Άργος ΟρεστικόΚαστοριάΠαλαιά Καστοριά

Σαν σήμερα το 1906: Η μάχη του Καστανόφυτου

Η μάχη του Καστανόφυτου έγινε στις 7 Μαΐου 1906 μεταξύ ένοπλων ελληνικών, βουλγαρικών και οθωμανικών τμημάτων στο Καστανόφυτο (πρώην Οσνίτσανη).
Αποτελεί μια από τις πιο γνωστές και σημαντικές μάχες της περιόδου του Μακεδονικού Αγώνα, η οποία αναγνωρίστηκε από την ελληνική Πολιτεία με το «Β.Δ. 709/1960» (Φ.Ε.Κ. 183/19.11.1960) το οποίο καθιέρωσε και την τέλεση ετήσιου επίσημου μνημόσυνου «Υπέρ των εν πολέμοις πεσόντων εν Καστανοφύτω Μακεδονομάχους».

Το ιστορικό

Ο ανθυπολοχαγός του Πεζικού, Αντώνιος Βλαχάκης (γνωστότερος με το ψευδώνυμο «Καπετάν Λίτσας»), ήταν ένας από στρατιωτικούς που οργάνωσε και χρηματοδότησε δικό του εθελοντικό σώμα αγωνιστών που συμπλέκονταν με τους Βούλγαρους στην περιοχή της Καστοριάς. Στις 4 Μαΐου του 1906, ο Βλαχάκης, – που εκείνη την περίοδο διοικούσε ένα νεοσύστατο καλά οπλισμένο σώμα 85 ανταρτών- έλαβε διαταγή από το Κέντρο Μοναστηρίου, να επιτεθεί στο εξαρχικό χωριό της Οσνίτσανης – το μικρό ορεινό χωριό Καστανόφυτο (πρώην Οσνίτσανη) (κοινότητα σήμερα του Δήμου Άργους Ορεστικού του Νόμου Καστοριάς) που βρίσκεται στην περιοχή του Βοΐου και αποτελεί κομμάτι της ομάδας των Καστανοχωρίων).
Ο Βλαχάκης, με υπαρχηγό τον επίσης Μανιάτη Λεωνίδα Πετροπουλάκη («καπετάν Λεωνίδας») βρισκόταν στρατοπευδεμένος, στο μοναστήρι του Αγίου Αθανασίου στη Ζακόβιστα.
Στις 4 τα ξημερώματα της Κυριακής 7 Μαΐου 1906 οι άνδρες του Λίτσα λαμβάνουν τις θέσεις στα γειτονικά υψώματα και κατόπιν συνεννόησης με ντόπιους κατοίκους εισβάλλουν στο χωριό.
Το Καστανόφυτο υπερασπίζονται 100 Βούλγαροι κομιτατζήδες που βρίσκονταν κρυμμένοι μέσα στα σπίτια. Ο καπετάν Λίτσας βλέποντας την επίθεση να μην προχωρά, αποφασίζει να τοποθετήσει βόμβα σε μια αποθήκη, γίνεται όμως αντιληπτός, πυροβολείται και η βόμβα εκρήγνυται στα χέρια του. Θανάσιμα τραυματισμένος μεταφέρεται έξω από το χωριό, όπου λίγο πριν ξεψυχήσει δίνει εντολές για ανανέωση της επίθεσης. Όταν φτάνει στην τοποθεσία δύναμη 750 αντρών του Οθωμανικού στρατού, η μάχη γέρνει κατά των Ελλήνων.
Η βουλγάρικη ομάδα με αρχηγό τον Μήτρο Βλάχο, καταφέρνει και διαφεύγει, και το ίδιο προσπαθεί να κάνει και η ελληνική. Ωστόσο οι Έλληνες καταδιώκονται από τους Οθωμανούς στρατιώτες.
Με τον θάνατο των Βλαχάκη και Πετρουλάκη, αρχηγός του σώματος αναλαμβάνει ο ντόπιος οπλαρχηγός Λουκάς Κόκκινος. Ο Κόκκινος – ο οποίος έλαβε μέρος και στη μάχη, πυρπολώντας το σπίτι του κομιτατζή Δούκα, – μαζί με τον υπαρχηγό του, Βαγγέλη Βλάχο, ή «καπετάν Βαγγέλη», και την εναπομείνασα ομάδα, εισβάλλουν στις 2 Ιουνίου 1906 στο κοντινό χωριό Έζερετς (σημ. Πετροπουλάκι Καστοριάς) και το καταστρέφουν, προκειμένου να εκδικηθούν τους Βούλγαρους που σκότωσαν τον Βλαχάκη. Ο Λούκας Κόκκινος, βρήκε στη συνέχεια και εκτέλεσε, γράφει ο Ι. Καραβίτης στα απομνημονεύματά του, και τον πράκτορα των Τούρκων Σλιάχα, που κατέδωσε την επίθεση. Ο κομιτατζής Νικ. Βλάχος, που θεωρήθηκε υπεύθυνος για τον αποτρόπαιο θάνατο του Λεωνίδα Πετροπουλάκη, δολοφονείται από τον Τούρκο αγροφύλακα της Οσνίτσανης, Σέλιο, ύστερα από συνεννόηση με Έλληνες της περιοχής. Οι κομιτατζήδες εκτελούν τον «φιλέλληνα Τούρκο» σε ενέδρα τον Ιούλιο του 1906 καθώς και τις Άννα Κατσιάπη, Βάια Κάρτζου, και Σουλτάνα Τάγκου, κατοίκους της Οσνίτσανης καθώς ορθά τις υποπτεύονται για συνεργασία με τους μακεδονομάχους.

Απώλειες

Στις οχτώμισι ώρες που κράτησε σκοτώθηκαν 24 Έλληνες, και τραυματίστηκαν 11. Ονομαστικά, πάντως, γνωρίζουμε 16 Έλληνες νεκρούς κατά τη διάρκεια της μάχης και της καταδίωξής τους από τους Οθωμανούς. Οι νεκροί κομιτατζήδες είναι 9.
Οι Τούρκοι μετρούν βαρύτατες απώλειες: 138 νεκρούς οπλίτες εκ των οποίων 6 αξιωματικοί και 38 τραυματίες. Τουρκικές πηγές αναφέρουν ότι κατά τη μάχη αυτή βλήθηκαν 50 με 55 χιλιάδες φυσίγγια· αριθμός που φανερώνει το πείσμα των αγωνιζομένων και τη σφοδρότητα της σύγκρουσης.

Το πρώτο μνημόσυνο

Στις 21 Μαΐου του 1906, ήμερα κατά την οποία ιστορείται ότι τελέστηκε το πρώτο μνημόσυνο των πεσόντων Ελλήνων μαχητών στην γειτονική Δαμασκηνιά, προΐστατο ο ίδιος ο μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης, ενώ το πλήθος των Καστανοχωριτών που, αθρόα συνέρρευσε λίγες μόνο ημέρες μετά τα τραγικά γεγονότα, αψηφώντας ανοιχτά την τρομοκρατία των αδίστακτων συμμοριών των κομιτατζήδων, για να αποδώσει τιμή και ευγνωμοσύνη στους τάφους των ηρώων ήταν τόσο πολύ που το προσκύνημα κράτησε έως τις βραδινές ώρες.

Επίλογος

Η μάχη της Οσνίτσανης δεν ήταν ούτε μάταιη ούτε ήσσονος σημασίας για την έκβαση του Μακεδονικού Αγώνα. Αντίθετα, καθόρισε σε μεγάλο βαθμό την έκβασή του τουλάχιστον στον κρίσιμο ορεινό όγκο των Καστανοχωρίων, όπου ο συντονισμός του αγώνα συναντούσε πολλές δυσχέρειες για την ελληνική πλευρά λόγω της γεωγραφικής απομόνωσής τους από το Μοναστήρι και τη Θεσσαλονίκη. Επέτρεψε στα χωριά να ανασάνουν από την ασυδοσία των Βουλγάρων και βοήθησε την ελληνική πλευρά να ανακτήσει τον έλεγχό τους και να αυξήσει την επιρροή της σε αυτά γεγονός που ο ιστορικός Βασ. Γούναρης αποτιμά ως «στρατηγικό πλεονέκτημα με αναμφίβολη σημασία» και σημειώνει ότι: «Από τα Καστανοχώρια δεκάδες εξαρχικοί αποχωρούσαν στη Βουλγαρία, προφανώς για να αναδιοργανωθούν, καθώς η περιοχή είχε περιέλθει στον έλεγχο των ελληνικών σωμάτων». Συνεπώς, η Οσνίτσανη, την 7η Μαΐου του 1906, έγκαιρα σηματοδότησε την αρχή του τέλους για το βουλγαρικό κομιτάτο στα Καστανοχώρια και στη Μακεδονία και έστειλε ένα ηχηρό μήνυμα αντίστασης στην χειμαζόμενη Μακεδονία, την ελεύθερη Ελλάδα και την Ευρώπη

wikipedia

 

Back to top button