Ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Θεόφιλος (813 – 842) αποφάσισε κατά το έτος 830 μ. Χ. να νυμφευθεί, και τότε η μητέρα του Ευφροσύνη έδωσε εντολή να «συναχθούν» στην Κωνσταντινούπολη οι δώδεκα ωραιότερες κοπέλες της αυτοκρατορίας. Μεταξύ αυτών ήταν και μία «κόρη εκπάγλου καλλονής» η Κασσιανή. Απ’ αυτές τις δώδεκα «καλλίστας παρθένας» θα διάλεγε ο Θεόφιλος τη μέλλουσα σύζυγό του.
Μετά τη δεξίωση, που δόθηκε, στο τρικλίνιο του παλατιού, ο Θεόφιλος πέρασε μπροστά απ’ όλες τις υποψήφιες νύφες, με σκοπό να διαλέξει τη μέλλουσα «σύνευνό» του και να της προσφέρει ένα χρυσό μήλο, που κρατούσε στα χέρια του. Η ομορφιά της Κασσιανής τον θάμπωσε. Πριν όμως της δώσει το μήλο την πλησίασε και της είπε: «Εκ γυναικός τα χείρω», δηλαδή «Από μία γυναίκα ήρθαν στον κόσμο τα κακά (πράγματα)».Τότε η Κασσιανή με θαυμαστή ετοιμότητα απάντησε: «Kαι εκ γυναικός τα κρείττω», ήτοι «Και από μία γυναίκα ήρθαν στον κόσμο τα καλά (πράγματα)», υπονοώντας την Παναγία, που με τη γέννηση του Χριστού έσωσε την ανθρωπότητα. Η εύστοχη αυτή απάντηση της Κασσίας τρόμαξε τον Θεόφιλο και αντί να προσφέρει σ’ αυτήν το επίζηλο σύμβολο της προτίμησής του, όπως είχε αποφασίσει, προχώρησε και το έδωσε στη σεμνή Θεοδώρα απ’ την Παφλαγονία, η οποία κι έγινε σύζυγός του. Η Κασσιανή τότε, απογοητευμένη απ’ την αποτυχία της αποσύρθηκε σε μοναστήρι και εκεί έγραψε πρωτότυπους εκκλησιαστικούς ύμνους, υπέροχα τροπάρια, γνωμικά και ιαμβικά επιγράμματα.
Η παρουσιαζόμενη κορυφαία υμνωδός της Εκκλησίας μας Κασσιανή μοναχή θαύμαζε πολύ τη θεάρεστη πράξη τής μύρωσης των ποδών του Χριστού από μία αμαρτωλή γυναίκα της Γαλιλαίας, λίγες ημέρες πριν τη φριχτή Σταύρωσή Του, εμπνεύστηκε ιδιαίτερα απ’ αυτήν (την πράξη) και συνέθεσε το πασίγνωστο σχετικό τροπάριο «Κύριε η εν πολλαίς αμαρτίες περιπεσούσα γυνή…». Από τότε κι έως τις ημέρες μας, αναρίθμητοι χριστιανοί άκουσαν στους ιερούς ναούς, κατά το απόγευμα της Μεγάλης Τρίτης, το εν λόγω συγκινητικό τροπάριο και αρκετοί λογοτέχνες το μετέφρασαν στην καθομιλούμενη.
Στους λογοτέχνες αυτούς περιλαμβάνεται και ο Κωστής Παλαμάς, που το μετέφρασε ως εξής:
Κύριε, γυναίκα αμαρτωλή,
πολλά, θολά, βαριά τα κρίματά μου!
Μα, ω Κύριε, πως η θεότη Σου μιλά
μεσ’ στην καρδιά μου!
Κύριε,
προτού Σε κρύψει η εντάφια γη,
λουλούδια από την δροσαυγήν επήρα
κι απ’ της λατρείας την τρίσβαθη πηγή
Σου φέρνω μύρα.
Οίστρος με δέρνει ακολασίας, νυχτιά,
σκοτάδι αφέγγαρο, άναστρο με ζώνει,
το σκοτάδι της αμαρτίας, φωτιά,
με καίει, με λιώνει…
Εσύ, που από τα πέλαγα
τα νερά τα υψώνεις νέφη,
πάρε τα, Έρωτά μου,
κυλούν κι είναι ποτάμια φλογερά
τα δάκρυά μου.
Γύρε σ’ εμέ. Η ψυχή μου πως πονεί!
Δέξου με Εσύ, που δέχτηκες και γείραν
άφταστα ως εδώ κάτω οι ουρανοί
και σάρκα επήραν.
Τ’ άχραντά Σου πόδια,
βασιλιά μου Εσύ,
θα πέσω και θα τα φιλήσω
και με της κεφαλής μου τα μαλλιά
θα τα σφουγγίσω!
Τ’ άκουσεν η Εύα μεσ’ στο δειλινό
της Παράδεισος φως, ν’ αντιχτυπάνε
κι αλαφιασμένη κρύφτηκε: πονώ!
Σώσε, έλεος κάνε!
Ψυχοσώστα, οι αμαρτίες μου λαός,
τ’ αξεδιάλυτα ποιος θα ξεδιαλύσει;
Αμέτρητό Σου το έλεος, ο Θεός,
άβυσσο η κρίση.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ
Εκτενέστερη μελέτη για την υμνωδό Κασσιανή, και για το περίφημο τροπάριό της «Κύριε οι εν πολλαίς αμαρτίες…», υπάρχει ΕΔΩ
Γιώργος Αλεξίου
fos-kastoria.blogspot.com