Δεν υφίσταται ενιαία αντιμετώπιση για το ζήτημα της ευθανασίας και της υποβοηθούμενης αυτοκτονίας στις 28 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Οι περισσότερες πάντως χώρες τάσσονται εναντίον της ενεργητικής ευθανασίας και της υποβοηθούμενης αυτοκτονίας, ενώ αποδέχονται το δικαίωμα του ασθενούς στην άρνηση της θεραπείας. Μόνο τρεις χώρες (Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεμβούργο) έχουν προχωρήσει σε νομιμοποίηση της ευθανασίας και αυτές υπό αυστηρούς όρους.
Αυτό προκύπτει από μελέτη της δικηγόρου Αλεξάνδρας Κοτζαμάνη, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό «Βιοηθικά» της Ελληνικής Επιτροπής Βιοηθικής. Στην Ελλάδα και στις περισσότερες χώρες της ΕΕ η ευθανασία δεν έχει τύχει εξειδικευμένης νομοθετικής ρύθμισης, παρά μόνο συζητείται κατά καιρούς, δημιουργώντας συνήθως εντάσεις και διχασμούς.
Στην Ελλάδα, σύμφωνα με την κ. Κοτζαμάνη, «απαγορεύεται η ευθανασία και η υποβοηθούμενη αυτοκτονία. Δεν υφίσταται εξειδικευμένη νομοθεσία, έτσι το αξιόποινο της ευθανασίας κρίνεται σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες του ποινικού κώδικα για την ανθρωποκτονία εν συναινέσει. Η ευθανασία έχει αντιμετωπιστεί, τόσο από την κοινωνία όσο και από την εκκλησία, ως έγκλημα ή ως αμάρτημα αντίστοιχα». Με αφορμή πάντως την αναθεώρηση του ποινικού κώδικα, υπήρξε κάποιο ενδιαφέρον για να συζητηθεί και το συγκεκριμένο ζήτημα.
Η βασική αντίθεση διεθνώς είναι ότι από τη μια κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα της αυτονομίας, πράγμα που αφορά και τις αποφάσεις για το τέλος της ζωής του, αλλά από την άλλη, η ζωή θεωρείται ύψιστη αξία, την οποία οι γιατροί καλούνται να διαφυλάσσουν με κάθε μέσο. Επιπλέον, σύμφωνα με τη χριστιανική διδασκαλία, μόνο ο Θεός μπορεί να διαθέσει τη ζωή και το θάνατο.
Η ελληνικής προέλευσης λέξη ευθανασία (από το «ευ» και το «θανείν») ερμηνεύεται ως καλός, αξιοπρεπής ή ανώδυνος θάνατος, με σκοπό να μειωθεί η ταλαιπωρία του ασθενούς με ανίατη πάθηση. Η ευθανασία διακρίνεται σε εκούσια (τερματισμός της ζωής του ασθενούς από τρίτο άτομο, συνήθως γιατρό, κατόπιν απαίτησης από τον ίδιο τον ασθενή) και ακούσια (όταν είναι αδύνατο να εκφραστεί η συναίνεση ή η άρνηση από τον ίδιο τον ασθενή, διότι βρίσκεται σε κωματώδη κατάσταση ή αντιμετωπίζει ψυχολογικά προβλήματα, έτσι η λήψη απόφασης πραγματοποιείται από τρίτο πρόσωπο).
Υπάρχει επίσης διάκριση ανάμεσα σε ενεργητική ευθανασία (ένας τρίτος, συνήθως γιατρός, προκαλεί το θάνατο του ασθενούς χορηγώντας την κατάλληλη ουσία) και παθητική ευθανασία (δεν λαμβάνονται πια μέτρα για την παράταση της ζωής του ασθενούς). Σε ορισμένες χώρες έχει γίνει νομιμοποίηση της υποβοηθούμενης αυτοκτονίας, όταν μολονότι απαγορεύεται στο υγειονομικό προσωπικό να χορηγήσει φαρμακευτική αγωγή στον ασθενή με σκοπό να επέλθει ο θάνατος, ωστόσο επιτρέπεται να προετοιμάσει τη θανατηφόρα δόση, αφήνοντας τον ασθενή να την καταναλώσει μόνος του ή με τη βοήθεια των οικείων του.
ΑΠΕ