Το ιταλικό φαγητό είναι επίσημα η πιο δημοφιλής κουζίνα στον κόσμο. Σε διεθνή έρευνα του YouGov ζητήθηκε από περισσότερους από 25.000 ανθρώπους σε 24 χώρες, να πουν ποιες από τις 34 εθνικές κουζίνες που δοκίμασαν τους άρεσαν ή δεν τους άρεσαν. Οι αριθμοί έδειξαν ότι η πίτσα και τα ζυμαρικά ήταν μεταξύ των πιο δημοφιλών πιάτων στον κόσμο, με την ιταλική κουζίνα να έχει μέσον όρο δημοτικότητας 84% σε όλες τις χώρες που συμμετείχαν στην έρευνα. Φυσικά, οι μεγαλύτεροι λάτρεις του ιταλικού φαγητού ήταν οι ίδιοι οι Ιταλοί, με το 99% των ερωτηθέντων από την Ιταλία να λέει ότι απολαμβάνει τα εθνικά πιάτα. Δεύτερη δημοφιλέστερη κουζίνα, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, είναι η κινεζική, η οποία συγκέντρωσε ποσοστό 78%, ενώ η ελληνική κουζίνα είναι στη 12η θέση με ποσοστό 56%. Η περουβιανή κουζίνα συγκέντρωσε τις χαμηλότερες προτιμήσεις, σύμφωνα με την έρευνα του YouGov, με ποσοστό 32%. Προτελευταία είναι η φινλανδική κουζίνα με οριακή διαφορά, όπως σημειώνεται σε δημοσίευμα της βρετανικής εφημερίδας The Independent.
Οι Ιάπωνες είναι η εθνικότητα με την πιο αρνητική άποψη για κουζίνα άλλης χώρας, συγκεκριμένα μόλις το 11% των Γιαπωνέζων δηλώνουν ότι τους αρέσει η κουζίνα της Σαουδικής Αραβίας. Στην πραγματικότητα, από την έρευνα διαπιστώνεται ότι οι Ιάπωνες είναι οι πιο αυστηροί κριτές, καθώς οι 23 από τις 34 χώρες βαθμολογήθηκαν με ποσοστά χαμηλότερα του 50%.
Oι Αμερικανοί αγαπούν πάνω από όλα το δικό τους φαγητό, το οποίο όμως διεθνώς είναι μόλις έβδομο στην κατάταξη. Αλλωστε, τα περισσότερα από τα πιάτα που οι ίδιοι θεωρούν αμερικανικά, δεν είναι. Οπως σημειώνει η γαστρονομική επιθεώρηση, Dailymeal, σε πολλούς ανθρώπους η αμερικανική κουζίνα μπορεί να μοιάζει περίεργη, αν και συνήθως το καλύτερο φαγητό στις ΗΠΑ το βρίσκει κανείς στα παλιάς σχολής αμερικανικά εστιατόρια. Στην πρώτη δεκάδα βρίσκεται και η ινδική κουζίνα, η οποία είναι εξαιρετικά δημοφιλής στην Ευρώπη. Οι μισοί και πλέον Ευρωπαίοι δηλώνουν ότι αγαπούν το ινδικό φαγητό και το ποσοστό αυτό είναι εξαιρετικά υψηλό στη Βρετανία (84%), στη Νορβηγία (75%), στη Γαλλία και στη Φινλανδία (71%).
ΑΠΕ