Όσο ήταν στην αντιπολίτευση η Νέα Δημοκρατία επέκρινε, έως και σε βαθμό χλευασμού, την ύπαρξη του πρωθυπουργικού γραφείου στη Θεσσαλονίκη.
Του Νίκου Νικολαΐδη
Διαβάζω ότι η Μαρία Αντωνίου συγγράφει και θα παρουσιάσει τον απολογισμό των έργων της, ενδεχομένως εντός του Μαρτίου, εάν προλάβει να τον ολοκληρώσει. Ξέρω, διερωτάσθε πολλοί ποια είναι η Μαρία Αντωνίου; Είναι πρώην βουλευτίνα Καστοριάς η οποία από τις αρχές του περασμένου Αυγούστου, διορίστηκε διευθύντρια του εν Θεσσαλονίκη παραρτήματος του πρωθυπουργικού γραφείου.
Δεν γνωρίζω ποιο είναι το έργο της. Δεν θέλω να την αδικήσω. Ενδεχομένως να υπήρξε και να ήταν τόσο διακριτικό και αθόρυβο που δεν το πήραμε είδηση. Ας περιμένουμε, λοιπόν, τον απολογισμό της. Όμως στην πολιτική, το ζητούμενο δεν είναι τα πρόσωπα, είναι οι θεσμοί και οι λειτουργίες τους.
Το παράρτημα του πρωθυπουργικού γραφείου στη Θεσσαλονίκη είναι μια άτυπη, παρακυβερνητική δομή, παντελώς περιττή και αχρείαστη, τη στιγμή μάλιστα, που στον ίδιο όροφο του Διοικητηρίου, στεγάζεται το υφυπουργείο Μακεδονίας Θράκης. Όσο ήταν στην αντιπολίτευση η Νέα Δημοκρατία επέκρινε, έως και σε βαθμό χλευασμού, την ύπαρξη αυτού του γραφείου, αλλά στη συνέχεια, όταν έγινε κυβέρνηση, άλλαξε γνώμη.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης δέχθηκε πολλές οχλήσεις από πολλούς τοπικούς γαλάζιους πολιτευτές οι οποίοι πίεζαν για τη διατήρησή του καθώς αναζητούσαν ρόλους στη νέα κρατική – κυβερνητική δομή. Τελικώς το κατάφεραν, έστω μερικώς καθώς, ναι μεν ο πρωθυπουργός επείσθη για τη χρησιμότητά του, ασχέτως εάν το τίμησε μία και μόνη φορά με την παρουσία του, αλλά τοποθέτησε επικεφαλής στέλεχος εκτός Θεσσαλονίκης.
Το παράρτημα του Μεγάρου Μαξίμου μπήκε στη ζωή της πόλης το φθινόπωρο του 2016 κατόπιν απόφασης του τότε πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα. Ήταν μια κίνηση η οποία υπηρετούσε τις ανάγκες, κυρίως του ΣΥΡΙΖΑ και δευτερευόντως της πόλης. Την εποχή εκείνη ο μείζων κυβερνητικός εταίρος δεν διέθετε κανένα έρισμα στην Θεσσαλονίκη. Το ΥΜΑΘ είχε δοθεί λάφυρο στους ΑΝΕΛ, η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας ελεγχόταν από τη Νέα Δημοκρατία, στον δε δήμο κουμάντο έκανε ο πάντα απρόβλεπτος Γιάννης Μπουτάρης.
Ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος είχε ήδη στο μυαλό του το σχέδιο επίλυσης της εκκρεμότητας με τα Σκόπια, ήθελε να αντισταθμήσει τις αναμενόμενες εκλογικές απώλειες από τη μετέπειτα συμφωνία των Πρεσπών, με την επίδειξη αυξημένου ενδιαφέροντος για την πόλη. Το παράρτημα του πρωθυπουργικού γραφείου ήταν η ενδεδειγμένη λύση καθώς, ως νέος θεσμός, ο οποίος θα λειτουργούσε ανεξάρτητα και έξω από την παραλυτική κυβερνητική γραφειοκρατία, θα μπορούσε να του προσφέρει τα γρήγορα αποτελέσματα που προσδοκούσε.
Επιπλέον, αποτέλεσε το όχημα της ταχείας πολιτικής ανέλιξης της Κατερίνας Νοτοπούλου, κάτι που επίσης ενδιέφερε τον Τσίπρα ο οποίος αναζητούσε ένα φρέσκο πρόσωπο για να εκπροσωπήσει τον ΣΥΡΙΖΑ στην πόλη. Άλλωστε, μετά την υφυπουργοποίηση της Νοτοπούλου, τον Αύγουστο του 2018, το πρωθυπουργικό γραφείο περιήλθε σε πλήρη απαξίωση.
Παρά ταύτα, ο Τσίπρας δικαιούται να ισχυρίζεται ότι πέτυχε όλους τους στόχους του. Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρά τη φθορά των Πρεσπών, τα πήγε περίφημα στη Θεσσαλονίκη, η δε Νοτοπούλου έγινε πράγματι το πρώτο βιολί του κόμματος στην πόλη. Βεβαίως, για να είμαι δίκαιος, όλο αυτό το εγχείρημα είχε και ορισμένες παράπλευρες οφέλειες για τη Θεσσαλονίκη, με μεγαλύτερη αυτήν της παραχώρησης του πρώην στρατοπέδου Παύλου Μελά στον ομώνυμο δήμο.
Ωστόσο, η συνέχιση λειτουργίας αυτού του γραφείου είναι πλέον παντελώς περιττή. Η ΝΔ και ο Μητσοτάκης ό,τι είναι να κάνουν για την πόλη, μπορούν να το υλοποιήσουν μέσω του ΥΜΑΘ. Επιπλέον, στα κυβερνητικά σχέδια είναι, υποτίθεται, η περαιτέρω αναδιανομή αρμοδιοτήτων υπέρ της αυτοδιοίκησης, περιφερειακής και τοπικής. Προς τι λοιπόν η συνέχιση της λειτουργίας ενός πρωθυπουργικού παραρτήματος, όταν μάλιστα, το σνομπάρει ακόμη και ο ίδιος ο πρωθυπουργός;