Η αγωνία των ηθοποιών, του σκηνοθέτη και της εταιρείας παραγωγής για το αν η ταινία τους θα πάει καλά στα ταμεία, όταν κυκλοφορήσει, ίσως μειωθεί στο μέλλον, καθώς η τεχνητή νοημοσύνη υπόσχεται να μειώσει την αβεβαιότητα (και) σε αυτό το πεδίο. Από την άλλη, ορισμένες ταινίες μάλλον δεν θα γυριστούν ποτέ, αν η πρόγνωση γι’ αυτές θα είναι αρνητική και αυτό όχι χάρη στη διαίσθηση κάποιου παραγωγού, αλλά στην προβλεπτικότητα ενός μηχανήματος.
Αν και ασφαλώς δεν μπορεί να προβλέψει το μέλλον, ένας νέος αλγόριθμος αναλύει γραπτές περιλήψεις των σεναρίων και κάνει εκτιμήσεις για το πόσες πιθανότητες υπάρχουν ώστε μία ταινία να έχει ανταπόκριση στο κοινό και στους κριτικούς ή αντίθετα μάλλον να τα πάει χάλια. Οι Νοτιοκορεάτες ερευνητές του Πανεπιστημίου Sungkyunkwan παρουσίασαν το σύστημά τους σε συνέδριο της Φλωρεντίας της Ιταλίας, σύμφωνα με το «Science».
Το σύστημα «εκπαιδεύτηκε» με τις περιλήψεις των σεναρίων 42.306 ταινιών από όλον τον κόσμο, οι οποίες συσχετίστηκαν με το πόσο καλά τα πήγε εμπορικά κάθε μία από αυτές τις ταινίες (αρκετά σενάρια συλλέχθηκαν από τη Wikipedia). Το σύστημα τεχνητής νοημοσύνης αξιολόγησε κάθε σενάριο με τη βοήθεια της μηχανικής «ανάλυσης συναισθήματος».
Μία βασική διαπίστωση ήταν ότι οι πετυχημένες ταινίες έχουν πολύ συχνότερες εναλλαγές συναισθημάτων σε σχέση με όσες θεωρήθηκαν αποτυχία. Αυτή η εναλλαγή θεωρείται καλύτερος προγνωστικός δείκτης επιτυχίας από ό,τι αν η ταινία έχει ευχάριστη αρχή ή καλό τέλος. Το πιο σημαντικό, σύμφωνα με τους ερευνητές, είναι η ταινία να προσφέρει μία συχνή εναλλαγή συναισθημάτων.
Το σύστημα βαθμολογεί κάθε ταινία με ένα «σκορ» εναλλαγής συναισθημάτων και τελικά βγάζει την ετυμηγορία του κατά πόσο η ταινία -θρίλερ, κωμωδία ή δράμα- θα αποδειχθεί δημοφιλής ή όχι. Η ικανότητα πρόγνωσης δεν είναι βέβαια τέλεια, αλλά είναι πάντως μεγαλύτερη από το να μαντεύει κανείς στην τύχη.
Οι ερευνητές αισιοδοξούν ότι στο μέλλον, όταν θα έχουν βελτιώσει τη μέθοδό τους, θα μπορεί να κάνει προβλέψεις ακόμα και για τα μελλοντικά έσοδα μίας ταινίας, οπότε θα βοηθά σημαντικά τους επενδυτές να αποφασίζουν αν θα «ποντάρουν» στο φιλμ ή όχι.
Το ερώτημα είναι κατά πόσο ένα τέτοιο σύστημα θα αποδειχθεί καλό για την τέχνη και για τη δουλειά των σεναριογράφων, σκηνοθετών και ηθοποιών. Οι ερευνητές προτιμούν να βλέπουν τη θετική πλευρά (π.χ. ότι το σύστημά τους θα είναι αδέκαστο και θα δίνει ίσες ευκαιρίες σε όλους, γνωστούς και άγνωστους, αρκεί να έχουν να παρουσιάσουν γραπτώς μία καλή ιδέα), αλλά δεν είναι καθόλου σίγουρο ότι θα το δουν όλοι έτσι. Αν, πάντως, οι θεατές του μέλλοντος γλιτώσουν από δύο χαμένες ώρες για την παρακολούθηση «σκουπιδιών», το σύστημα θα έχει κερδίσει «πόντους».
ΑΠΕ