Με δυο ταινίες που αναμένεται να γεμίσουν τις κινηματογραφικές αίθουσες μπαίνουμε στις γιορτές των Χριστουγέννων. Πρόκειται για τη δραματική βιογραφία της κορυφαίας στιχουργού Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου και την ταινία επιστημονικής φαντασίας “Star Wars: Skywalker Η Άνοδος”, με το πολυπληθές κοινό της. Από τις υπόλοιπες πέντε ταινίες που βγαίνουν απόψε ξεχωρίζει το τουρκικό δράμα “Οι Τρεις Αδερφές”, το φιλμ τρόμου “Το Εγχειρίδιο του Κακού” και το ντοκιμαντέρ “Ντοκουμέντο – Η Μάχη της Αθήνας”.
“Ευτυχία”
Το λαϊκό και ρεμπέτικο τραγούδι τα τελευταία χρόνια έχει αναγεννηθεί, με τη νέα γενιά κυρίως να δείχνει ενθουσιασμένη από τα κλασικά ακούσματα, δημιουργώντας ένα κύμα επιστροφής στις ρίζες του πολιτισμού μας και της ελληνικής λαϊκής διασκέδασης. Πάνω σε αυτό το κύμα είναι φανερό ότι έχει βουτήξει και το ελληνικό σινεμά. Πρώτος, ο Μανούσος Μανουσάκης με το “Ουζερί Τσιτσάνης”, μία μέτρια ταινία, με παραπλανητικό τίτλο, καθώς το ουζερί του κορυφαίου Έλληνα μουσικού στη Θεσσαλονίκη ήταν απλώς μέρος του φόντου της ιστορίας του. Ακολούθησε πριν λίγες ημέρες ο Αλέξης Καρδαράς με τη “Φαντασία”, που με αφορμή τα κέντρα διασκέδασης και της παρακμής του λαϊκού τραγουδιού τη δεκαετία του ’90, ουσιαστικά ήθελε να μιλήσει για μια εποχή, που κάποιοι λατρεύουν να μαστιγώνουν. Και οι δυο περιπτώσεις θα δυσαρέστησαν τους λάτρεις του λαϊκού τραγουδιού, αλλά και τους φίλους του κινηματογράφου, για το συνολικό αποτέλεσμά τους, σενάριο γραμμένο στο γόνατο, τηλεοπτικού επιπέδου παραγωγές, το λαϊκό τραγούδι λειτουργεί ως ιντερμέδιο, αν και δίνει μια ανάσα ευχαρίστησης.
Αντιθέτως, εδώ η ταινία του Άγγελου Φραντζή, ξεφεύγει κατά πολύ από τις δυο προηγούμενες ταινίες, δείχνει τον απαραίτητο σεβασμό στο λαϊκό τραγούδι και μιλά χωρίς επιτήδευση και ευδιάκριτα για την καλλιτεχνική γέννηση και τη σκληρή πορεία της σημαντικότερης στιχουργού μας, Ευτυχίας Παπαγιαννοπούλου. Μίας στιχουργού που έγραψε τις μεγαλύτερες επιτυχίες στο λαϊκό τραγούδι, αλλά παρέμενε άγνωστη, αφού η ίδια με τη σεμνότητα μιας μεγάλης δημιουργού, δεν επεδίωξε ποτέ την υστεροφημία ακόμη και την αναγνώριση.
Το φιλμ ξεκινά από τα πρώτα χρόνια της προσφυγιάς, τον ερχομό της στην Αθήνα, τα μπουλούκια, τον πρώτο της γάμο, τις συνεργασίες της με όλα τα μεγάλα ονόματα του λαϊκού τραγουδιού, τη γνωριμία με τον έρωτα της ζωής της και φυσικά το άρρωστο πάθος της χαρτοπαιξίας, για να φτάσει στο τέλος, πεθαίνοντας στην ψάθα.
Μια γυναίκα που το ταλέντο της ήταν πηγαίο και το εκμεταλλεύτηκαν πολλοί άνθρωποι του χώρου, καθώς το πάθος της χαρτοπαιξίας την ανάγκαζε να πουλά τους στίχους της για ένα χαρτζιλίκι, ενώ δεν ήταν λίγοι οι αχρείοι που οικειοποιήθηκαν τους στίχους της. Η αφήγηση του Φραντζή έχει ρυθμό και αναδεικνύει τη δύναμη της προσωπικότητας της Ευτυχίας, που έπρεπε να επιβιώσει και να σταθεί απέναντι στις δυσκολίες της ζωής όρθια, χωρίς να γονατίζει σε στερεότυπα και σε κάθε μεγαλόσχημο. Απ’ την ταινία παρελαύνουν σχεδόν όλες οι μορφές του λαϊκού τραγουδιού και της μουσικής, με πρώτους τους Τσιτσάνη, Χατζιδάκη, Χιώτη, Καλδάρα και φυσικά τη Σωτηρία Μπέλλου, η οποία είχε δεινοπαθήσει στη ζωή της και είχε κι αυτή το πάθος του τζόγου.
Μία φροντισμένη παραγωγή (πολύ καλή δουλειά στον ήχο και στα κοστούμια), με νοσταλγική γοητεία, που πέρα από τις όποιες αδυναμίες της, όπως είναι η έλλειψη της πατίνας του χρόνου, της σκόνης εκείνης της εποχής, που σήκωναν οι μεγάλοι δημιουργοί και τη μετέτρεπαν σε μια μαγική αύρα που ένωνε το τραγούδι με τον λαό και που θεράπευε τον πόνο, τις αγωνίες και τις δυσκολίες της ζωή.
Εξαιρετική η Καριοφυλλιά Καραμπέτη, στο ρόλο της ηλικιωμένης Ευτυχίας, δείχνει το βάθος της ερμηνευτικής ικανότητας, ενώ πολύ καλή και η Κάτια Γκουλιώνη η οποία υποδύεται την ηρωίδα στα νιάτα της. Από κει και πέρα από το πολυπληθές καστ υπάρχουν κάποιες ερμηνείες που δίνουν αυτό το κάτι παραπάνω και ερμηνείες που απλώς δεν ενοχλούν.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Ένα κορίτσι, μικροπαντρεμένο, που ταξίδεψε από το Αϊδίνι στην Ελλάδα με τη μητέρα και τις δύο της κόρες. Στο πλοίο του ξενιτεμού πήρε απόφαση να μην αφήσει τη ζωή να την προσπεράσει, αλλά να την ζήσει όπως εκείνη ήθελε. Έγραφε ακατάπαυστα σε ό,τι έπιανε το μελάνι, από χαρτοπετσέτες και κουτιά από τσιγάρα μέχρι υπόλοιπα λογαριασμών. Κάπνιζε, ερωτεύτηκε με πάθος, χαρτόπαιζε με θράσος σε πολυτελή σαλόνια, αλλά και σε παράνομα υπόγεια. Μία δασκάλα που έγινε ηθοποιός στα μπουλούκια και στο θέατρο, μία ποιήτρια που έγινε η μεγαλύτερη Ελληνίδα στιχουργός του λαϊκού τραγουδιού. Συνεργάστηκε με όλες τις διάσημες μουσικές προσωπικότητες της χώρας, από τον Βασίλη Τσιτσάνη και τον Απόστολο Καλδάρα, ως τον Μανώλη Χιώτη, τον Αντώνη Ρεπάνη και τον Μάνο Χατζιδάκι, υψώνοντας θαρραλέα ανάστημα, σε έναν σκληρό και τυπικά ανδροκρατούμενο κόσμο.
“Τρεις Αδερφές”
(“Kiz Kardesler”) Δραματική ταινία, τουρκικής και γερμανικής, ολλανδικής, γερμανικής, ελληνικής παραγωγής του Εμίν Αλπέρ, με τους Τσεμρέ Εμπουζίγια, Ετσέ Γιουκσέλ, Μουφίτ Καγιατσάν, Ελίν Καντεμίρ κ.ά.
Ο Τσέχοφ συναντάται με τους αδελφούς Γκριμ σε ένα ανατολίτικο περιβάλλον, όπου αναδεικνύεται η δυσμενής θέση αλλά και η δύναμη της γυναίκας, μέσα από μία απλή, απογυμνωμένη από συναισθηματισμούς και πολύπλοκους στοχασμούς, ιστορία. Ο Εμίν Αλπέρ (“Υποψίες”) είναι ένας από τους σημαντικότερους νέους σκηνοθέτες και έχοντας τη χάρη της λιτής αφήγησης εδώ φέρνει πολύ κοντά, σε σημείο ανάφλεξης, το παρελθόν με το μέλλον της χώρας του.
Με ένα απλό στόρι, τρεις αδελφές επιστρέφουν στο πατρικό τους σε ένα φτωχό ορεινό χωριό και έχουν να αντιμετωπίσουν τον αυταρχικό πατέρα τους, που συνεχώς επαναλαμβάνει “αχάριστες, όλες σας”. Ο Αλπέρ πολλές φορές επαναλαμβάνει σκηνές θέλοντας να τονίσει το βαρύ παρελθόν των παραδόσεων και των ηθών και εθίμων της περιοχής που διαδραματίζεται η ιστορία του, αλλά ταυτόχρονα ίσως να δυσανασχετήσει τον θεατή, ενώ απ’ την άλλη η στάση των τριών γυναικών συμβολίζει την αισιοδοξία και το πνεύμα αντίστασης στις δυσκολίες της ζωής.
Μια όχι και τόσο εύκολη ταινία, που διαθέτει δυνατά πλάνα από το φυσικό άγριο τοπίο της ορεινής Τουρκίας και τρεις συμπαθέστατες ηρωίδες, που ίσως θα μπορούσαν σε οποιοιδήποτε απομακρυσμένο ορεινό χωριό του κόσμου.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Τρεις αδερφές, που είχαν σταλεί παρακόρες σε πλούσιες οικογένειες στην πόλη, συναντιούνται ξανά μετά από χρόνια, όταν αναγκάζονται, για διαφορετικούς λόγους, να επιστρέψουν στο πατρικό τους σε ένα φτωχό χωριό της ορεινής Ανατολίας. Στη σκιά των χιονισμένων βουνοκορφών, υπό το βλέμμα του αυταρχικού πατέρα, οι τρεις γυναίκες μοιάζει να επαναλαμβάνουν τα λάθη του παρελθόντος, σε ένα ζοφερό υπνωτιστικό παραμύθι.
“Star Wars: Skywalker Η Άνοδος”
(“Star Wars: The Rise of the Skywalker”) Περιπέτεια επιστημονικής φαντασίας, αμερικανικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Τζ. Τζ. Εϊμπραμς, με τους Άνταμ Ντράιβερ, Ντέιζι Ρίντλεϊ, Μαρκ Χάμιλ, Κάρι Φίσερ, Τζον Μπογιέγκα, Όσκαρ Άιζακ, Μπίλι Ντι Ουίλιαμς, Κέρι Ράσελ κ.ά.
Από το 1977 που ο Τζορτζ Λούκας, ο δαιμόνιος παραγωγός, σεναριογράφος και σκηνοθέτης, ξεκίνησε την χρυσοφόρα περιπέτεια του Star Wars έχουν περάσει πάνω από 40 χρόνια. Ο ίδιος έχει πιάσει τα 75, ενώ πολλοί απ’ τους νεαρούς θεατές εκείνης της πρωτοποριακής ταινίας έχουν ήδη συνταξιοδοτηθεί κι έχουν μείνει με τη θύμηση του Μαρκ Χάμιλ, του νεαρού τότε Χάρισον Φορντ, του Άλεκ Γκίνες και της παιδούλας Κάρι Φίσερ. Κι όμως μέσα σε όλα αυτά τα χρόνια το φημισμένο φραντσάιζ έχει αποκτήσει εκατομμύρια φανατικούς, σχεδόν δυο γενιές νεαρών θεατών, στο οποίο και απευθύνεται κυρίως. Δεν ήταν δύσκολο. Ο Λούκας ξέρει τον κινηματογράφο, γνωρίζει πως να τραβά και να κερδίζει τα αγόρια όλου του κόσμου.
Έτσι με το “Star Wars: Skywalker Η Άνοδος” η Lucasfilm και ο Τζ. Τζ. Έιμπραμς, που επιστρέφει στη σκηνοθεσία, ενώνουν για μια ακόμη φορά τις δυνάμεις τους για ένα επικό ταξίδι σε έναν μακρινό γαλαξία, ολοκληρώνοντας την τριλογία που ξεκίνησε με το “Star Wars: Η Δύναμη Ξυπνάει”. Και φυσικά με στόχο να σπάσουν τα ταμεία. Αυτό όμως είναι μάλλον το μόνο εύκολο. Γιατί, η ταινία του Άμπρααμ, που δείχνει εμφανώς ένα άγχος για να κλείσει θεαματικά την τριλογία και συνάμα να εντυπωσιάσει, να ξυπνήσει μνήμες, να τιμήσει το παρελθόν και εν τέλει να συγκινήσει, έχει εξασφαλισμένη πελατεία.
Ο Έιμπραμς επιχειρεί, άλλες φορές αποτελεσματικά και άλλες ημιτελώς να ενώσει το παρελθόν με το παρόν του σκανδιναβικού μύθου, αναδεικνύοντας την αιώνια μάχη του καλού με το κακό. Ανοίγει και κλείνει ιστορίες, πολλές φορές βιαστικά, προσπαθεί να μοιράσει το χρόνο του σε σκηνές δράσης και ανάπτυξης των χαρακτήρων, αλλά τελικά μένει κάπου στα μισά στο δύσκολο εγχείρημά του. Εκεί που υπερτερεί είναι στη διεύθυνση των σκηνών δράσης, με τη δημιουργία μίας θαυμαστής ατμόσφαιρας και με τη χρήση των σπέσιαλ εφέ, τα οποία φτάνουν στο ύψιστο σημείο, ειδικά για αυτούς που έλκονται απ’ τη χρήση της τεχνολογίας στο σινεμά.
Οι ήρωες της ταινίας παίρνουν το χρόνο τους, μερικές φορές τον σπαταλούν, δένουν πάντως μεταξύ τους, ενώ υπάρχουν και οι απαραίτητες επιστροφές από το παρελθόν, όπως και οι νοσταλγικές αναφορές.
Εν κατακλείδι η ταινία θα ενθουσιάσει τους πιτσιρικάδες και ειδικά αυτούς που πάνε για να… ενθουσιαστούν, θα ικανοποιήσει τους λάτρεις του είδους, θα αφήσει αδιάφορους και μπερδεμένους τους αμύητους και θα προκαλέσει ζαλάδα σε ηλικιωμένους που έκαναν το λάθος να περιμένουν στην ουρά για να μπουν στην αίθουσα.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Η τελική μάχη είναι εδώ και οι ήρωες μας, Ρέι, Πόε, Φινν πρέπει να αντιμετωπίσουν το Πρώτο Τάγμα. Βοήθεια θα βρουν από την Λέια και φυσικά, τους παλιούς φίλους που ενώνονται για την τελική μάχη. Η Ρέι συνεχίζει να επικοινωνεί με έναν περίεργο τρόπο με τον Κάιλο Ρεν και αρχίζει να αμφισβητεί τις δυνάμεις της, ενώ ένας κακός από το παρελθόν κάνει την εμφάνιση του και αποκαλύπτει μυστικά που θα αλλάξουν τα δεδομένα…
“Μετά το Γάμο”
(“After the Wedding”) Δραματική ταινία, αμερικανικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Μπαρτ Φρόιντλιχ, με τους Τζούλιαν Μουρ, Μισέλ Γουίλιαμς, Μπίλι Κρούνταπ, Άμπι Κουίν, Ουίλ Τσέιζ κ.ά.
Δραματική ταινία, στα όρια του δακρύβρεχτου, που θέλει να μιλήσει για πολλά, αλλά κάπου τα μπερδεύει όλα, για να επικρατήσει τελικά η ευκολία του κλισέ. Πρόκειται για το ριμέικ της ομότιτλης ταινίας του 2006 απ’ την Δανέζα Σουζάνε Μπίερ και όπως συμβαίνει συνήθως στα αμερικάνικα ριμέικ, είναι κατώτερη από το πρωτότυπο, καθώς το στόρι ξεκόβεται από τους σύνθετους χαρακτήρες, οι οποίοι εγκλωβίζονται στη μανιέρα.
Μια Αμερικανίδα που εργάζεται σε κάποιο ορφανοτροφείο της Καλκούτα ταξιδεύει στις ΗΠΑ για να εξασφαλίσει μια μεγάλη χορηγία από μία πλούσια επιχειρηματία και θα επιστρέψει το δράμα της ζωής της, δηλαδή το παιδί που νόμιζε ότι παράτησε σε κάποιο ίδρυμα και τον άνδρα με τον οποίο το απέκτησε.
Μια ταινία που θέλει να μιλήσει για τον πλούτο, που δεν συνοδεύεται απαραίτητα από το χρήμα, τις ενοχές των πλουσίων, αλλά και τις… ευαισθησίες τους, για την κατάσταση που επικρατεί στον Τρίτο Κόσμο, το δράμα μιας νεαρής μητέρας που παρατά το παιδί της, αλλά και μια σειρά από υποθέματα τα οποία μάλλον θα αποπροσανατολίσουν τον θεατή.
Από κει και πέρα, η αφήγηση του Φρόιντλιχ μάλλον είναι χλωμή, επίπεδη σε μεγάλο βαθμό και το μόνο που μένει είναι κάποιες δακρύβρεχτες σκηνές, που εκβιάζουν τη συγκίνηση του θεατή.
Μισέλ Ουίλιαμς και Τζούλιαν Μουρ το παλεύουν και προσπαθούν να κρατήσουν τις δραματικές στιγμές σε ένα όριο, ενώ ο Μπίλι Γκρούνταπ μοιάζει αμήχανος και μάλλον εκτός κλίματος.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ…. Στα περίχωρα της ερειπωμένης, αρχαίας πόλης της Καλκούτα βρίσκεται ένα ορφανοτροφείο. Η Iζαμπελ έχει δουλέψει σκληρά για να φροντίζει τα παιδιά που ζουν εκεί. Όντας σε απελπιστική οικονομική ανάγκη για να κρατήσει το ορφανοτροφείο σε λειτουργία, έχει φαινομενικά βρει τον τέλειο ευεργέτη και πρέπει να ταξιδέψει στην Νέα Υόρκη για να συναντήσει την γυναίκα που προθυμοποιήθηκε να την βοηθήσει.
“Το Εγχειρίδιο του Κακού”
(“The Field Guide to Evil”) Ταινία τρόμου, νεοζηλανδικής παραγωγής του 2018, σε σκηνοθεσία Γιάννη Βεσλεμέ, Πίτερ Στρίκλαντ, Ανιέσκα Σμοζίνσκα, Ασίμ Αχλουάλα, Καν Εβρενόλ, Σεβερίν Φιαλά, Βερόνικα Φραντς, Κατρίν Γκέμπε, Κάλβιν Ρίντερ, με τους Μαρλίν Χάουζερ, Αντζρέι Κονόπκα, Κλοντ Ντουχάμελ, Τζίλον Γκάι, Μπίργκιτ Μινιχμάιερ, Σάρα Ναβρατίλ, Βαγγέλη Μουρίκη κ.ά.
Ταινία τρόμου για όσους θέλουν να ανατριχιάσουν με κάτι διαφορετικό από τα συνηθισμένα και τις γνωστές φόρμες made in America. Μια σπονδυλωτή ταινία, από εννέα νέους σκηνοθέτες- εραστές του τρόμου κι ανάμεσά τους και ο δικός μας Γιάννης Βεσλεμές. Εδώ, σε αυτό το πρωτότυπο σχέδιο την αφορμή για τον τρόμο τον δίνουν τοπικοί θρύλοι βγαλμένοι από τη λαϊκή παράδοση και τα παραμύθια.
Όπως συμβαίνει συνήθως στις σπονδυλωτές ταινίες, διαφορετικών σκηνοθετών (και από διαφορετικές χώρες), το συνολικό αποτέλεσμα είναι άνισο, με κάποια κομμάτια της να κερδίζουν το στοίχημα και κάποια να περνούν ως ένα αδιάφορο διάλειμμα για το επόμενο επεισόδιο. Πάντως, όλες οι ιστορίες αναδεικνύουν τη σχέση των θρύλων, των λαϊκών παραδόσεων και του πολιτισμικού υπόβαθρου κάθε χώρας με τον φόβο και το ασυνείδητο.
Το σίγουρο είναι ότι η ταινία δεν απευθύνεται στους φαν του είδους, κυρίως τους πιτσιρικάδες, αλλά κυρίως σε ένα κοινό που μπορεί να διακρίνει τις διαφορετικές αποχρώσεις του φόβου από κάθε μέρος του πλανήτη, αλλά και την αδιόρατη γραμμή που τις ενώνει.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Οκτώ νέοι σκηνοθέτες από την Ευρώπη και την Αμερική, λάτρεις του είδους της ταινίας τρόμου, συνθέτουν σκηνές από τους δικούς τους τοπικούς θρύλους και τα παραμύθια που τους κράτησαν άγρυπνους τα βράδια. Μια φαντασμαγορική εξερεύνηση του μύθου και της λαϊκής παράδοσης, με ιστορίες εμπνευσμένες από τη σκοτεινή λαογραφία οχτώ διαφορετικών χωρών, μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα.
“Playmobil: Η Ταινία”
(“Playmobil: The Movie”) Παιδική ταινία κινουμένων σχεδίων, αμερικανικής και γαλλικής παραγωγής του 2019, σε σκηνοθεσία Λίνο Ντι Σάλβο.
Ακόμη μία παιδική ταινία κινουμένων σχεδίων, αυτή τη φορά από τα Playmobil, που μπαίνουν σε μια περιπέτεια απ’ αυτές που απευθύνονται αποκλειστικά στο πολυπληθές νηπιακό και παιδικό κοινό. Πλέον, έχει γίνει παράδοση εδώ και κάποια χρόνια κάθε εταιρία παιχνιδιών, που κυριαρχεί στην αγορά, να κάνει και τη δική της ταινία, πλασάροντας το προϊόν της, με τη δύναμη της εικόνας.
Η ταινία προβάλλεται μεταγλωττισμένη.
ΜΕ ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ… Όταν ο μικρότερος αδελφός του Τσάρλι εξαφανίζεται απροσδόκητα στο μαγευτικό, κινούμενο σύμπαν του Playmobil, η Μάρλα καταβάλει όλες της τις προσπάθειες για να επιστρέψει σπίτι. Ενώ ξεκινάει το φανταστικό της ταξίδι στους εντυπωσιακούς νέους κόσμους, η Μάρλα συνεργάζεται με μερικούς απίθανους και ηρωικούς νέους φίλους: τον ομαλό οδηγό τροχόσπιτων Ντελ, τον αστείρευτο και χαρισματικό μυστικό πράκτορα Ρεξ Ντάσερ, ένα ολόψυχο ρομπότ, μία νεράιδα και πολλούς άλλους. Μέσα από τη ζωντανή τους περιπέτεια, η Μάρλα και ο Τσάρλι συνειδητοποιούν ότι ανεξάρτητα από το τι συμβαίνει στη ζωή, ο καθένας μπορεί να επιτύχει το οτιδήποτε όταν πιστεύει στον εαυτό του!
“Ντοκουμέντο – Η Μάχη της Αθήνας”
Ντοκιμαντέρ, ελληνικής παραγωγής του 1982, σε σκηνοθεσία Τάσσου Λέρτα.
Ιστορικό ντοκιμαντέρ, με σπάνιο υλικό και πολύ καλά διαχειρίσιμο, για τα σημαντικότερα γεγονότα της ελληνικής ιστορίας, από την 4η Αυγούστου του 1936 έως την 4η Δεκεμβρίου του 1944.
Πρόκειται για το ακυκλοφόρητο ντοκιμαντέρ (ψηφιακά αποκατεστημένο) του Τάσσου Λέρτα, ο οποίος για δέκα χρόνια ταξίδεψε σε πολλές χώρες για να αναζητήσει την αλήθεια, ψάχνοντας σε ατομικές συλλογές και κινηματογραφικά αρχεία εκείνων των δύσκολων χρόνων.
Η ταινία αποτυπώνει την επικράτηση του Μεταξά και των φασιστών, το χρονικό από τη νίκη των Ελλήνων δημοκρατών επί του φασισμού και την τραγική κατάληξη των αγώνων τους, όταν με παρέμβαση των Βρετανών, αλλά και την ύπαρξη άλλων γεγονότων, βρέθηκαν στην πλευρά των ηττημένων.
ΑΠΕ