Ελλάδα

Νέες ταινίες: Από τα παρισινά προάστια μέχρι τα Χριστούγεννα

Ακόμη μία ενδιαφέρουσα κινηματογραφική εβδομάδα ξεκίνησε με επτά νέες ταινίες, δίνοντας την αίσθηση ότι θα έχουμε ένα πολύ καλό φινάλε για το 2019. Πέρα από τον θρίαμβο του «Joker», την πολύ καλή πορεία των «Παράσιτων» και την ύπαρξη αρκετών αξιόλογων ταινιών, την επόμενη εβδομάδα έρχεται και η τελευταία δημιουργία του Σκορτσέζε «Ο Ιρλανδός», με τους Αλ Πατσίνο και Ρόμπερτ Ντε Νίρο για Τρίτη φορά μαζί στην οθόνη.

Επιστρέφοντας στο επταήμερο που ξεκινά απόψε, η ταινία που ξεχωρίζει είναι το γαλλικό κοινωνικό αστυνομικό δράμα «Οι Άθλιοι», ενώ δεν θα χάσουν και όσοι επιλέξουν ανάμεσα στο ψυχαγωγικό και εμπορικό «Κόντρα σε Όλα», το δραματικό «Μια Ευτυχισμένη Γυναίκα», το δραματικό θρίλερ «Ένας Καλός Ψεύτης» και την ταινία για όλη την οικογένεια «Χωρίς Οικογένεια». Για όσους θέλουν να μπουν στο κλίμα των Χριστουγέννων υπάρχει το «Last Christmas», αλλά και η παιδική ταινία κινουμένων σχεδίων «Σκυλομπελάς». Επίσης, υπάρχει και η επανέκδοση της εβδομάδας, μια σοβιετική παραγωγή του 1938, «Ο Μαξίμ στην Εξουσία».

Κόντρα σε Όλα (Le Mans ’66)

Βιογραφική δραματική περιπέτεια, αμερικανικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Τζέιμς Μάνγκολντ, με τους Ματ Ντέιμον, Κρίστιαν Μπέιλ, Τζον Μπέρνταλ, Κατρίνα Μπαλφ, Τρέισι Λετς, Τζος Λούκας, Νόα Τζουπ, Ρέμο Τζιρόνε, Ρέι ΜακΚίνον κα.

Μια αληθινή ιστορία της αγωνιστικής αυτοκίνησης περνά στον κινηματογράφο από τον έμπειρο σκηνοθέτη Τζέιμς Μάγκολντ («WalktheLine», «Το Τελευταίο Τρένο για τη Γιούμα»), ο οποίος παραδίδει ένα ψυχαγωγικό φιλμ, προσφέροντας ταυτόχρονα στιγμές περηφάνιας στο αμερικανικό κοινό, που κυρίως απευθύνεται. Ναι και σε μια συγκυρία που θέλει την αναζωογόνηση της αυτοκινητοβιομηχανίας των ΗΠΑ και τον περιορισμό της εισαγωγής ξένων μοντέλων.

Η καλογυρισμένη ταινία, που βασίζεται στην σχέση του οραματιστή μηχανικού Κάρολ Σέλμπι και του δεινού οδηγού δοκιμαστικών μοντέλων Κεν Μάιλς και στην τρέλα ότι μπορούν με μία πρωτότυπη Φορντ να βάλουν από κάτω τα μηχανικά -και σχεδιαστικά- αριστουργήματα του Έντσο Φεράρι, στο φημισμένο αγώνα των 24 ωρών του Λε Μαν το 1966. Έναν αγώνα που κέρδιζαν επί πέντε χρόνια οι «κούκλες» του Μαρανέλο. Ο Μάγκολντ στηριζόμενος σε μια δυνατή ιστορία, που γοητεύει ιδιαιτέρως το ανδρικό κοινό, με τα τρελά γκάζια και τους δυο χαρισματικούς χαρακτήρες, που υποδύονται οι εξαιρετικοί και δημοφιλείς Ματ Ντέιμον και Κρίστιαν Μπέιλ, βάζει στο φιλμ όλα τα συστατικά, που ελκύουν το κοινό των ταινιών αυτού του είδους, σχεδόν πάντα σε σωστές δόσεις: Όραμα, αγωνιστικότητα, ανδρικές κουβέντες, αδρεναλίνη, σασπένς, χιούμορ και φυσικά συγκίνηση.

Ο Μάγκολντ στήνοντας από την αρχή την ατμόσφαιρα που θα ανεβάσει τους σφυγμούς του θεατή, δίνει το έναυσμα για την κόντρα Φορντ-Φεράρι όταν οι διευθυντές του πρώτου μεταφέρουν κάποια λόγια του Ιταλού για την εταιρεία και τον ίδιο: «Η Φορντ φτιάχνει άσχημα αυτοκίνητα, σε άσχημα εργοστάσια και σας αποκάλεσε χοντρό…». Δηλαδή, που ήταν η ανακρίβεια; Κι όμως αυτή η φράση (η αλήθεια είναι ότι είχε πει πολύ χειρότερα ο Έντσο στον Χένρι Φορντ ΙΙ, όταν ήθελε να εξαγοράσει τη Φεράρι το 1960, μια συμφωνία που ακυρώθηκε την τελευταία στιγμή), πυροδοτεί την ιστορία της ταινίας και την αντεπίθεση της Φορντ. Μια προσπάθεια που φεύγει από τα χέρια των τεχνοκρατών και των χαρτογιακάδων της αμερικανικής εταιρείας και πάει στους μάστορες με τα κατσαβίδια, τα λαδωμένα χέρια και την κάπνα στο πρόσωπο.

Ο ελληνικής καταγωγής διευθυντής φωτογραφίας Φαίδων Παπαμιχαήλ κάνει καλή δουλειά και κινηματογραφεί με τον παραδοσιακό τρόπο, έχοντας ως μπούσουλα τις ταινίες «GrandPrix» (1966) και «LeMans» (1971) δίνοντας ένα ρετρό χρώμα στην ταινία, κάτι που γίνεται ακόμη πιο φανερό στα τελευταία 40 λεπτά της ταινίας, όπου διεξάγεται ο επίμαχος αγώνας και στον οποίο μεταδίδεται το συναίσθημα των ηρώων της οθόνης στο κοινό, σαν να βρισκόταν στις εξέδρες της πίστας της γαλλικής πόλης.

Τι έχουμε εν τέλει; Μια ταινία για αυτούς που αγαπούν τα γρήγορα αυτοκίνητα, αλλά και μια κινηματογραφική κατασκευή που θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και αμερικανιά αν δεν ήταν τόσο προσεγμένη, δουλεμένη στη λεπτομέρεια κι έχοντας δυο πρωταγωνιστές που δίνουν άλλον αέρα σε ένα στόρι που οι πρωταγωνίστριες είναι οι μηχανές. Α, και που δεν πλατειάζει παρά τη μεγάλη της διάρκεια.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο οραματιστής σχεδιαστής αυτοκινήτων Κάρολ Σέλμπι και ο ατρόμητος Βρετανός οδηγός Κεν Μάιλς, ενώνουν τις δυνάμεις τους, για να εναντιωθούν στις εταιρικές παρεμβάσεις, τους νόμους της φυσικής και τους προσωπικούς τους δαίμονες προκειμένου να κατασκευάσουν ένα επαναστατικό αγωνιστικό αυτοκίνητο για την εταιρεία Ford Motor και να αναμετρηθούν με τα πανίσχυρα αγωνιστικά αυτοκίνητα του Έντσο Φερράρι στο 24ωρο πρωτάθλημα του Λε Μαν στη Γαλλία το 1966.

Οι Άθλιοι (Les Miserables)

Δραματική αστυνομική ταινία, γαλλικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Λατζ Λι, με τους Νταμιάν Μπονάρ, Τζεμπρίλ Ζονγκά, Ζαν Μπαλιμπάρ, Αλέξις Μάνεντι, Στιβ Τιεντσέ κα.

Οι εποχές δεν είναι απλώς δύσκολες. Έχουν αγριέψει επικίνδυνα και ο κόσμος ακόμη περισσότερο. Από τη μια αυτοί που δεν θέλουν να χάσουν την ευδαιμονία τους, την επίπλαστη ευμάρεια και κάποια από τα προνόμια που τους μοίρασαν οι κρατούντες και απ’ την άλλη ένα πλήθος που τα φέρνει βόλτα δύσκολα ή ζει στην κόλαση. Σαν αυτή που περιγράφει άψογα ο μέχρι πρότινος ντοκιμαντερίστας Λατζ Λι σε τούτη του τη σημαντική ταινία. Στα γαλλικά υποβαθμισμένα προάστια όπου ο κατατρεγμένος συναντά τον φτωχοδιάβολο, ο ναρκέμπορας τον εξαθλιωμένο, το προϊόν του τράφικινγκ τον νταβατζή και η αστυνομία -όταν δεν εκτρέπεται- προσπαθεί να βάλει «τάξη», να τους περιορίσει στην κόλασή τους, πετσοκόβοντας τα δικαιώματά τους, για να τους κρατήσει μακριά από τους «φιλήσυχους οικογενειάρχες» και την άρχουσα τάξη.

Μετά το περσινό φιλμ του Νταβίντ Ελοφέν «Αδελφικοί Εχθροί», ένα εξαιρετικό αστυνομικό δράμα για τα γαλλικά προάστια, έρχεται ο Λι να προχωρήσει ακόμη περισσότερο την προβληματική για τους «Άθλιους» της Γαλλίας αλλά και όλου του πλανήτη και να αναδείξει έναν κόσμο που ζει στη σκιά των ευημερούντων αριθμών, της λάμψης των σελέμπριτις, μιας κάστας ανθρώπων που έχει αυτοαναγορευθεί ως ελίτ, ενός εικονικού κόσμου που πλασάρεται ως πραγματικότητα.

Ο Λι μας δίνει μία κινηματογραφική πολύτιμη πέτρα, τραχιά και βαριά για το στομάχι κάθε σκεπτόμενου ανθρώπου. Συνάμα, κερδίζει το θεατή και από την κινηματογραφική του επάρκεια, από την ικανότητά του στη δραματουργία, αλλά και από την ικανότητά του στην ανάλυση των κοινωνικών οξυμένων προβλημάτων. Παρακολουθεί την ιστορία ανθρώπων, διάφορες φυλές μακριά από το λευκό χριστιανικό πρότυπο, που έχουν τεθεί στο περιθώριο, μέσα από ένα περιπολικό, από επεμβάσεις της αστυνομίας, με την κάμερα στο χέρι (όπως και στην ταινία του Ελοφέν), προσεγγίζοντας μια ρεαλιστική απεικόνιση του δράματος.

Ενός δράματος που ξεκινά με την απαγωγή ενός λιονταριού και τις έρευνες των αστυνομικών για την ανακάλυψή του, κλιμακώνεται με τη δολοφονία ενός παιδιού και κορυφώνεται με το μακελειό που ακολουθεί προκειμένου να μη βγει στη φόρα το «άτυχο συμβάν», καθώς έχει καταγραφεί από ένα drone.

Αν όμως η χαρτογράφηση των προαστίων είναι συγκλονιστική, είναι αν μη τι άλλο εμπνευσμένη η ολοκλήρωση της ταινίας με την παρείσφρηση της κάμερας στα σπίτια των αστυνομικών, όπου κατανοείται και η δική τους ζωή, το βάρος που έχουν επωμιστεί, χωρίς να γνωρίζουν τα πραγματικά αφεντικά τους, αλλά και την απειλή που περιλαμβάνει κι αυτούς.

Ελκυστικός κινηματογράφος, ταινία άξια σεβασμού, πολύτιμη για την κατανόηση του αδιεξόδου που έχει περιέλθει ο κόσμος μας, μια απευθείας -δυστυχώς- σύνδεση με το κλασικό ομώνυμο μυθιστόρημα του Βίκτορος Ουγκώ, με τη διαφορά ότι οι Ιαβέρηδες της εποχής μας δεν πηδούν στα βρώμικα νερά του Σηκουάνα.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Στεφάν παίρνει μετάθεση σε μια ειδική μονάδα καταπολέμησης του εγκλήματος στο Παρίσι όπου καλείται να συνεργαστεί με τον ξενοφοβικό Κρις και τον αφρικανικής καταγωγής Γκουαντά. Κατά την διάρκεια μιας σύλληψης, οι αστυνομικοί δέχονται επίθεση από μια ομάδα αγοριών και όσα ακολουθούν απειλούν να τινάξουν την εξαιρετικά εύθραυστη κοινωνική ισορροπία στον αέρα.

Μια Ευτυχισμένη Γυναίκα (Escape)

Δραματική ταινία, βρετανικής παραγωγής του 2018, σε σκηνοθεσία Ντόμινικ Σάβατζ, με τους Τζέμα Άρτερτον, Ντόμινικ Κούπερ, Φρανσίς Μπαμπέρ, Μάρθα Κέλερ κα.

Ρεαλιστική, σκληρή, στεγνή καταγραφή της ζωής μιας γυναίκας που έχει μπει για τα καλά στον κύκλο της κατάθλιψης, βλέποντας ότι έχει εγκλωβιστεί σε μια καθημερινότητα που δεν οδηγεί πουθενά. Μια γυναίκα πριν μπει στην ωριμότητα, μια σύζυγος και μητέρα δυο κακομαθημένων παιδιών, μια νοικοκυρά που ζει σε κάποιο μικροαστικό προάστιο του Λονδίνου. Κλεισμένη στο σπίτι της, αντιλαμβάνεται ότι ζει για να υπηρετεί τον άντρα της και τα παιδιά της. Δεν έχει φιλίες, δεν έχει ασχολίες, δεν έχει ερωτική ζωή, δεν κάνει τίποτα για τον εαυτό της, κάτι που να την ευχαριστεί. Ο άνδρας της δεν είναι κάνα τέρας. Είναι ένας συνηθισμένος τύπος, που είναι ικανοποιημένος από το οικογενειακό μοντέλο που έχει φτιάξει στο μυαλό του και που έρχεται από πρότυπα του παρελθόντος. Ζει για να δουλεύει, να βγάζει χρήματα, να εκτονώνει όποτε θέλει τις ορμές του και να κοιτά ξελιγωμένος το γερμανικό πολυτελές αυτοκίνητό του. Μια ιστορία της διπλανής πόρτας.

Με αυτό το στεγνό τρόπο ο Σάβατζ καταγράφει τη ζωή της ηρωίδας του, δίχως …περικοκλάδες ή κάποιες δραματικές κορυφώσεις, κρυμμένα μυστικά ή και σεναριακά ευρήματα. Μοιάζει περισσότερο με τηλεοπτικό ρεπορτάζ, για όλες τις γυναίκες που καταπιέζονται σε ένα φαινομενικά ευχάριστο περιβάλλον. Πετυχημένο το σχόλιο για την ανυπαρξία επικοινωνίας μεταξύ του ζευγαριού, όπως και ότι η μοναδική διαφυγή της γυναίκας είναι η τέχνη. Βεβαίως και η ταινία θα αγγίξει περισσότερο τις γυναίκες, αλλά πρέπει να προβληματίσει και τους άντρες -ειδικά αυτούς που έχουν προεξοφλήσει την οικογενειακή ευτυχία μέσα στο μυαλό τους. Ενδιαφέρουσα ταινία, η οποία θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματική αν ήταν ένα μικρότερης διάρκειας και είχε προχωρήσει λίγο βαθύτερα στα αίτια αυτού του γυναικείου δράματος.

Η Τζέμα Άρτερτον στον πρωταγωνιστικό ρόλο μπαίνει με ευκολία στο χαρακτήρα που υποδύεται και τις περισσότερες φορές είναι αποτελεσματική, ενώ ο Ντομινίκ Κούπερ, στο ρόλο του συζύγου, καταφέρνει να γίνει αντιπαθής χωρίς υπερβολές ή πατώντας στη μανιέρα του κακού χαρακτήρα.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Τάρα, μια νοικοκυρά στα προάστια του Λονδίνου, ζει μια ζωή που δεν είναι πια δική της: ανήκει στον εργασιομάνη, εγωκεντρικό σύζυγό της, στο γιο και στην κόρη της, και στη ληθαργική ρουτίνα των δουλειών του σπιτιού και της φροντίδας των παιδιών. Βρισκόμενη σε δεινή θέση και αποζητώντας μια αλλαγή, μία μέρα η Τάρα παίρνει μια θαρραλέα απόφαση. Αγοράζει ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή για το Παρίσι και αφήνει τα πάντα πίσω της ώστε να προσπαθήσει να ξαναβρεί τον εαυτό της σε μια καινούργια πόλη. Αλλά το να εγκαταλείψεις τα πάντα στη ζωή σου δεν είναι τόσο απλό…

Ένας Καλός Ψεύτης (The Good Liar)

Δραματικό θρίλερ, αμερικανικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Μπιλ Κόντον, με τους Έλεν Μίρεν, Ράσελ Τόβι, Ίαν Μακέλεν, Τζιμ Κάρτερ, Μαρκ Λιούις Τζόουνς κα.

Δύο σπουδαίοι ηθοποιοί της βρετανικής σχολής, η Έλεν Μίρεν και ο Ίαν Μακέλεν, συναντώνται σε αυτό το δραματικό φιλμ που εξελίσσεται σε θρίλερ. Ένα καλοβαλμένο φιλμ, απ’ το οποίο, όμως, λείπει ο απαραίτητος σπινθήρας, ο ενθουσιασμός που θα παρασύρει τον θεατή στο μυστήριο που κρύβουν οι δυο ήρωες, ενώ ειδικά στην αρχή είναι αρκετά πλαδαρό. Η ιστορία απλή: Ο Ίαν Μακέλεν είναι ένας απατεώνας που θέλει να φάει τα λεφτά μιας πλούσιας χήρας. Η ταινία ανεβαίνει όσο προχωρά, με την είσοδο του εγγονού της χήρας, που προσπαθεί να την αποτρέψει στο να προχωρήσει τη σχέση της με τον γοητευτικό και μυστηριώδη κύριο που γνώρισε μέσω του διαδικτύου, αλλά και την εμφάνιση του «οικονομικού συμβούλου» που τους συνιστά να ενώσουν τις περιουσίες τους.

Ταινία ερμηνειών που από μόνες τους μπορούν να κρατήσουν το ενδιαφέρον του κοινού, για την ακρίβεια ενός ηλικιωμένου κοινού, το οποίο θα αγγίξει και ίσως να γοητεύσει.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Ρόι Κόρτνεϊ, ένας επαγγελματίας απατεώνας, έχει βάλει στο μάτι τον επόμενο στόχο του: τη χήρα Μπέτι ΜακΛις με τεράστια περιουσία στη διάθεση της. Και ο Ρόι σκοπεύει να πάρει ό,τι της ανήκει. Από την πρώτη τους συνάντηση, ο Ρόι αρχίζει να βομβαρδίζει την Μπέτι με τα δοκιμασμένα κόλπα του και η Μπέτι, που μοιάζει γοητευμένη, παρασύρεται. Αλλά αυτή τη φορά, αυτό που ξεκίνησε σαν μια ακόμα κομπίνα κλιμακώνεται σε ένα κυνηγητό γάτας-ποντικιού όπου παίζονται όλα για όλα.

Χωρίς Οικογένεια (Remi Sans Famille)

Δραματική περιπέτεια, γαλλικής παραγωγής του 2018, σε σκηνοθεσία Αντουάν Μπλοσιέ, με τους Ντανιέλ Οτέιγ, Μαλόμ Πακέν, Ζακ Περέν, Τζόναθαν Τζακάι, Βιρζινί Λαντουαγέν, Λουντιβίν Σανιέ κα.

Το γνωστό μυθιστόρημα του Έκτορος Μαλό μεταφέρεται στη μεγάλη οθόνη, δίνοντας ιδιαίτερο βάρος στη γλυκύτητα των δυο ηρώων, του μικρού Ρεμί και του μέντορά του και προστάτη του Βιταλίς, στη σχέση αγάπης και εκτίμησης που θα αναπτυχθεί μεταξύ τους. Η ιστορία λίγο-πολύ γνωστή, ένα δεκάχρονο χαρισματικό αγόρι, που έχει περιμαζέψει ένα πάμφτωχο ζευγάρι, θα γλυτώσει το ορφανοτροφείο όταν θα βρεθεί στο δρόμο του ένας περιπλανώμενος μουζικάντης, ο οποίος μαζί με ένα σκύλο και μια μαϊμού ζει από τις υπαίθριες παραστάσεις που δίνει.

Ευχάριστη και συγκινητική περιπέτεια για όλη την οικογένεια, που θα κάνει ακόμη μεγαλύτερη καριέρα στη μικρή οθόνη, τις κρύες νύχτες που θα έρθουν.

Θετικά μηνύματα, για την αξία της ζωής, τα όνειρα, τις αρχές, τη φιλία, την ευθύνη, την ενοχή, αλλά και τη θυσία. Και όλα αυτά σε μια συναρπαστική αλλά και απαλή περιπέτεια, που εξελίσσεται στη γαλλική ύπαιθρο, σε ονειρεμένα τοπία και γραφικά χωριά. Ο Μπλοσιέ ξέρει τη δουλειά του, δεν προσπαθεί να ανακαλύψει τον τροχό, μέσα από μια κλασική ιστορία, αποφεύγει τις κακοτοπιές, όπως και να μπει πιο βαθιά στο κοινωνικό γίγνεσθαι της εποχής. Ας είναι. Η ταινία βλέπεται ευχάριστα απ’ όλη την οικογένεια και γι’ αυτό προβάλλεται και μεταγλωττισμένη στα ελληνικά.

Επιβλητικός ο Ντανιέλ Οτέιγ, πολύ καλός το ξανθό αγγελούδι Μαλόμ Πακέν, ενώ για λίγα λεπτά εμφανίζεται και ο υπέργηρος πια Ζακ Περέν, ο πρωταγωνιστής -ο Τοτό σε μεγάλη ηλικία- του «Σινεμά ο Παράδεισος».

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Remi, ένα ορφανό αγόρι, μεγαλώνει με τη θετή του μητέρα, την ευγενική Mrs. Barberin, μέχρι που την αποχωρίζεται στα δέκα του χρόνια και βρίσκεται υπό την επιμέλεια του Vitalis, ενός μυστηριώδους περιπλανώμενου θιασάρχη. Κοντά του, ο Remi σκληραγωγείται στη δύσκολη ζωή του περιπλανώμενου θιάσου, όπου τραγουδάει για να κερδίσει το ψωμί του. Με παρέα τον πιστό του σκύλο Capi και τη μικρή μαϊμού Joli-Coeur, ο Remi θα περιηγηθεί στη Γαλλία και μέσα από γνωριμίες, φιλίες, αλλά και μοναξιά, θα καταλήξει να μάθει το μυστικό της καταγωγής του.

Last Christmas (Last Christmas)

Κομεντί, βρετανικής και αμερικανικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Πολ Φέιγκ, με τους Εμίλια Κλαρκ, Χένρι Γκόλντινγκ, Έμα Τόμσον Μισέλ Γιο, Λίντια Λέοναρντ κα.

Να και η πρώτη χριστουγεννιάτικη ταινία της σεζόν. Λίγο πρόωρα, πιστεύοντας ίσως ότι χωρά στη μανία ενός πλήθους που θέλει να καταναλώσει χριστουγεννιάτικο κλίμα. Και παράλληλα να γευτεί μια αισθηματική κομεντί, με πρωταγωνίστρια την Εμίλια Κλαρκ του «Game of Thrones» και το πολυπαιγμένο – ειδικά σε πολυκαταστήματα και καφέ μπαρ τις γιορτινές ημέρες – τραγουδάκι του Τζορτζ Μάικλ, απ’ όπου και η ιδέα και ο τίτλος της ταινίας.

Μπορεί η ταινία του Πολ Φέιγκ, να διαθέτει τη βρετανική αισθητική, να μην πέφτει σε αμερικάνικες χοντράδες και να είναι μια συρραφή κλισέ του είδους, αλλά δεν είναι και τίποτα το ιδιαίτερο και μάλλον θα ξεχαστεί πολύ γρηγορότερα από το σουξέ του Τζορτζ Μάικλ, αλλά και τα άλλα τραγούδια του που συνοδεύουν το φιλμ.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η Κέιτ βρίσκεται στο Λονδίνο και τριγυρνάει δυσαρεστημένη, παρέα με μια στοίβα κακών αποφάσεων που έχει πάρει στη ζωή της, ακούγοντας το χτύπημα των κουδουνιών στα παπούτσια της -μια άλλη ενοχλητική συνέπεια από τη δουλειά της ως ξωτικό σε ένα χριστουγεννιάτικο κατάστημα. Ο Τομ φαίνεται πολύ καλός για να είναι αληθινός, όταν μπαίνει στη ζωή της και αρχίζει να βλέπει και να καταλαβαίνει πολλούς από τους εσωτερικούς φραγμούς της. Καθώς το Λονδίνο μεταμορφώνεται στην πιο υπέροχη εποχή του χρόνου, τίποτα δεν φαίνεται να λειτουργεί για τους δυο τους.

Σκυλομπελάς (Trouble)

Παιδική ταινία κινουμένων σχεδίων, καναδικής και αμερικανικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Κέβιν Τζόνσον/

Χαριτωμένο και πολλές φορές αστείο animation για την ενηλικίωση. Ένα σκυλάκι ράτσας που ζει σε ένα παλάτι θα βρεθεί ξαφνικά στο δρόμο και θα πρέπει να μάθει να μάθει να επιβιώνει, να ζει στον πραγματικό σκληρό κόσμο. Ωστόσο, παρά τις πάμπολλες αφορμές να μιλήσει το φιλμ για τα όσα συμβαίνουν στον αληθινό κόσμο, οι δημιουργοί του επιμένουν περισσότερο στις αστείες περιπέτειες του μικρού σκύλου. Η ταινία προβάλλεται και μεταγλωττισμένη στα ελληνικά με τις φωνές των: Βασίλη Παπαστάθη, Βασίλη Μήλιο, Γιάννη Υφαντή, Ποίμη Πέτρου, Κωνσταντίνου Κακανά, Ινούς Μενεγάκη, Διονυσίας Τσιτιρίδου κα.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η θεία πέθανε και τα ανίψια της είναι έτοιμα να ξεκοκκαλίσουν την τεράστια περιουσία της! Αυτό που δεν γνωρίζουν είναι ότι οι χρυσοί κληρονόμοι δεν είναι αυτοί αλλά το καλοαναθρεμμένο της σκυλάκι, ο Μπελάς που οι ίδιοι φρόντισαν να πετάξουν στον δρόμο. Τώρα θα πρέπει να τον βρουν και να τον φέρουν πίσω πριν να είναι αργά.

Ο Μαξίμ στην Εξουσία (The Vyborg Side)

Κοινωνική ταινία, σοβιετικής παραγωγής του 1938, σε σκηνοθεσία Γκριγκόρι Κόζιντσεφ και Λεονίντ Τράουμπεργκ, με τους Μπορίς Τσιρκόφ, Βαλεντίνα Κιμπάρντινα, Μιχαήλ Ζαροφ κ.ά.

Το τελευταίο μέρος της φημισμένης τριλογίας των Κόζιντσεφ και Τράουμπεργκ, στο οποίο ο ρεαλισμός συνδέεται με τις εξπρεσιονιστικές εικόνες των εσωτερικών χώρων και πάντα με μία ποιητική διάθεση. Η ταινία μας μεταφέρει στην Αγία Πετρούπολη μετά την επανάσταση του Οκτώβρη, μέσα από τον ήρωα της τριλογίας, Μαξίμ, δίνοντας την ευκαιρία στους σκηνοθέτες να ανιχνεύσουν τα πρώτα βήματα της νεογέννητης σοβιετικής εξουσίας. Μέσα από σοβαρές καταστάσεις αλλά και πολύ χιούμορ. Καθοριστικό ρόλο στην ταινία παίζουν και τα επιλεγμένα τραγούδια από τον Σοστακόβιτς, που λειτουργούν σαν υποσημείωση, ενώ η δράση «προσγειώνεται» και «απογειώνεται» όπως περίπου στο μιούζικαλ, κι αυτό διαβρώνει διακριτικά την ορθόδοξη ρεαλιστική αφήγηση.

ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ο Μαξίμ στην εξουσία είναι η λογική κατάληξη μιας εκρηκτικής νιότης και μιας θυελλώδους επιστροφής. Αλλά η εξουσία που ασκεί ο Μαξίμ σαν διευθυντής τράπεζας είναι κι αυτή εκρηκτική και θυελλώδης, δηλαδή, ατόφια λαϊκή. Δεν γνωρίζει τους νόμους της οικονομίας, γνωρίζει όμως τη λογική της και αυτό είναι υπεραρκετό για μια γνήσια λαϊκή εξουσία. Η τριλογία τελειώνει το 1918 με τον λαϊκό ήρωα Μαξίμ στη (λαϊκή) εξουσία. Δεν ξέρουμε τι απέγινε ο ίδιος ή οι απόγονοί του μερικά χρόνια αργότερα, ενώ οι σκηνοθέτες περιορίζονται σε ένα ανοιχτό προς το μέλλον (και τη δράση) πλάνο που μπορεί να λειτουργήσει σαν ερωτηματικό.

ΑΠΕ

Back to top button