Δευτέρα 20 Μαΐου 2019. Μια ημερομηνία που γράφτηκε μια από τις σημαντικότερες σελίδες της ελληνικής ορειβασίας. Ήταν η ημέρα που δυο Ελληνίδες, κατάφεραν να υψώσουν τη γαλανόλευκη στην κορυφή του Έβερεστ, στα 8.848 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας.
Πρόκειται για τη Χριστίνα Φλαμπούρη, του ΕΟΣ Αχαρνών και τη Βανέσσα Αρχοντίδου, του Αθηναϊκού Ορειβατικού Συλλόγου οι οποίες έγιναν οι πρώτες γυναίκες από την Ελλάδα που κατάφεραν να βρεθούν στην επονομαζόμενη «Στέγη του Κόσμου».
Μάλιστα, η Χριστίνα στις 14 Μαΐου κατάφερε να βρεθεί σε μια ακόμη κορυφή άνω των 8.500, το Λότσε (Lhotse 8.516 μέτρα), καθιστώντας την έτσι την πρώτη Ελληνίδα που το κατάφερε.
Τα δυο κορίτσια μιλούν στο ΑΠΕ-ΜΠΕ για τη συμφόρηση των ορειβατών στο δρόμο προς την κορυφή, την οποία οι ίδιες δε την έζησαν καθώς αυτή δημιουργήθηκε στις 23 Μαΐου ενώ οι ίδιες είχαν ανέβει στην κορυφή του κόσμου στις 20 Μαΐου. Όμως, όπως λέει η Χριστίνα στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων το «traffic» δημιουργήθηκε επειδή άργησε να φτιάξει ο καιρός καθώς «είχε φτάσει 20 Μαΐου και δεν είχε κάνει καλό καιρό. Επομένως όλοι οι ορειβάτες είχαν αγχωθεί ότι θα κλείσει η σεζόν χωρίς να ανοίξει το «παράθυρο» του καιρού. Οι ημέρες που είχε καλό καιρό ήταν λίγες οπότε όλος ο κόσμος μετακινήθηκε ταυτόχρονα» και πρόσθεσε «άλλες χρονιές δε συμβαίνει αυτό γιατί υπάρχουν περισσότερες καλές ημέρες και ο κόσμος «σπάει» και δε δημιουργείται συμφόρηση».
Σε ότι έχει να κάνει με τους νεκρούς ορειβάτες που βρίσκονται στο βουνό η Χριστίνα σημειώνει «δεν ισχύει ότι πατούσαμε πάνω σε νεκρούς για να φτάσουμε στην κορυφή. Κατά τη διάρκεια της κατάβασης το μόνο που είδα ήταν ένα sleeping bag, που μέσα υπήρχε ένας νεκρός. Τους περισσότερους τους κατεβάζουν πλέον. Εμείς δεν είδαμε νεκρούς γιατί απλά τους παρατάνε εκεί αλλά γιατί ο χρόνος αντίδρασης σε αυτά τα υψόμετρα είναι διαφορετικός».
Η όλη προσπάθεια ξεκίνησε πριν από δυο μήνες, στις 5 Απριλίου, όταν και οι δυο τους πέταξαν από την Αθήνα προς το Κατμαντού, την πρωτεύουσα του Νεπάλ. Εκεί, έμειναν για δύο μέρες μέχρι να κανονιστούν οι άδειές τους για ανάβαση στο βουνό, από εκεί με αεροπλάνο βρέθηκαν στη Λούκλα (Lukla) και από εκεί στο Νάμτσε (Namche) με ελικόπτερο. Η συνέχεια είχε αρκετές μέρες trekking έως ότου φτάσουν στην βάση κατασκήνωσης (base camp) του Έβερεστ, όπου και για τις επόμενες 50 ημέρες θα αποτελούσε το «σπίτι» τους.
«Η πρώτη επίσημη ημέρα της αποστολής ξεκινά μόλις φτάσουμε στο base camp, όποτε και θα πραγματοποιηθεί η τελετή Πούτζα (Puja Ceremony)», είπε στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η Χριστίνα Φλαμπούρη.
Η Πούτζα είναι μια ινδουιστική τελετή-προσευχή-δέηση μέσω της οποίας ο ιερέας ζητά από το Έβερεστ, το οποίο στα Νεπαζέλιζα ονομάζεται Sagarmatha και σημαίνει «μέτωπο του ουρανού», ενώ στα Θιβετιανά Chomolungma που σημαίνει «Θεά Μητέρα της Γης», προκειμένου να «χαρίσει» ασφαλή διέλευση για όλους τους ορειβάτες.
Εγκλιματισμός και καθημερινότητα στο base camp
Κατά την άφιξή τους στο base camp, οι δυο Ελληνίδες ξεκίνησαν τον εγκλιματισμό τους στο υψόμετρο. Πρόκειται για διαδικασία στην οποία επιβάλλεται ο οργανισμός για να συνηθίσει σε λιγότερο οξυγόνο και η οποία είναι απαραίτητα εάν θέλει κάποιος να βρεθεί με ασφάλεια σε μεγαλύτερα υψόμετρα.
«Εμείς κάναμε δυο εγκλιματισμούς» λέει στο ΑΠΕ – ΜΠΕ η Χριστίνα και αναφέρει «κατά τον πρώτο εγκλιματισμό, ανεβήκαμε σε μια διπλανή κορυφή, το Λομπουτσέ (Lobuche 6.119 μέτρα) ενώ ο δεύτερος πραγματοποιήθηκε στη διαδρομή προς το Έβερεστ, φτάνοντας έως το Camp 3, στα 7,200 μέτρα».
Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας, οι δυο γυναίκες ξεκουράστηκαν και περίμεναν να φτιάξει ο καιρός. Κάτι το οποίο άργησε να γίνει καθώς εκείνη τη χρονική περίοδο ένας τυφώνας από την Ινδία έκανε τα καιρικά φαινόμενα δύσκολα στη γύρω περιοχή.
Και όπως επεσήμανε η κ. Φλαμπούρη «εκεί το μυαλό το μόνο που σκεφτόταν ήταν πότε θα φτιάξει ο καιρός. Όταν αφήνεις τον εαυτό σου ελεύθερο αρχίζει και σκέφτεσαι άσχημα πράγματα» καθώς όπως υπογραμμίζει «η κούραση είναι κυρίως ψυχολογική καθώς είναι δύσκολο να είσαι μακριά από την οικογένειά σου τόσο καιρό, σε ένα μέρος που κινδυνεύεις και οι δικοί σου άνθρωποι που σε αγαπάνε ανησυχούνε για σένα».
Και επιτέλους… κορυφή!
Είχε φτάσει επιτέλους η μεγάλη στιγμή. Στις 20 Μαΐου η ελληνική γυναικεία αποστολή κατάφερε να βρεθεί στην κορυφή του κόσμου. «Με το που έφτασα στην κορυφή ένιωσα δέος και τιμή που 20 χρόνια μετά τον πρώτο Έλληνα που κατάφερε να βρεθεί στην κορυφή του Έβερεστ, τον Κωνσταντίνο Νιάρχο το 1999, θα ήμουν εγώ η πρώτη Ελληνίδα που θα πατούσε στην κορυφή. Και όχι μόνο αυτό, αλλά μετά από λίγες ώρες θα ερχόταν και μια φίλη μου, η Βανέσσα να πατήσει την ίδια κορυφή, ενώ μια μέρα μετά υπήρχε άλλη μια Ελληνίδα (σ.σ. Πρόκειται για την Αλίκη Αναστασοπούλου η οποία ανέβηκε το Έβερεστ στις 21 Μαΐου) που πάτησε την κορυφή» αναφέρει η Χριστίνα.
Όπως εξηγεί «ήταν μια ικανοποίηση για όλη αυτή τη δουλειά που έχουμε κάνει, γιατί η προσπάθεια για το Έβερεστ δεν ήταν μόνο τον καιρό που ήμασταν εκεί, είχαμε αρχίσει την προσπάθεια 3 χρόνια πριν. Τόσο για την εύρεση των οικονομικών πόρων, όσο και σχολές ορειβασίας και αναρρίχησης που παρακολουθήσαμε για να είμαστε όσο το δυνατόν πιο σωστά προετοιμασμένες. Ήταν δουλειά τριών ετών που έφτανε η στιγμή της ικανοποίησης και της επιβράβευσης».
«Δεν είναι ένα συναίσθημα κατάκτησης είναι ένα συναίσθημα ολοκλήρωσης» σημειώνει στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η Βανέσσα Αρχοντίδου καθώς όπως επισημαίνει «για να φτάσεις στο σημείο να ανέβεις στην κορυφή έχει περάσει ένα μεγάλο χρονικό διάστημα από τη στιγμή που ξεκίνησες να το ονειρεύεσαι, που προσπάθησες να μαζέψεις τους οικονομικούς πόρους, που έκανες προπόνηση και η ζωή σου έγινε άνω κάτω για να χωρέσεις δουλειά, οικογένεια, παιδιά και προσωπικό στόχο. Τη στιγμή της κορυφής όλα αυτά σου περνούν από το μυαλό και η συγκίνηση είναι μεγάλη γιατί πλέον ο στόχος ή αλλιώς η αποστολή έφτασε στο τέλος της με επιτυχία».
Μάλιστα, την ημέρα που έγινε η τελική προσπάθεια για την ανάβαση προς τη κορυφή φυσούσε αρκετά, τόσο όσο ώστε να μπορέσει η ομάδα να βρεθεί στα 8.848 μέτρα αλλά και να μη κινδυνεύσει.
Κάτι που ανεβάζει κατακόρυφα το βαθμό δυσκολίας, ωστόσο όπως όλοι οι ορειβάτες, έτσι και η Χριστίνα και η Βανέσσα είχαν μαζί τους το φύλακες-άγγελούς τους, τους γνωστούς Σέρπα. Πρόκειται για αχθοφόρους αλλά και οδηγούς βουνού, που βοηθάνε τους ορειβάτες να βρεθούν στην κορυφή του Έβερεστ. «Χωρίς αυτούς θεωρώ ότι θα ανέβαιναν αρκετά λιγότεροι ορειβάτες στην κορυφή του Έβερεστ για το πολύ απλό λόγο ότι την ημέρα κορυφής είναι ο άνθρωπός σου» σημειώνει η Χριστίνα και εξηγεί «την ημέρα της κορυφής ο ορειβάτης κουβαλάει στην πλάτη του μια μπουκάλα με οξυγόνο και ο Σέρπα τη δική του και επιπλέον άλλες δυο, που η κάθε μια ζυγίζει 4,5 κιλά».
Στην κορυφή του υψηλότερου σημείου του πλανήτη όμως, δε βρέθηκαν μόνες τους οι δυο Ελληνίδες αλλά και όλοι εκείνοι, που με τα μηνύματά τους μέσω της σελίδας «A Woman Can Be», τους έδιναν δύναμη να μη τα παρατήσουν και να συνεχίσουν αυτή τη δύσκολη προσπάθεια. «Ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα τόση αγάπη από ανθρώπους που ήξερα ελάχιστα ή και καθόλου. Αυτό μας βοήθησε σε όλη τη προσπάθειά μας» τόνισε στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η Χριστίνα και πρόσθεσε «σκεφτόμουν όλα τα μηνύματα που μας έστειλε ο κόσμος και έτσι προσπαθούσα ακόμη περισσότερο για όλους αυτούς. Όλο αυτό μου έδωσε μια τεράστια ώθηση στην όλη μας προσπάθεια».
Πρώτη Ελληνίδα και στο Λότσε
Καθώς ο καιρός για το τελικό push προς την κορυφή έδειχνε να μην «ανοίγει» η ελληνική αποστολή δεν είχε άλλη επιλογή από το να περιμένει την κατάλληλη στιγμή μέχρι να γίνει αυτό.
Τότε, κάποια άτομα από την διεθνή αποστολή στην οποία συμμετείχαν οι δυο γυναίκες αποφάσισαν να πάνε και σε ένα άλλο βουνό άνω των 8.500 μέτρων, το Λότσε (Lhotse 8,516 μέτρα). «Το κόστος για αυτή την ανάβαση ήταν το 1/10 εάν πήγαινα κάποια άλλη στιγμή για να ανέβω μόνο το Λότσε. Και είπα ότι θα το κάνω. Το συζητήσαμε με τη Βανέσσα για να έρθει και εκείνη, αλλά την τελευταία στιγμή αποφάσισε να μην έρθει» λέει η Χριστίνα και σημειώνει πως ήταν «πρόβα τζενεράλε» του εξοπλισμού που θα χρησιμοποιούσε στη μετέπειτα ανάβασή της στο Έβερεστ. «Δεν είχα φορέσει ξανά μάσκα οξυγόνου ενώ αποτέλεσε μια καλή ευκαιρία να συνηθίσω και το βάρος της μπουκάλας οξυγόνου που θα κουβαλούσα κατά την τελική ανάβαση», τόνισε η Χριστίνα.
Μάλιστα η ίδια σε αυτή της την προσπάθεια συνάντησε έναν ακόμη Έλληνα που θα προσπαθούσε για αυτή την κορυφή, τον Αντώνη Συκάρη. Όπως σημειώνει η Χριστίνα στο ΑΠΕ-ΜΠΕ «γνώρισα τον Αντώνη και μαζί περάσαμε τρομερά. Είναι διαφορετικό να έχεις και έναν Έλληνα μαζί σου, να λες μια κουβέντα στις δύσκολες στιγμές. Και τα καταφέραμε» και συνεχίζει «είδα πως είναι η θέα πάνω από τα 8.500 μέτρα και πραγματικά όταν ήρθε η ώρα για το Έβερεστ ένιωθα πιο έτοιμη και πιο δυνατή από ποτέ, ένιωθα ότι θα έκανα ότι περνάει από το χέρι μου για να μη χάσω την κορυφή. Μετά ήταν μόνο στο θεό, στο βουνό και στον καιρό ενώ ότι περνούσε από το χέρι μου θα το είχα κάνει. Ήμουν έτοιμη και περίμενα να ανοίξει ο καιρός».
“A woman can be”
«Μαζί με τη Βανέσσα θέλουμε να κάνουμε το 7 Summits. Το Έβερεστ για εμάς ήταν η έκτη κορυφή. Η τελευταία μας κορυφή είναι αυτή του Βίνσεν στην Ανταρκτική» λέει η Χριστίνα. Το κόστος όμως για αυτού του είδους τις αποστολές συνήθως έχουν από πίσω τους… πολλά μηδενικά, όπως και το ποσό που χρειάστηκε να δαπανηθεί για την ανάβαση στο Έβερεστ. Χρήματα τα οποία κάλυψαν οι χορηγοί της όλης προσπάθειας. (VICHY, KPMG, EDENRED, CARDLINK).
Η όλη προσπάθεια γίνεται κάτω από την «ομπρέλα» του πρότζεκτ “A woman can be”, που έχει ως στόχο την ανάβαση στις επτά υψηλότερες κορυφές της κάθε ηπείρου*, του ΕΟΤ αλλά και της Ελληνικής Ομοσπονδίας Ορειβασίας Αναρρίχησης. Σημειώνεται ότι οι δυο γυναίκες αποτελούν και τις πρώτες Ελληνίδες που κατάφεραν να πατήσουν στην υψηλότερη κορυφή της Αλάσκας και στην ψηλότερη κορυφή της Ωκεανίας.
Τα μηνύματα που θέλουν να περάσουν οι δυο γυναίκες είναι:
-Να θέτουμε προσωπικά όνειρα και στόχους και να μην τα εγκαταλείπουμε στον βωμό επαγγελματικών ή οικογενειακών υποχρεώσεων.
-Να αγαπάμε τη φύση και τη δια βίου άθληση
-Να δουλεύουμε με αλληλεγγύη όχι μόνο για την αντιμετώπιση αναγκών αλλά και για την εκπλήρωση των «ονείρων που μας εμπνέουν»
Μέχρι στιγμής η Βανέσα Αρχοντίδου και η Χριστίνα Φλαμπούρη έχουν καταφέρει να βρεθούν σε έξι από τις επτά κορυφές. Πρόκειται για το Everest (8.848μ Νεπάλ-Ασία) Aconcagua (6.962μ στην Αργεντινή-Νότιο Αμερική), στο Elbrus (5.642μ στη Ρωσία-Ευρώπη), στο McKinley/Denali (6.190μ στην Αλάσκα των ΗΠΑ- Βόρεια Αμερική), στο Carstensz Pyramid (4.884μ στην Παπούα – Ωκεανία) και στο Kilimanjaro, (5.895μ στην Τανζανία – Αφρική).
* Η κατάκτηση των 7 ψηλότερων κορυφών (7summits) σε κάθε μια από τις ηπείρους θεωρείται ορειβατική πρόκληση την οποία πρώτος ολοκλήρωσε στις 30 Απριλίου του 1985 ο Αμερικανός ορειβάτης, Ρίτσαρντ Μπέις.
– Έβερεστ 8.848 μέτρα (Ασία)
– Ακονκάγκουα 6.961 μέτρα (Νότια Αμερική)
– ΜακΚίνλεϊ 6.194 μέτρα (Βόρεια Αμερική)
– Κιλιμάντζαρο 5.895 μέτρα (Αφρική)
– Ελμπρούς 5.642 μέτρα (Ευρώπη)
– Βίνσεν 4.892 μέτρα (Ανταρκτική)
– Πούντσακ Τζάγια 4.884. μέτρα / Κόσιουσκο 2.228 μέτρα (Αυστραλία).
ΑΠΕ