίχνη από ξύλινα στελέχη ή καλάμια.
ΑΠΕ