Σαν σήμερα: Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 1935 απεβίωσε στη Βιέννη ο Γερμανός Καραβαγγέλης
Ο διορισμός τού Γερμανού Καραβαγγέλη εις την Μητροπολιτικήν περιφέρειαν Καστοριάς υπήρξεν ιδιαιτέρως επιτυχής. Η Μητροπολιτική αυτή περιφέρεια, εκτεινομένη από της Κωμοπόλεως Φράσαρη τής Βορείου Ηπείρου μέχρι σχεδόν τής λίμνης τού Οστρόβου (Αρνίσσης) και από τής Μικράς Πρέσπας καί τού Υψιπέδου τής Κορυτσάς, μέχρι τής Βούρμπιανης και τού Βογατσικού, κατείχε την νευραλγικωτέραν και την σημαντικωτέραν περιοχήν, εν σχέσει με την αντιμετώπισιν τής απειλής των Βουλγαρικών κομιτάτων. Περιελαμβάνετο εις αυτήν ή ορεινή περιοχή των Κορεστίων, ή οποία προσεφέρετο διά την ανάπτυξιν ανταρτικών δυνάμεων. Το πλεονέκτημα τούτο ωφείλετο αφ’ ενός μεν εις την φυσικήν διαμόρφωσιν τού εδάφους της και το φιλελεύθερον πνεύμα των κατοίκων της, αφ’ ετέρου δε εις την κεντρικήν της θέσιν ως προς τας πόλεις Κορυτσάς, Φλωρίνης, Μοναστηρίου καί Καστορίας. Διά την Ελλάδα ή Μητροπολιτική περιφέρεια τής Καστορίας είχεν ακόμη μεγαλυτέραν σημασίαν. Γειτνιάζουσα μέ το ελεύθερον Ελληνικόν κράτος, απετέλει αναγκαστικόν ενδιάμεσον σταθμόν διά κάθε Ελληνικήν ενέργειαν και δράσιν, ή οποία θα εξεδηλούτο προς ολόκληρον την περιφέρειαν τής Δυτικής Μακεδονίας. 0ι κάτοικοι τής Περιφερείας καί ιδιαιτέρως οι των Κορεστίων, παρουσιάζοντο πολύ ακμαίοι, εργατικοί, δραστήριοι και τολμηροί. Είχον δε όλοι των ανεπτυγμένον το φιλελεύθερον πνεύμα καί παρέμενον ζωηραί εις αυτούς οι αναμνήσεις και οι ηρωισμοί των Κλεφτών και των Αρματολών, των αγωνισθέντων εις την περιφέρειάν των καθ’ όλην σχεδόν την διάρκειαν τής Τουρκοκρατίας. Λόγω τής αγόνου φύσεως τού εδάφους, αν και πάντοτε παρέμενον συνδεδεμένοι μέ τας γενετείρας των, εξεπατρίζοντο ευκόλως. Ένεκα τούτου εκεί όπου μετέβαινον επηρέαζον την Κοινήν Γνώμην περί τού φρονήματος καί τής εθνικότητος τής Δυτικής Μακεδονίας. 0ι Βούλγαροι εκτιμήσαντες ορθώς την αξίαν τής περιφερείας Καστοριάς και κυρίως των Κορεστίων, είχον από των πρώτων ακόμη ετών τής επιθέσεώς των προσανατολίσει προς την περιοχήν αυτήν ικανοτάτους βοεβόδας και προπαγανδιστάς και είχον επιδείξει ιδιαίτερον ενδιαφέρον διά την επικράτησίν των. Επωφεληθέντες δε τής ψυχολογικής καταστάσεως τών κατοίκων επέτυχον ταχέως να γίνουν κύριοι τού τόπου καί αι βλέψεις των ήρχισαν να επεκτείνωνται μέχρι τού Αλιάκμονας και των Καστανοχωρίων.
Κατά το έτος 1900, όταν έφθασεν εις Καστορίαν ό Γερμανός Καραβαγγέλης, ή κατάστασις τής περιφερείας παρουσιάζετο συγκεχυμένη και απαισιόδοξος διά τον Ελληνισμόν και το Πατριαρχείον. Ισχυραί Βουλγαρικαί συμμορίαι περιέτρεχον την ύπαιθρον και τα χωρία μετεπήδουν εις την Εξαρχίαν. Το ένα μετά το άλλο τα ερείσματα τού Ελληνισμού έπιπτον. 0 Καραβαγγέλης όμως δεν ήτο από τούς ανθρώπους πού επτοούντο από τας αντιξοότητας. Γεννηθείς εις το χωρίον Στύψη Λέσβου το 1866, από πατέρα καταγόμενον εκ Ψαρών, είχε διατηρήσει εις τας φλέβας του όλην την ηρωικήν φλόγα τών ναυμάχων τού 1821. Νέος εις την ηλικίαν, άνθρωπος εντυπωσιακής φυσιογνωμίας μέ αρτίαν φιλοσοφικήν, θεολογικήν καί ιστορικήν μόρφωσιν, ληφθείσαν από την θεολογικήν Σχολήν τής Χάλκης καί τά Πανεπιστήμια Λειψίας και Βόννης, διέθετε όλα τά εχέγγυα όπως εργασθή επωφελώς διά τον Ελληνισμόν εις την νευραλγικήν περιοχήν Καστορίας. Είχεν ήδη δώσει δείγματα τής ισχυράς προσωπικότητός του καί τής δραστηρίας αποδοτικότητός του όταν ήτο επίσκοπος εις το Πέραν τής Κωνσταντινουπόλεως. Από τού Φεβρουαρίου 1896 μέχρι τού διορισμού του εις την Μητρόπολιν Καστορίας, είχεν επιδείξει εις την περιφέρειαν αυτήν εξαίρετον οργανωτικήν ικανότητα. Αναδιωργάνωσε τα σχολεία τού Πέραν επί σταθερών Ελληνικών βάσεων καί εδημιούργησε νέα τοιαύτα, προς ευρυτέραν διάδοσιν τού Ελληνικού πνεύματος. Παραλλήλως είχεν επιδείξει και αξιοσημείωτον αποφασιστικότητα. Δεν είχε διστάσει να απομακρύνη βιαίως και να «κείρη εν χρω» Ουνίτην ιερέα, ο οποίος προστατευόμενος από την Γαλλικήν Πρεσβείαν, διέσυρε την ορθοδοξίαν. Αυτός ο διορισθείς εις την Μητρόπολιν Καστορίας ιεράρχης, απετέλει τον κατάλληλον άνθρωπον εις την κατάλληλον θέσιν.
Μία από τας πρώτας ενεργείας τού Καραβαγγέλη υπήρξεν η επίσκεψίς του εις Μοναστήριον και η από κοινού εξέτασις τής καταστάσεως μετά τού εκεί Προξένου τής Ελλάδος Σταματίου Κιουζέ Πεζά. Ο διπλωματικώς αυτός υπάλληλος είχεν αποδυθή την εποχήν εκείνην εις έντονον δραστηριότητα εις την περιφέρειάν του, προσπαθών να συγκρατήση διά τών πενιχρών μέσων πού διέθετε την κομιτατικήν λαίλαπα. Είχεν επιτύχει να οργανώση αποδοτικόν δίκτυον πληροφοριοδοτών και ενημερούτο διά κάθε πολιτικήν ή στρατιωτικήν κίνησιν, τόσον τής ΕΜΕΟ, όσον καί τών Τούρκων. Μέ αλλεπαλλήλους εκθέσεις του ενημέρωνε την Ελληνικήν Κυβέρνησιν επί των συμβαινόντων και έκρουε συνεχώς τον κώδωνα τού κινδύνου διά τον Ελληνισμόν. 0ι δύο άνδρες συναντηθέντες και γνωρισθέντες, αλληλοεξετιμήθησαν και έθεσαν τας βάσεις τής περαιτέρω συνεργασίας των. Έκτοτε με αγαθήν σύμπνοιαν, αλληλοβοηθούμενοι και αλληλοσυμπληρούμενοι, θα εβάδιζον από κοινού την δύσβατον οδόν τής αποστολής των, ό μεν Πεζάς εις το Μοναστήριον, με τούς κατασκόπους του και τας διαμαρτυρίας του προς τας Τουρκικάς Αρχάς, ό δε Καραβαγγέλης εις την Καστορίαν, μέ τας εμψυχωτικάς του περιοδείας και τας εντυπωσιακάς τον ενεργείας.
Αμέσως μετά την επιστροφήν του εκ τού Μοναστηρίου, ό Καραβαγγέλης ήρχισε να περιέρχηται την επαρχίαν του. Έφιππος με μοναδικήν συνοδείαν τον καβάσην του Εμίν, πάνοπλος όμως μέ τυφέκιον, πιστόλιον και σταυρωτάς εις τα στήθη του τας φυσιγγιοθήκας, μετέβαινεν από χωρίον εις χωρίον. Εις έκαστον εξ αυτών ενεθάρρυνε τούς πιστούς εις το Πατριαρχείον κατοίκους, ελειτούργει τας κλειστάς εκκλησίας και δεν εδίσταζε να απαιτή ενόπλως τας κλείδας τούτων, όταν τού τας ηρνούντο οι φανατικοί σχισματικοί. Εις μιαν περίπτωσιν εις το Κονομπλάτι (Μακροχώριον), τον μόνιμον τόπον διαμονής τού φανατικού βοεβόδα Μήτρου Βλάχου, οι σχισματικοί ηρνήθησαν να τού παραδώσουν τας κλείδας τής εκκλησίας. Ο Καραβαγγέλης όμως βοηθούμενος από τον Εμίν, έθραυσε την θύραν και ελειτούργησε την εκκλησίαν άνευ ούδεμιας επεμβάσεως των καταπλήκτων σχισματικών. Εις μιαν άλλην περίπτωσιν εις την Ζαγορίτσανην (Βασιλειάδα)‚ κατά την οποίαν οι βοεβόδαι Τσακαλάρωφ καί Μήτρος Βλάχος είχον εκδηλώσει διαθέσεις να τον φονεύσουν, ό Καραβαγγέλης εζήτησε την συνοδείαν Τουρκικού αποσπάσματος. Υπό την κάλυψιν τούτου εξησφάλισε και πάλιν τας κλείδας τής εκκλησίας και ελειτούργησεν αυτήν, χωρίς να συμβή ουδέν το δυσάρεστον.
Η ηρωική αυτή στάσις τού Καραβαγγέλη ενεψύχωσε τούς παραμένοντας πιστούς εις το Πατριαρχείον κατοίκους και ανύψωσε το ηθικόν των. Μέ την πάροδον τού χρόνου οι χωρικοί ήρχισαν να ενθαρρύνωνται και να εγκαταλείπουν την μοιρολατρικήν συμπεριφοράν των. Οι απομακρυνθέντες εκ τού φόβου από τα χωρία των καί καταφυγόντες εις Καστορίαν, ήρχισαν να επανέρχωνται εις αυτά. Τα χωρία Ρούλια (Κώττα), Τύρνοβον (Πράσινον), Τύρσια (Τρίβουνον), Δρανοβένη (Κρανιώνα), Γκαμπρέσι (Γαύρος) και Τσερνόβιστα (Μαυρόκαμπος) επανήλθον εις την ορθοδοξίαν. Παραλλήλως εις τα παραμείναντα πιστά χωρία Κωστενέτσι (Ιεροπηγή), Σμαρδέσι (Κρυσταλλοπηγή), Μπρέσνιτσα (Βατοχώρι), Μποσδίβιστα (Χαλάρα) και άλλα, εσταθεροποιήθη το Ελληνορθόδοξον κόμμα και οι ελληνόφρονες ήρχισαν να οργανούνται υπό τας οδηγίας του Μητροπολίτου. Εντός μικρού χρονικού διαστήματος συνεκροτήθη ή πρώτη Ελληνική οργάνωσις και εσχηματίσθησαν εις τα χωρία οι πρώτοι πυρήνες τής Ελληνικής αντιστάσεως, τους οποίους απετέλεσαν επιτροπαί εκ προκρίτων.
Ειδικώτερον εις το Πισοδέρι ήσαν οι Παπασταύρος Τσάμης, Λάζαρος Τσάμης και Μιχαήλ Χασόπουλος. Εις το Ζέλοβον (Ανταρτικόν) οι αδελφοί Λιαντζάκηδες (Τράικος, Μιχαήλ, Σίμος καί Γεώργιος), ό Ναούμ Μήρτσος και Ηλίας Μήρτσος, ο Ηλίας Γαδούτσης και οι διδάσκαλοι Νικόλαος καί Σίμος. Εις Μπρέσνιτσα (Βατοχώρι) οι Γιάννης Ζάϊκος, Τράϊκος Ζάϊκος, Λάζαρος Ζάϊκος, Γιάννης
Πάνος, Πέτρος Παπαγεωργίου, Χρήστος Παπαγεωργίου και Γεώργιος Καραολάνης. Εις Σμαρδέσι (Κρυσταλλοπηγή) οι Ηλίας, Γεώργιος, Ζήσης και Χαράλαμπος Κοβατσίδαι, οι Νικόλαος, Γάκης και Βάνες Γκίτσος, ό Λάζαρος Κλετσίδης, οι Λάζαρος, Γιάννης και Νικόλαος Κίρτσος, ό Κώστας Τζατριάς, οι Βασίλειος και Αθανάσιος Καράτζιας, οι Λάμπρος και Κώστας Κοροβέσης, ό Χρήστος Πεπελίδης, ό Παπαχρήστος Μακρής και ό Φίλιππος Μακρής. Εις Βερνίκι ό Κώστας Νταηλάκης, Χρήστος Πασαλής, Μέλιος Σταύρου, Λάζαρος Πίνκος, Παύλος Σιαίνης, Παύλος Ζαΐμης και Ιωάννης Νταηλάκης. Εις Κωστενέτσι (Ιεροπηγή) οι Βασίλειος Τσεμάνης, Τράϊκος Εμμανουήλ, Μιχαήλ Καρτσιάκος, Στέφανος
Καρτσιάκος, Αντώνιος Τερζής, Γιάννης Γούλιος, διδάσκαλος Πέντος, Παναγιώτης και Χρήστος Καλίνης, Πέτρος Μπίτσος, Γιάννης και Τρύφων Ρούκας. Εις Λαμπάνιτσα (Άγιος Δημήτριος) οι αδελφοί Γούλιου, ό Παπαγερμανός και ό Ναούμ Δημητριάδης. Εις Δύμπενι (Δενδροχώρι) οι Παπαδημήτρης, Λουμπουρίδης και Τσεμάνης. Εις Μποσδίβιστα (Χαλάρα) Γ. Κολίτσης, Παπαηλίας
και Λάμπρος Παπαδόπουλος. Εις Τσερνόβιστα (Μαυρόκαμπον) ό Δ. Παπαδόπουλος. Εις Δρανοβένη (Κρανιώνα) οι Β. Σεκολίδης καί Χρ. Λοβάτσος. Εις Ρούλια (Κώττα ) οι Β. Παπαδόπουλος και Απ. Τοπάλης. Εις Τύρνοβον (Πράσινον) οι Ναούμ Γιάμος, Λάζαρος και Φώτης. Εις Μπέσφινα (Σφήκα) ό Στέργιος Δούκας. Εις Μπούκοβικ (Οξυά) ό Μποζίνης Γρηγορόπουλος. Εις Όροβνικ (Καρυαί)
ό Χρ. Παπαδόπουλος. Εις Απόσκεπον οι Απ. Λουκάρης, Ζήσης Ουζούνης και Χατζημάγγας. Εις Γέρμαν (Αγ. Γερμανός) ό Ευάγγελος Δαμουλής. Εις Ρούδαρη (Καλλιθέα) ό Νικ. Καρούλας. Εις Ζουπάνιστα (Λεύκη) οι Παπαργύρης, Ναούμ, Αναστάσιος και Λάζαρος Αποστολίδης και ό Αναστάσιος Νικολάου. Εις Σίστεβον (Σιδηροχώριον) οι Χρήστος θεοχάρης καί Νάκε Χρήστου. Εις το Νεστράμι (Νεστόριον) ό Μάρκος Παπατέρπος.
Η οργάνωσις ήτο μυστική, πολλά δε εκ των μελών της παρουσιάζοντο και ως μέλη τής ΕΜΕΟ, διά να αποφύγουν την μάχαιραν του Κομιτάτου. Κρυφίως όμως συνεννοούντο μεταξύ των καί μέ τον Καραβαγγέλην, προσπαθούντα να αποδιοργανώσουν την ισχυράν Βουλγαρικήν οργάνωσιν. Τούτο ήτο εύκολον την εποχήν εκείνην, διότι ή ΕΜΕΟ είχε κηρύξει ευρείαν στρατολογίαν και δεν υπεχρέωνε ακόμη τα μέλη της να απαρνηθούν το Πατριαρχείον ή το εθνικόν των φρόνημα. Ανεξαρτήτως τής θρησκευτικής ή εθνολογικής τοποθετήσεως εκάστου, η ΕΜΕΟ κατέτασσεν εις τας τάξεις της κάθε Μακεδόνα, αρκεί να απεδέχετο τας διακηρύξεις της περί αυτονόμου δήθεν Μακεδονίας. Διά τής Μεθόδου αυτής κατετάγη εις το κομιτάτον ακόμη και ό μεγαλύτερος στυλοβάτης του Ελληνισμού των Κορεστίων Παπασταύρος Τσάμης, ιερεύς του Πισοδερίου και μετ’ αυτού όλα σχεδόν τά μέλη τής προαναφερθείσης οργανώσεως.
Κατά τας αρχάς Μαΐου 1902 οι ηγέται τής ΕΜΕΟ, υπό εξαιρετικώς δραματικάς συνθήκας, επληροφορήθησαν την ύπαρξιν τής Ελληνικής οργανώσεως. Τον Μάρτιον τού 1902 δύο μέλη τής οργανώσεως οι εκ Μποσδιβίστης (Χαλάρας) Γεώργιος Γκιάμος και Παπαηλίας είχον μεταβή κατόπιν εντολής τού Καραβαγγέλη εις Αθήνας διά να υποδείξουν εις την Αστυνομίαν τον ευρισκόμενον εις Αθήνας Τσακαλάρωφ. Ατυχώς ό φανατικός καί πανέξυπνος βοεβόδας τούς αντελήφθη εγκαίρως και έσπευσε να εξαφανισθή. 0ταν δε επέστρεψεν εις τα Κορέστια, επεσκέφθη μετά τού Πάντο Κλιάσεφ την Χαλάραν και την νύκτα τής 15ης Μαΐου εφόνευσε τούς δύο Έλληνας πατριώτας, κατά τρόπον αγριώτατον. Εκ τής προηγηθείσης τού φόνου μαρτυρικής ανακρίσεως εις την οποίαν υπεβλήθησαν τα δύο θύματα επληροφορήθησαν οι ηγέται τής ΕΜΕΟ ότι ό Καραβαγγέλης είχεν υποσχεθή εις τον λαόν όπλα, ως επίσης και ενόπλους ομάδας, αι οποίαι θα κατέφθανον εξ Ελλάδος διά την προστασίαν των.
Ευθύς μετά την αποκάλυψιν αυτήν, διά να πτοήσουν οι βοεβόδαι το φρόνημα των Ελλήνων, προέβησαν εις σειράν αγρίων φόνων και απέδωσαν εις τα θύματά των την κατηγορίαν τού συνεργάτου τών Τουρκικών Αρχών. Συγκεκριμένως εφόνευσαν εις Σμαρδέσιον (Κρυσταλλοπηγήν) τον Λάζαρον Κόρτσον, εντός τού χωρίου του καί υπό τα όμματα των συγχωριανών του, εις δε την Δύμπενην (Δενδροχώρι) τον Βασίλειον Τσεμάνην. Επίσης εις Κωστενέτσι (Ιεροπηγήν) τον Τράϊκον Εμμανουήλ, εις Δρανοβένη (Κρανιώνα) τον Β. Σεκολίδην καί εις Σίστεβον (Σιδηροχώριον) τον Νάκε Χρήστου. 0 Ελληνισμός όμως είχε πλέον αρχίσει να οργανώνεται και οι φόνοι αυτοί έφερον αντίθετον αποτέλεσμα. Αι υποσχέσεις τού Καραβαγγέλη δεν ήσαν απλά προπαγανδιστικά λόγια. Πριν αυτός προσκομίση εξ Ελλάδος τας υποσχεθείσας ενόπλους ομάδας, διά τας οποίας ευρίσκετο ήδη εις διαπραγματεύσεις με ωρισμένας σημαντικάς προσωπικότητας τών Αθηνών, συνέλαβεν άλλο σχέδιον περισσότερον αποτελεσματικόν.
Μετά από συντόνους προσπαθείας, επέτυχε να έλθη εις επαφήν με τον ηρωϊκόν οπλαρχηγόν των Κορεστίων Κωνσταντίνον Κώττα, ό οποίος αν και ήτο αρχηγός συμμορίας τής ΕΜΕΟ, διέφερεν εν τούτοις σημαντικώς από τον συνήθη τύπον τών Βουλγάρων ηγετών της.
Πηγή: Ο Μακεδονικός Αγών, έκδ. ΓΕΣ.