Καστοριά

Του καλοκαιριού… (της Μαρίας Κανδύλη)

Τα σπίτια, τα σπίτια του καλοκαιριού ζωντανεύουν, σκύβουν με χάρη ανθισμένα, υποκλίνονται, χαιρετούν κι ύστερα πιάνουν κουβέντα λυτρωτικά με περαστικούς που θα σταθούν για λίγο να ξαποστάσουν στον ίσκιο τους και να μυρίσουν το αγιόκλημα.

Τις άλλες εποχές όλα τους τα μυστικά -εκείνα που ξεστόμιζαν τα χείλη δυνατά κι έτρεχαν να ξεχυθούν σαν ορμητικό ποτάμι, παροδικά σίγουρο πως θα υπερβεί της σιωπής το ανάχωμα- χτυπούσαν σαν ξαφνιασμένοι δραπέτες σε σιδερένια απρόσμενα κάγκελα που επιτυχώς υποκρίνονταν το διάφανο μα αδιαπέραστο τζάμι και βαριά τραυματισμένα, χωρίς ήχο, έπεφταν νικημένα στο πάτωμα.

Έσερνες με ετεροχρονισμένη ανακούφιση που έμοιαζε τόσο με οίκτο τη χειμωνιάτικη σκούπα μετά και τα στοίβαζες βουβά στη γωνιά.

Όμως τώρα, τώρα ήρθε η ώρα τα σπίτια να διηγηθούν μυστικά, ήρθε η ώρα να γίνουνε φλύαρα.

Πλημμυρισμένα του καλοκαιριού τα σπίτια από ανείπωτες λέξεις θα αφήσουν ακόμα κι έναν τόσο δα σταγόνας ψίθυρο να κυλήσει ανεμπόδιστα από τα ορθάνοιχτα παραθυρόφυλλα, θα αφήσουν να φτάσει σαν κύμα εκεί που σκυμμένο με χάρη υποκλίνεται, εκεί που χαιρέτησε και κάνει το αγιόκλημα ανθισμένη σκιά.

Κι ο διαβάτης της μέρας θα ξέρει -χωρίς ίσως ποτέ το άγνωστο πρόσωπό σου να δει- πότε κλαίς, πότε γελάς, πότε ονειρεύεσαι χαμηλόφωνα.

Κι ο διαβάτης της νύχτας θα ξέρει πότε σβήνοντας το φως μένεις άυπνος με τα μάτια ανοιχτά, πότε νοσταλγείς του φεγγαριού την αλμύρα, πότε σφιχτά σε αγκαλιάζουν και το κορμί σου ζει έναν έρωτα.

Μαρία Κ.

Back to top button