Στο δεύτερο μυθιστόρημα της η Σοφία Κλειούση συνεχίζει να μας γοητεύει με τον θαυμάσιο τρόπο χειρισμού της γλώσσας και την λυρικότητα της αφήγησης.
Αλλά στα αφηγήματα αυτά με τον γενικό τίτλο “Μνήμες Εδεσματολογίου” , μια νέα λογοτεχνική της δύναμη, συνδυασμένη με την επαγγελματική άνεση της στη δομή του λόγου, έρχεται και μας εκπλήσσει ευχάριστα.
Το χιούμορ! Που σαν σπάνιο μπαχαρικό αρτύζει τις μνήμες εδεσματολογίου, νοστιμίζοντας τες άψογα.
Με ενέσεις χιούμορ σε μελετημένες δόσεις, περιγράφει τα τεκταινόμενα στα αφηγήματα αυτά. Η πλοκή τους δεν λαμβάνει χώρα , όπως στο εμβληματικό της μυθιστόρημα “Λόπου Σετς”, στα άραχλα προγονικά βουνά του παρελθόντος με τους πολέμους και τα βάσανα, που πλήττουν με τη συχνότητα πληγών του Φαραώ τους πρωταγωνιστές εκείνου του έργου. Εδώ ξεδιπλώνονται στο ασφαλές περιβάλλον της γραφικής λιμναίας πόλης. Εξελίσσονται μάλιστα στις ανέφελες εποχές των τελευταίων δεκαετιών του 20ου αιώνα.
Άγχη και προβλήματα μικρότερης βαρύτητας , ανησυχίες παιδικές, εφηβικές και της πρώτης νιότης: Η απόκτηση έγχρωμης τηλεόρασης, τα μπάνια του λαού, η γεύση του τσιζ κέικ, οι πρώτοι έρωτες, μετατρέπονται από τη συγγραφέα σε τιτάνια προβλήματα που μαστιγώνουν ανελέητα την αφηγήτρια, έρμαιο των προσωπικών της δραμάτων, που η εκ των υστέρων θεώρηση τα φωτίζει απαλείφοντας τις κίβδηλες σκιές .
Κοινά δράματα ενός μέλους μιας οικογένειας της ελληνικής επαρχίας της εποχής, που την κυβερνούν οι παλιότερες γενιές με τη φυσική ή μη παρουσία τους , αραδιάζουν σοφία, πείρα, απωθημένα , αφέλεια , και συσσωρευμένο συντηρητισμό , μεταμφιεσμένο πολλές φορές σε προοδευτικότητα. Το παρελθόν φυσικά διαμορφώνει τον ψυχισμό της αφηγήτριας, που όμως στο τελευταίο αφήγημα με τίτλο “το μαντηλάκι πέρασε” έρχεται να μας προσφέρει με ευτυχώς βελούδινα χαστούκια , την απολύτρωση από το βάρος της έγνοιας του παρελθόντος, μέσω του παιδικού βλέμματος .
Τα αφηγήματα αυτά δεν συγκινούν μόνο όσους βλέπουν να παρελαύνει με ύποπτη ακρίβεια ,η παιδική και εφηβική τους ηλικία, σε παρόμοιους “άψογους σχηματισμούς” , αλλά και όλους όσους βρεθήκαμε στα θρανία της πρώτης Δημοτικού και ταυτιστήκαμε με αυτό που τόσο καυστικά περιγράφει η Σοφία Κλειούση: Με μια θλιβερή αγέλη αδαών νηπίων…
Ρωμύλος Μαντζούρας