Γράφει ο Χρίστος Καλουντζόγλου
«Ως αρχιτέκτονας και άνθρωπος της γενιάς του και της κοινωνικής του εμπειρίας, ο Κωνσταντινίδης κατανοεί τον “ άνθρωπο” ως μία μάλλον α-ιστορική οντότητα: “ ένας είναι ο άνθρωπος”, επαναλαμβάνει συχνά. Μαζί με την αρχιτεκτονική πρωτοπορία της εποχής του, αναφέρεται σε μια μάλλον εξιδανικευμένη έννοια ανθρώπου, τα χαρακτηριστικά του οποίου μπορούν, και έχουν τη διακριτική ευχέρεια, να τα ορίσουν οι αρχιτέκτονες. Κατά την αντίληψη αυτή, οι καθημερινοί άνθρωποι, με τις πολλαπλές διαφοροποιήσεις και ανισότητες μεταξύ τους, διαμορφώνουν αντιλήψεις για τον χώρο και το κατοικείν όχι μέσα από την καθημερινή εμπειρία κατοίκησης, αλλά μέσα από έντυπα και θεάματα μαζικής κατανάλωσης, χάνοντας τη λιτότητα και το μέτρο μέσα στη λαίλαπα του καταναλωτισμού». Η απολύτως περιεκτική αναφορά στην προσωπικότητα και το θεωρητικό πλαίσιο του Άρη Κωνσταντινίδη, ενός εκ των κορυφαίων αρχιτεκτόνων στη σύγχρονη Ελλάδα, διατυπώνεται από την Ντίνα Βαϊου, καθηγήτρια στο ΕΜΠ, η οποία έχει την επιστημονική επιμέλεια της έκδοσης του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία, που είναι αφιερωμένη στον Άρη Κωνσταντινίδη.
Ο Άρης Κωνσταντινίδης (1913-1993) υλοποίησε τις ιδέες του για την σύγχρονη αρχιτεκτονική σε μία σειρά δημόσιων και ιδιωτικών κτηρίων, μεταξύ των οποίων οι εργατικές πολυκατοικίες στη Νέα Φιλαδέλφεια και στο Ηράκλειο Κρήτης, τα ξενοδοχεία “ Ξενία” του ΕΟΤ στην Άνδρο, την Καλαμπάκα, την Μύκονο και την Ολυμπία, τα αρχαιολογικά μουσεία στα Γιάννενα και την Κομοτηνή, η κατοικία και το εργαστήρι του Γιάννη Μόραλη, αλλά και ο τάφος του Γιώργου Σεφέρη στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας.
Ο σπουδαίος Έλληνας αρχιτέκτονας φρόντιζε να δημιουργεί λειτουργικούς χώρους, ενταγμένους στο περιβάλλον, που αναδεικνύουν τα υλικά κατασκευής. Ενδιαφερόταν για μία αρχιτεκτονική που πήγαζε από τις ανάγκες του τόπου του και γι αυτό είχε ταξιδέψει στα νησιά και την ηπειρωτική χώρα μελετώντας την ανώνυμη αρχιτεκτονική.
Την προσπάθεια του Άρη Κωνσταντινίδη να συνδυάσει τον μοντερνισμό με το αρχαϊκό και το λαϊκό στοιχείο αναδεικνύει η έκδοση του Ιδρύματος της Βουλής των Ελλήνων για τον Κοινοβουλευτισμό και τη Δημοκρατία. Μια έκδοση εξαιρετικά φροντισμένη, όπου ο Σταύρος Πετσόπουλος γράφει για τα χρόνια της εκδοτικής συνεργασίας με τον Κωνσταντινίδη και για τα βιβλία του που είναι συνέχεια του αρχιτεκτονικού του έργου, η Ελένη Λιβάνη εξετάζει τις επιρροές στη σκέψη και το έργο του, γράφοντας για τα ταξίδια του στην Ελλάδα και την Ευρώπη και η Σουζάνα Αντωνακάκη προσεγγίζει το αρχιτεκτονικό του έργο με άξονες τη γεωμετρία, τον ποιητικό λόγο, τις δεσμεύσεις και την ελευθερία. Επίσης ο Στέλιος Γιαμαρέλος επαναπροσεγγίζει τη σχέση μας με τα έργα του Κωνσταντινίδη όπως έχει δομηθεί μέσα από τις φωτογραφίες του ίδιου του δημιουργού τους, η Αμαλία Κωτσάκη εξετάζει τη σχέση του με τη λαϊκή αστική αρχιτεκτονική, ο Λεωνίδας Κουτσουμπός αναλύει την έννοια της διάταξης στο έργο του και ο Παντελής Μπουκάλας γράφει για τον διανοούμενο Άρη Κωνσταντινίδη.
Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει το κείμενο του Δημήτρη Κωνσταντινίδη, γιου του Άρη Κωνσταντινίδη, με τη δημοσιοποίηση μίας επιστολής του πατέρα προς τον γιο. «Όταν τον Σεπτέμβρη του 1993 … ο πατέρας μου αποφάσισε να κατεβάσει τον διακόπτη και να σβήσει το φως … του, ήμουν εκτός Αθηνών.
Γύρισα εσπευσμένα και, το πρώτο πράγμα που έκανα αφού φρόντισα τη σορό του, ήταν να αναζητήσω ένα ντοσιέ όπου φύλαγα τα γράμματά του (πάνω από εκατό) και να τα διαβάσω όλα πάλι με πάθος», γράφει ο Δημήτρης Κωνσταντινίδης. Έγραφε, λοιπόν, ο πατέρας συμβουλεύοντας τον γιο του, τον Ιανουάριο του 1971: «…μη φεύγεις από τους άνθρώπους, όσο κι αν δεν σου ταιριάζουνε, όσο κι αν νομίζεις πως δεν σου ταιριάζουνε. Γιατί εδώ κάνεις ένα μεγάλο λάθος: – να βλέπεις τους άλλους σαν διαφορετικούς από σένα, για τον οποιοδήποτε λόγο … – Όχι. Οι άλλοι άνθρωποι είναι διαφορετικοί, και θα είναι πάντοτε, – κι αυτό είναι μια μεγάλη χαρά».
Η έκδοση συμπληρώνεται με πλούσιο εικονογραφικό υλικό (φωτογραφίες, σχέδια έργων του Άρη Κωνσταντινίδη, σημειώσεις και σκίτσα) και αποτελεί μέρος της σειράς «Πρόσωπα Άξια Τιμής» , που είναι το εκδοτικό αποτύπωμα του ομώνυμου κύκλου εκδηλώσεων που οργανώνει το Ίδρυμα της Βουλής για να τιμήσει προσωπικότητες από τον χώρο του πνεύματος, των γραμμάτων και των τεχνών, που με το έργο τους και τη δράση τους επέδρασαν καθοριστικά στον χώρο τους και στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.
ΑΠΕ