Καστοριά

Κωνσταντίνος Αυγίκος: Τα λέιζερ έχουν πολλές εφαρμογές στην oφθαλμολογία, η γνωστότερη των οποίων είναι οι διαθλαστικές επεμβάσεις

Στο δεύτερο μέρος της συνέντευξης με τον Χειρουργό Οφθαλμίατρο κ. Κωνσταντίνο Αυγίκο, θα αναφερθούμε στις διαθλαστικές ανωμαλίες των ματιών και τη θεραπεία τους με λέιζερ. Θα δούμε ποιες είναι οι απαραίτητες προϋποθέσεις για μια τέτοια επέμβαση, θα μάθουμε πόσο ασφαλής μέθοδος είναι, γιατί είναι δημοφιλής και αν, τελικά, μπορούμε να απαλλαγούμε οριστικά από τους βαθμούς μας.

Αρθρογράφος: Ελένη Κωστοπούλου 

Κύριε Αυγίκο, σας ευχαριστώ που είστε ξανά κοντά μας για να συζητήσουμε για ένα θέμα το οποίο αφορά πολύ κόσμο. Μιλάμε για τις επεμβάσεις με λέιζερ στα μάτια, και όπως καταλαβαίνετε, τα ερωτήματα του κόσμου είναι αρκετά. Ας ξεκινήσουμε όμως από το πιο βασικό: Τί κάνει το λέιζερ; Ποιες παθήσεις θεραπεύει;

Τα LASERs έχουν πολλές εφαρμογές στην Οφθαλμολογία, η γνωστότερη των οποίων είναι οι διαθλαστικές επεμβάσεις. Κατά τη διενέργειά τους μια εξαιρετικά ακριβής δέσμη, ελεγχόμενη από σύγχρονα μηχανήματα και, φυσικά, από το χειρουργό, τροποποιεί το σχήμα του κερατοειδούς χιτώνα ώστε να διορθωθούν οι διαθλαστικές ανωμαλίες του ασθενούς (μυωπία, υπερμετρωπία, αστιγματισμός).

Είναι ασφαλής μέθοδος για την οριστική απαλλαγή από τη χρήση γυαλιών;

Οι διαθλαστικές επεμβάσεις κουβαλούν πίσω τους μια ιστορία περίπου 40 ετών. Από τις ακτινωτές κερατοτομές της δεκαετίας του ‘70 που γίνονταν με το χέρι κι ένα νυστέρι φτάσαμε σήμερα στο αντίθετο άκρο: σε επεμβάσεις όπου το μάτι δεν το ακουμπάει καν ανθρώπινο χέρι. Στη μακρόχρονη αυτή πορεία κάποιες μέθοδοι εγκαταλείφθηκαν, νέες μέθοδοι ανακαλύφθηκαν κι εξελίχθηκαν, γνώση συσσωρεύτηκε, νέα μηχανήματα τέθηκαν στη διάθεση των χειρουργών και γενικά έγινε μια κοσμογονία. Αποτέλεσμα είναι να έχουμε πλέον καταλήξει σε βαθμό ασφάλειας πάνω από 99%, μιλώντας πιθανότατα για τις πιο ασφαλείς επεμβάσεις σε όλη την Ιατρική. Σκεφτείτε ότι οι μικροβιακές λοιμώξεις του κερατοειδούς είναι σπανιότερες μετά από μια τέτοια επέμβαση συγκριτικά με τη χρόνια χρήση φακών επαφής.

Ποιος είναι ο κατάλληλος υποψήφιος για να υποβληθεί σε επέμβαση με λέιζερ στα μάτια; Υπάρχουν κάποιες περιπτώσεις που θα αποτρέπατε έναν ασθενή να κάνει λέιζερ;

Βασική προϋπόθεση για να συζητήσουμε το ενδεχόμενο μιας τέτοιας επέμβασης είναι να θέλει κάποιος να απαλλαγεί από τα γυαλιά ή τους φακούς επαφής του. Θα πρέπει να έχει την κατάλληλη ηλικία, η συνταγή των γυαλιών του να είναι σταθερή για τους τελευταίους έξι τουλάχιστον μήνες και η κατάσταση των ματιών αλλά και του οργανισμού του να επιτρέπουν την ασφαλή διεξαγωγή της επέμβασης. Υπάρχουν νοσήματα οφθαλμολογικά και συστηματικά που αποτελούν σχετικές αλλά και απόλυτες αντενδείξεις για μια τέτοια επέμβαση. Αυτά θα πρέπει να ανιχνευθούν στον προεγχειρητικό έλεγχο που οφείλει να είναι ενδελεχής διότι αποτελεί το σημαντικότερο τμήμα της όλης διαδικασίας.

Πολλοί μάς ρωτάνε: “αν έχω μυωπία και αστιγματισμό μπορώ να κάνω λέιζερ;”

Σαφώς. Μια διαθλαστική επέμβαση μπορεί να διορθώσει και συνδυασμούς αμετρωπιών, αρκεί να είναι μέσα στα όρια που επιτρέπει η ανατομία του κάθε οφθαλμού αλλά και η φύση της μεθόδου.

Κάποιες γυναίκες θέλουν να κάνουν επέμβαση αλλά το αναβάλλουν για μετά την εγκυμοσύνη.  Δικαιολογείται το σκεπτικό τους;

Χαίρομαι που μου δίνετε την ευκαιρία να ξεκαθαρίσω μια αρκετά κοινή παρανόηση. Κάποιες γυναίκες, όχι όλες, θα δουν τους βαθμούς της αμετρωπίας τους να αλλάζουν λίγο κατά τη διάρκεια της κύησης. Αυτό οφείλεται σε ορμονικούς παράγοντες και οι βαθμοί τους επανέρχονται στην αρχική συνταγή μετά την πάροδο ενός εξαμήνου από τον τοκετό. Η παροδική αυτή μεταβολή μπορεί να συμβεί είτε η γυναίκα έχει υποβληθεί σε διαθλαστικό χειρουργείο είτε όχι. Συνεπώς δεν έχει κανένα νόημα η αναβολή. Το αποτέλεσμα ενός διαθλαστικού χειρουργείου δεν θα “χαλάσει” από την κύηση.

Να ξεκαθαρίσουμε όμως κάτι όσον αφορά στη μυωπία: το laser αλλάζει μόνο το σχήμα του κερατοειδούς ώστε να εξαφανιστούν οι βαθμοί. Δεν αλλάζει την ανατομία των βαθύτερων στοιβάδων του ματιού οι οποίες στα μυωπικά μάτια είναι πιο λεπτές. Συνεπώς, όσες έγκυες έχουν υποβληθεί σε διαθλαστικές επεμβάσεις για διόρθωση μυωπίας θα πρέπει να ενημερώνουν το μαιευτήρα τους ώστε να ζητήσει βυθοσκόπηση από οφθαλμίατρο που θα εκτιμήσει αν μπορεί να γίνει φυσιολογικός τοκετός χωρίς αυξημένο κίνδυνο για ρωγμή ή αποκόλληση αμφιβληστροειδούς. Τυχόν προηγηθείσα διαθλαστική επέμβαση δεν αυξάνει τον κίνδυνο για κάτι τέτοιο αλλά ούτε τον ελλατώνει.

Μπορεί να διορθωθεί και η πρεσβυωπία;

Η διόρθωση της πρεσβυωπίας αποτελεί διακαή πόθο των διαθλαστικών χειρουργών. Πολλές μέθοδοι έχουν δοκιμαστεί και έδειξαν ότι μπορούν κατά περίπτωση να προσφέρουν καλά αποτελέσματα αρκεί να υπάρχουν ρεαλιστικές προσδοκίες. Παρ’ όλα αυτά, δεν μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι έχει βρεθεί η απόλυτη λύση για την αντιμετώπισή της.

Η πιο δοκιμασμένη τεχνική ονομάζεται monovision: αφήνεται εσκεμμένα λίγη μυωπία στο δευτερεύοντα οφθαλμό προκειμένου να βλέπει καλύτερα κοντά. Ο εγκέφαλος αναλαμβάνει να συνθέσει τις εικόνες που λαμβάνει από τα δύο μάτια και αυτό φαίνεται να λειτουργεί ικανοποιητικά σε ποσοστό 80% των υποψηφίων.

Ο μηχανισμός της προσαρμογής στην κοντινή όραση, που αρχίζει να δυσλειτουργεί μετά την τέταρτη δεκαετία της ζωής, είναι αρκετά πολύπλοκος για να μπορεί να υποκατασταθεί από μία απλή παρέμβαση στο σχήμα του κερατοειδή. Αν θέλουμε πιο θεαματικά αποτελέσματα διαφαίνεται ότι θα πρέπει να κινηθούμε βαθύτερα στο μάτι αντικαθιστώντας τον κρυσταλλοειδή φακό με κάποιον πολυεστιακό ενδοφακό τελευταίας τεχνολογίας.

Είναι η διαδικασία επώδυνη ή ανώδυνη; Πόση ώρα διαρκεί μια διαθλαστική επέμβαση;

Ένα συνηθισμένο διαθλαστικό χειρουργείο που διεξάγεται από μια έμπειρη ομάδα (χειρουργός, τεχνικός, εργαλειοδότης) με τη χρήση ενός σύγχρονου μηχανήματος δεν απαιτεί παραμονή μεγαλύτερη του τετάρτου της ώρας στη χειρουργική αίθουσα. Η διαδικασία είναι σαφώς ανώδυνη. Αν ακολουθηθεί η μέθοδος LASIK (ενδοστρωματική κερατοσμίλευση) ή η εξέλιξή της femto-LASIK, το μόνο που θα νοιώσει ο ασθενής είναι μια πίεση στο μάτι του για κάποια δευτερόλεπτα μέχρι να δημιουργηθεί ο απαραίτητος κρημνός (flap).

Είναι άμεση η βελτίωση της όρασης;

Ανάλογα με τη μέθοδο, ο χρόνος αποκατάστασης της όρασης μπορεί να ποικίλει. Στη μέθοδο LASIK η όραση αρχίζει να καθαρίζει μετά από μερικές ώρες φτάνοντας πολύ κοντά στο τελικό αποτέλεσμα από την επόμενη κιόλας μέρα. Αυτός είναι ένας από τους λόγους που κατέστησαν τη μέθοδο αυτή ιδιαίτερα δημοφιλή. Ακόμη, όμως, κι αν επιλεγεί η φωτοδιαθλαστική κερατεκτομή (PRK και παραλλαγές της) ένα πολύ μεγάλο ποσοστό της όρασης ανακτάται από την 4η – 5η κιόλας μέρα. Συνεπώς, πρόκειται για επεμβάσεις με άμεσο αποτέλεσμα που επιτρέπουν τη γρήγορη επιστροφή του χειρουργημένου στην κανονικότητα.

Πότε μια επέμβαση θεωρείται επιτυχής;

Αν η οπτική οξύτητα μετεγχειρητικά (εννοείται χωρίς διόρθωση) φτάνει αυτή που είχε ο ασθενής προεγχειρητικά με την καλύτερη δυνατή διόρθωση, τότε η επέμβαση θεωρείται επιτυχής. Υπάρχουν, βέβαια, περιπτώσεις που καταφέρνουμε να την ξεπεράσουμε κιόλας καθ’ ότι τα μηχανήματα μας δίνουν τη δυνατότητα να διορθώσουμε περισσότερες παραμέτρους στο οπτικό σύστημα του οφθαλμού απ’ ότι τα γυαλιά ή οι φακοί επαφής.

Μετά τη διόρθωση της όρασης με λέιζερ μπορεί να υπάρξουν κάποιες επιπλοκές; 

Μετεγχειρητικές επιπλοκές παρατηρούνται πλέον σε εξαιρετικά μικρό ποσοστό και οι περισσότερες είναι αναστρέψιμες. Είναι πιθανό να έχουμε μια παροδική ξηροφθαλμία μετά από LASIK ή μια, παροδική επίσης, θόλωση της όρασης μετά από PRK που αντιμετωπίζονται αμφότερες φαρμακευτικά με τοπικά σκευάσματα. Κάποιοι μπορεί να χάσουν ένα μικρό ποσοστό της ικανότητας να βλέπουν καλά στο μισοσκόταδο, αν και ελάχιστοι θα ενοχληθούν από αυτό. Γενικότερα, οι σοβαρές επιπλοκές έχουν καταστεί πλέον εξαιρετικά σπάνιες.

Τι πρέπει να κάνει ο χειρουργημένος μετά την επέμβαση και τί θα πρέπει να αποφύγει;

Θα πρέπει να ακολουθήσει τις οδηγίες του χειρουργού οι οποίες μπορεί να διαφέρουν ανάλογα με τη μέθοδο που χρησιμοποιήθηκε. Κοινό τόπο αποτελούν η αποφυγή έκθεσης σε καπνό, σκόνη και υπερβολικά ξηρή ατμόσφαιρα για τις πρώτες ημέρες. Ο χειρουργημένος θα πρέπει να είναι συνεπής στην εφαρμογή του θεραπευτικού σχήματος που συνήθως περιλαμβάνει διάφορα είδη σταγόνων και να αποφύγει να τρίβει τα μάτια του ακόμη κι αν αισθάνεται τσούξιμο ή φαγούρα. Σε μικρό χρονικό διάστημα τα συμπτώματα υφίενται και η όραση αποκαθίσταται αλλά οι σταγόνες θα πρέπει να μπαίνουν για αρκετό καιρό προκειμένου να εξασφαλιστεί η ομαλή μετεγχειρητική πορεία.

Τι θα απαντούσατε σε κάποιον αν σας έλεγε: “Φοβάμαι να προχωρήσω στη διόρθωση της όρασης με λέιζερ. Κι αν κάτι συμβεί;”

Θα του απαντούσα ότι πρόκειται για επεμβάσεις με εξαιρετικό προφίλ ασφαλείας των οποίων οι ελάχιστες επιπλοκές είναι στη συντριπτική τους πλειοψηφία διορθώσιμες. Άλλωστε, κίνδυνος σοβαρής μόλυνσης του κερατοειδούς δημιουργείται και από τη χρόνια χρήση φακών επαφής καθώς και κίνδυνος ατυχήματος από τη χρήση διορθωτικών γυαλιών σε υψηλές αμετρωπίες όπου η περιφερειακή όραση είναι περιορισμένη.

Πριν κλείσουμε την συνέντευξη θα ήθελα αν μπορείτε να απαντήσετε στο ερώτημα μιας αναγνώστριας, η οποία ρωτάει: “Σε απότομες κινήσεις βλέπω για λίγα δευτερόλεπτα μαύρα στίγματα, θα πρέπει να ανησυχήσω;”

Το σύμπτωμα αυτό, άσχετο βέβαια με τις διαθλαστικές επεμβάσεις, στις περισσότερες περιπτώσεις δεν έχει ιδιαίτερη κλινική σημασία, ειδικά αν έχει περάσει σε μια φάση χρονιότητας. Θα πρέπει, όμως, να αντληθούν περισσότερες πληροφορίες όπως ο χρόνος εκδήλωσής του, η διάρκειά του, αν υπάρχουν συνοδά συμπτώματα και ποια είναι η γενικότερη κατάσταση του ματιού. Πολλές φορές, τέτοια συμπτώματα κρύβουν μια διαθλαστική ανωμαλία που δεν έχει διορθωθεί ή, σπανιότερα αποτελούν προάγγελο παθήσεων που απαιτούν άμεση αντιμετώπιση. Σε κάθε περίπτωση θα τη συμβούλευα να εξεταστεί από οφθαλμίατρο.

Κλείνοντας την ενημερωτική αυτή συνέντευξη, υπάρχει κάτι άλλο που θα θέλατε να προσθέσετε;

Το οπλοστάσιο της διαθλαστικής χειρουργικής δεν περιλαμβάνει πια μόνο τα LASER. Η εμπειρία έδειξε ότι οι επεμβάσεις αυτού του είδους στον κερατοειδή οφείλουν να έχουν κάποια όρια προκειμένου να διατηρούν υψηλό προφίλ ασφάλειας. Έτσι, χρειάστηκε να μελετηθούν λύσεις και για τα μάτια που βρίσκονται εκτός αυτών των ορίων.

Την τελευταία δεκαετία είναι καταιγιστικές οι εξελίξεις στον τομέα των ενδοφακών, των τεχνητών δηλαδή φακών που μπαίνουν στο μάτι μετά από μια επέμβαση καταρράκτη. Αυτοί μπορούν πλέον να διορθώσουν όχι μόνο τη μυωπία και την υπερμετρωπία, όπως είχαμε συνηθίσει, αλλά και τον αστιγματισμό και την πρεσβυωπία. Επιπλέον, η είσοδος των femtosecond laser στην Οφθαλμολογία μας έδωσε περαιτέρω δυνατότητες παρέμβασης και τελειοποίησε παλαιότερες τεχνικές όπως η εφαρμογή ενδοκερατοειδικών δακτυλίων.

Πλέον, υπάρχει τουλάχιστον μία ασφαλής και αποτελεσματική λύση για όποιον θέλει να απαλλαγεί οριστικά από τα γυαλιά ή τους φακούς επαφής, βελτιώνοντας άμεσα την ποιότητα ζωής του.

Σας ευχαριστώ πολύ που μου δώσατε την ευκαιρία να απευθυνθώ στους αναγνώστες σας, επιλύοντας ελπίζω αρκετές απορίες τους γύρω από τη διαθλαστική χειρουργική.

Θα ήθελα να σας ευχαριστήσω για μία ακόμη φορά για την ενημερωτική συνέντευξη που μάς παραχωρήσατε και για το χρόνο που μάς διαθέσατε.

Εφημερίδα ΝΕΑ ΚΑΣΤΟΡΙΑ

Back to top button