Σχεδόν ο καθένας μας μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο να εμφανίσει άνοια, ακόμη και αν υπάρχει οικογενειακό ιστορικό, με το να ακολουθεί έναν υγιεινό τρόπο ζωής, επισημαίνουν ερευνητές.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε σε δείγμα περίπου 200.000 ανθρώπων στη Βρετανία και έδειξε ότι ο κίνδυνος άνοιας μειώθηκε με αυτόν τον τρόπο κατά ένα τρίτο.
Η επιστημονική ομάδα του πανεπιστημίου του Έξετερ ανακοίνωσε ότι τα αποτελέσματα της έρευνάς της είναι εντυπωσιακά και ενθαρρυντικά και δείχνουν ότι οι άνθρωποι δεν είναι καταδικασμένοι να πάθουν άνοια. Τα αποτελέσματα παρουσιάστηκαν στην Διεθνή Διάσκεψη της Ένωσης για το Αλτσχάιμερ.
Οι επιστήμονες βαθμολόγησαν τους συμμετέχοντες ανάλογα με τον τρόπο ζωής που ακολούθησαν με βάση την σωματική άσκηση, την διατροφή, το κάπνισμα και την κατανάλωση αλκοόλ.
Κάποιος που πήρε καλό βαθμό με βάση τα παραπάνω ήταν, για παράδειγμα, ένας που δεν κάπνιζε, που έκανε ποδήλατο με φυσιολογικό ρυθμό για 2,5 ώρες την εβδομάδα, που είχε μια ισορροπημένη διατροφή, η οποία περιελάμβανε περισσότερες από τρεις μερίδες φρούτων και λαχανικών την ημέρα, που έτρωγε ψάρι δύο φορές την εβδομάδα και σπανίως επεξεργασμένο κρέας και έπινε έως και ένα ποτήρι μπίρα την ημέρα.
Στο πλαίσιο της έρευνάς τους οι επιστήμονες παρακολούθησαν 196.383 ανθρώπους από την ηλικία των 64 ετών και για οκτώ χρόνια και ανέλυσαν το DNA τους για να αξιολογήσουν τον γενετικό κίνδυνο εμφάνισης της νόσου.
Η έρευνα έδειξε ότι υπήρχαν 18 κρούσματα άνοιας ανά 1.000 ανθρώπους αν αυτοί είχαν μεγάλη γονιδιακή προδιάθεση και ακολουθούσαν και έναν ανθυγιεινό τρόπο ζωής.
Αυτό όμως το ποσοστό έπεσε στα 11 κρούσματα ανά 1.000 ανθρώπους στη διάρκεια της έρευνας όταν αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι ακολούθησαν υγιεινό τρόπο ζωής.
Τα ποσοστά φαντάζουν χαμηλά αλλά ο λόγος είναι ότι ένας άνθρωπος στην ηλικία περίπου των 60 ετών θεωρείται σχετικά νέος για να εμφανίσει άνοια. Οι επιστήμονες όμως λένε ότι η μείωση των ποσοστών της άνοιας κατά ένα τρίτο θα έχει τεράστιο αντίκτυπο σε μεγαλύτερες ηλικιακά ομάδες όπου η ασθένεια είναι συχνότερη.
“Μπορεί να αντιστοιχεί σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους”, δήλωσε στο BBC ο δρ Ντέιβιντ Λέβελιν.
Ωστόσο αυτού του είδους η έρευνα δεν αποδεικνύει απόλυτα ότι ο τρόπος ζωής προκαλεί διαφορετικούς κινδύνους εμφάνισης της νόσου. Απλά εντοπίζει κάποια κοινά χαρακτηριστικά στα δεδομένα. Τα αποτελέσματα όμως, τα οποία δημοσιεύτηκαν στην Επιθεώρηση της Αμερικανικής Ιατρικής Ένωσης, ταιριάζουν με εκείνα προηγούμενων ερευνών και με τις συστάσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας.
Δυστυχώς, μπορεί κάποιος να έχει τις καλύτερες συνθήκες ζωής και όμως να νοσήσει. Απλά ο τρόπος ζωής αυξάνει ή μειώνει τις πιθανότητες. Δεν υπάρχουν φάρμακα που μπορούν να επηρεάσουν την πορεία της νόσου και έτσι το μόνο που μπορεί να κάνει κάποιος είναι να μειώσει τις πιθανότητες εμφάνισής της.
Οι επιστήμονες επισημαίνουν πάντως ότι τα ευρήματά τους πιθανόν να μην αφορούν ανθρώπους με πολύ πρώιμη εμφάνιση της νόσου–δηλαδή στα 40 με 50 τους. Εκτιμούν όμως ότι αφορούν μεγαλύτερες ηλικιακές ομάδες όπου η νόσος συναντάται συχνότερα.
Οι ίδιοι τονίζουν εξάλλου ότι η έρευνά τους αφορά γενικά στην άνοια και όχι σε συγκεκριμένες μορφές της νόσου όπως είναι το Αλτσχάιμερ ή η αγγειακή άνοια.
ΑΠΕ