Μια ιστορία από τα παλιά, καθόλου τιμητική για τον τρόπο που η Ελλάδα αντιμετώπισε τους πρόσφυγες μας θυμίζει ο ιστορικός Ραϋμόνδος Αλβανός
Οι πρόσφυγες αντιμετώπιζαν ταυτόχρονα την απόλυτη φτώχεια καθώς και ένα σαφώς εχθρικό περιβάλλον.
Μπορεί να είχαν θετική αντιμετώπιση και βοήθεια από το κράτος αλλά, από την άλλη, η τοπική κοινωνία είχε ήδη διαμορφώσει τα δικά της δίκτυα σχέσεων στα οποία εκείνοι γίνονταν αντιληπτοί ως παρείσακτοι.
Είναι χαρακτηριστικό δημοσίευμα που αναφερόταν στην έντονη διαμαρτυρία προσφύγων συνοικισμού της περιοχής της Καστοριάς, σύμφωνα με το οποίο τα Θεοφάνεια του 1926, ο αρχιμανδρίτης είχε συνεννοηθεί με κάποιο ντόπιο που του είπε («στη μακεδονική διάλεκτο») να ρίξει το σταυρό σε μια συγκεκριμένη θέση με αποτέλεσμα το σταυρό να το πιάσει ο ντόπιος.
Και έτσι οι πρόσφυγες πάγωσαν γυμνοί τσάμπα στην προσπάθειά τους να τον πιάσουν .
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με τα έθιμα της εποχής όποιος έπιανε το σταυρό τον έβαζε σε ένα δίσκο και γυρνούσε τα σπίτια της πόλης μαζεύοντας χρήματα. Συνεπώς όποιος τα κατάφερνε πετύχαινε και ένα σημαντικό οικονομικό εισόδημα.
Οι πρόσφυγες δεν κάθισαν με σταυρωμένα τα χέρια. Εννέα κολυμβητές υπέγραψαν κείμενο διαμαρτυρίας, το οποίο δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα Καστορία στις 31/1/26
«Και ενώ ημείς βυθισμένοι παρ’ όλο το ψύχος, εντός του ύδατος εις το μέσον του ποταμού αναμένομεν να πέση ο σταυρός εις το κατάλληλον μέρος ερρίφθη ούτος προς τα δεξιά παρά την παραλίαν και υπό την αψίδα της γέφυρας, όπου τον ανέμενε ο σκοπίμως εκεί τοποθετηθείς… όστις και εισελθών αμέσως εις τον ποταμόν τον ανέσυρε».
Από το βιβλίο Ραϋμόνδος Αλβανός, Σλαβόφωνοι και πρόσφυγες. Κράτος και πολιτικές ταυτότητες στη Μακεδονία του Μεσοπολέμου, Επίκεντρο, 2019, σ. 47
Φωτογραφία από το αρχείο του Δημήτρη Τσουρτσούλα