Ο Νικόλαος Γκολέτσης ήταν οπλαρχηγός της Ελληνικής Επανάστασης από το Βουρβουτσικό (Επταχώρι) Καστοριάς, γι’ αυτό σε μερικές πηγές εμφανίζεται με το επώνυμο Βουρβουτσιώτης ή Μπουρμπουτζιώτης. Ήταν εγγράμματος και για τον λόγο αυτό τον Μάιο του 1812 επιλέχθηκε από τον Αλή Πασά ως ο γραμματέας που θα βοηθά την επικοινωνία με τα χωριά της Χρούπιστας (Άργους Ορεστικού) που είχε στη δικαιοδοσία του.
Τον Φεβρουάριο του 1822, έναν χρόνο από το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης και αφού ήδη είχε δολοφονηθεί ο Δήμος Ντόσας ο πρώτος καπετάνιος του χωριού, ο Μάρκος Μπότσαρης έστειλε μήνυμα στον Γκολέτση και του ζήτησε τη συνδρομή του χωριού στον Αγώνα. Γκολέτσης και Μπότσαρης ήταν γνωστοί από την αυλή του Αλή Πασά. Εκείνος συγκρότησε σώμα 110 πολεμιστών, 70 από το Επταχώρι και 40 από τα γύρω χωριά και ξεκίνησε τον αγώνα τον Μάιο του 1822 στο πλάι του Μάρκου. Το σώμα Γκολέτση συμμετείχε στις μάχες της Πλάκας (30 Ιουν – 1 Ιουλ 1822), του Πέτα Άρτας (4 Ιουλ 1822), της πρώτης Πολιορκίας του Μεσολογγίου (25 Νοε – 31 Δεκ 1822) και του Κεφαλόβρυσου (8-9 Αυγ 1823), όπου σκοτώθηκε ο Μπότσαρης.
Στα χρόνια του Εμφυλίου Πολέμου, το σώμα Γκολέτση ακολούθησε τον Γέρο του Μοριά Θεόδωρο Κολοκοτρώνη στην Πελοπόννησο μέχρι τον Ιανουάριο του 1825, που εκείνος φυλακίστηκε. Ο Κολοκοτρώνης απένειμε τον βαθμό του Εκατόνταρχου στον Γκολέτση και έχρισε οπλαρχηγούς τους Μανέλλα, Ντόνη και Κ. Ντόσα, υιό του Δήμου Ντόσα. Εν συνεχεία, ο Γκολέτσης στράφηκε στους Ρουμελιώτες και ειδικότερα στον Γεώργιο Καραϊσκάκη, τον οποίο ακολούθησε μέχρι το θάνατό του. Το αποδεκατισμένο σώμα Γκολέτση των 40 ατόμων πλέον πήρε μέρος στην ολέθρια μάχη Κρεμμυδίων Μεσσηνίας (7 Απρ 1825) και τις μάχες Καρβασαρά (Αμφιλοχίας) Ακαρνανίας (28 Σεπ 1825), Χαϊδαρίου (6-8 Αυγ 1826) και Δόμβραινας Βοιωτίας (16 Οκτ 1826). Μετά τη μεγαλειώδη μάχη της Αράχωβας (18 – 24 Νοε 1826) απονεμήθηκε στον Γκολέτση ο βαθμός του Χιλίαρχου και ο ίδιος ο Καραϊσκάκης του δώρισε δύο σπαθιά με ιδιόχειρη αφιέρωση. Συνέχισαν στις μάχες Κερατσινίου (4-5 Μαρ 1827), Φαλήρου (22-23 Απρ 1827), οπότε και σκοτώθηκε ο Καραϊσκάκης.
Μετά από ομηρικές μάχες 5,5 ετών ο καπετάν Γκολέτσης με τους 30 συντρόφους που του απέμειναν επέστρεψε στο τουρκοκρατούμενο Βουρβουτσικό, μεταμφιεσμένοι ως συνεργείο κτιστών. Εργάστηκε για λίγα χρόνια ακόμη στον οικογενειακό υδρόμυλο και δολοφονήθηκε άδοξα λίγα χρόνια αργότερα από συγχωριανό του. Ο μύλος του Γκολέτση ή Γκιουλέκα σώζεται μέχρι σήμερα στο Επταχωρίτικο ποτάμι και αποκαταστάθηκε πριν λίγα χρόνια από τον Φιλοπροοδευτικό Σύλλογο Απανταχού Επταχωριτών.
Βιβλιογραφία: Δ.Κ Ρούφος, Ανέκδοτα Ιστορικά του Επταχωρίου (Βουρβουτσικού) από τους αρχαίους χρόνους μέχρι σήμερον, ανέκδοτο χειρόγραφο (τμήματά του χειρόγραφου δημοσιεύθηκαν στα: Δ. Τσίγκαλος, Το Επταχώρι: χίλια χρόνια στις εθνικές επάλξεις, Θεσ/νίκη 1979· Κ. Μάνος, Επταχώρι Καστοριάς. Ιστορικά και κοινωνιολογικά δεδομένα, εκδ. Συλλόγου «Φίλοι Μουσείου Μακεδονικού Αγώνα» Νομού Καστοριάς, Καστοριά 2012) | Ν. Κασομούλης (επιμ. Γ. Βλαχογιάννης), Ενθυμήματα στρατιωτικά της Επαναστάσεως των Ελλήνων (1821-1833), Αθήναι 1940 | Δ. Τσίγκαλος, Το Επταχώρι: χίλια χρόνια στις εθνικές επάλξεις, Θεσ/νίκη 1979
(φωτ. Θ. Βρυζάκης, Το στρατόπεδο του Καραϊσκάκη (1855), λάδι σε μουσαμά, Εθνική Πινακοθήκη)