Πέρασαν 2 χρόνια από τότε που για μια στιγμή πήρε ζωή ο στρατώνας στο Μάθιουδακη.
Η Καστοριά που έχει τα φόντα σύμφωνα με την υπουργό πολιτισμού για “υψηλής ποιότητας τουρισμό” έρχεται σε αντίφαση με την διαχρονική πολιτική σε ότι αφορά τον σεβασμό της πολιτιστικής ιστορίας της.
Σε μια περιοχή που αφήνει οτιδήποτε θυμίζει “οθωμανικό” να το λιώνει ο χρόνος, μέχρι να χαθεί, να λησμονηθεί, να σβήσει από την ιστορία. Δεν μπορεί αυτή η περιοχή να δεχθεί την ιστορία της, θέλει να την ξαναγράψει όπως γουστάρουν οι παραχαράκτες της. Αυτοί που θεωρούν πολιτισμό το να φυτεύεις, ξέρω γω, σταυρούς με led-οταινίες στις κορυφές των βουνών, αλλά δεν μπορούν να σκεφτούν ως πολιτισμό ότι είναι πέρα από το βεληνεκές του ενδόμυχου φανατισμού τους.
Μάλλον όχι δεν μπορούν να σκεφτούν. Δεν είναι χαζοί. Δεν γουστάρουν και κατάφεραν να το επιβάλλουν. Το επέβαλαν και το ακούς σε κάθε λέξη, το βλέπεις στην γενική αισθητική, το μυρίζεις σαν μούχλα, το γεύεσαι σαν ληγμένο, λες και η ζωή έχει σταματήσει.
Αισθάνεσαι τον τόπο ετοιμόρροπο, σαν εκείνο το κτίριο. Επειδή αυτό το κτίριο είναι ρίζα του, η μοίρα του εξαρτάται από τον τόπο και ο τόπος εξαρτάται από το πως χειρίζεται τα κτίριά του.
Είδα όμως μια σπίθα. Είδα την ελπίδα.
Που για λίγο φώτισε ζεστά το στοιχειωμένο τόπο. Σαν φλας φωτογραφικής μηχανής.