Η ιερολαγόνια άρθρωση βρίσκεται στην πύελο και συνδέει τα λαγόνια οστά (λεκάνη) με το ιερό οστό (το χαμηλότερο μέρος της σπονδυλικής στήλης πάνω από τον κόκκυγα) και αποτελεί την πιο πολύπλοκη και την πιο ισχυρή άρθρωση του ανθρώπινου σώματος. Η ιερολαγόνια άρθρωση, είναι υπεύθυνη για την απορρόφηση των κραδασμών και την ελάττωση των δυνάμεων πρόσκρουσης προς τη σπονδυλική στήλη. Μάλιστα πολλές φορές αποκαλείται και ως «αμορτισέρ» (shock absorber), καθώς ανακόπτει την ένταση που τίθεται στην οσφυϊκή μοίρα της ΣΣ και τους μεσοσπονδύλιους δίσκους.
Η βασική λειτουργία του ιερολαγόνιου συνδέσμου, είναι να μεταφέρει το βάρος από το επάνω μέρος του σώματος στα κάτω άκρα. Συνεπώς, είναι ένας πολύ δυνατός σύνδεσμος που μπορεί να υποστηρίξει πολύ αποτελεσματικά ολόκληρο το βάρος του πάνω μέρος του ανθρώπινου σώματος. Εξαιτίας αυτού, διαθέτει πολύ μεγάλη σταθερότητα σε βάρος της κινητικότητας, πράγμα που είναι απαραίτητο για την βάδιση και την όρθια στάση. Όλοι οι άνθρωποι έχουμε δύο ιερολαγόνιους ιστούς, έναν στα δεξιά και έναν στα αριστερά, οι οποίοι συχνά βρίσκονται σε αρμονία. Η σταθερότητα τους επιτυγχάνεται κυρίως μέσω ενός συνδυασμού οστικής κατασκευής και πολύ δυνατών εσωτερικών και εξωτερικών συνδέσμων.
Πως το βάδισμα και η όρθια στάση επηρεάζουν την δυσλειτουργία του Ιερολαγόνιου Συνδέσμου
Στις περισσότερες περιπτώσεις πόνου στη μέση, το περπάτημα συνιστάται ως ένας ιδανικός τρόπος να μειωθεί ο πόνος και να επαναρρυθμιστεί ο κορμός. Αυτό όμως δεν ισχύει για την περίπτωση που ο πόνος οφείλεται στον ιερολαγόνιο σύνδεσμο.
Γιατί;
Εάν ένα άτομο εμφανίσει σημαντική αδυναμία στον μείζων γλουτιαίο και την οπίσθια κινητική αλυσίδα (posterior sling), τότε δεν θα μπορεί να ενεργοποιήσει την απαραίτητη έκταση του γοφού για να πραγματοποιήσει τον κύκλο βάδισης. Μάλιστα για να εξισορροπήσει αυτή την αδυναμία το ανθρώπινο σώμα, αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει μια αντίστροφη μέθοδο έκτασης του γοφού χρησιμοποιώντας του μύες της μέσης (erector spinae). Αυτή η αντισταθμιστική κίνηση όμως αυξάνει τη δραστηριότητα του πλατύ ραχιαίου (της αντίθετης πλευράς του σώματος), καθώς και των δικέφαλων μηριαίων, ώστε να συμβάλλουν στη σταθεροποίηση του ποδιού κατά τη διάρκεια της βάδισης. Όλες αυτές οι προσαρμογές οδηγούν στην άσκηση παραπάνω πίεσης στην οσφυϊκή μοίρα της ΣΣ και με την πάροδο του χρόνου επιβαρύνουν δυσμενώς τον ιερολαγόνιο σύνδεσμο καταλήγοντας σε πόνο.
Πως όμως προκαλείται η αστάθεια στην Ιερολαγόνιο Άρθρωση;
Οι τρείς βασικοί λόγοι που προκαλούν αστάθεια στην Ιερολαγόνια Άρθρωση είναι:
- Η μειωμένη κινητικότητα της άρθρωσης λόγω μη άσκησης. Η έλλειψη άσκησης οδηγεί σε ατροφία και αδυναμία των μυών και εκθέτει τους συνδέσμους σε αστάθεια αφού δεν έχουν πλέον καμία υποστήριξη. Το ανθρώπινο σώμα για να ελέγξει την αστάθεια που έχει προκληθεί από την αδυναμία των μυών, χρησιμοποιεί μία εναλλακτική στρατηγική που ονομάζουμε ακαμψία (stiffness). Κάποιοι μυς όμως είναι επιρρεπείς στην αδράνεια και την αδυναμία, ενώ κάποιοι άλλοι είναι το ακριβώς αντίθετο με αποτέλεσμα να υπερδραστηριοποιούνται και να γίνονται τονικοί. Ο μείζων γλουτιαίος ανήκει στην πρώτη κατηγορία. Και αυτό είναι καταστροφικό για τον γοφό, την περιοχή της λεκάνης και τελικά την ιερολαγόνια άρθρωση, αφού μένει μόνος να σηκώνει όλο το βάρος.
- Η κακή κίνηση, ο ελλιπής συγχρονισμός και μυϊκή συναρμογή. Η δεύτερη αιτία της δυσλειτουργίας του ιερολαγόνιου μυ είναι η κακή κίνηση, δηλαδή ο κακός συνδυασμός μοτίβων κινήσεων, η κακή στάση σώματος, η συνεχής στήριξη στο ένα πόδι κ.α. Όλα αυτά επιβαρύνουν τη λεκάνη και τους γλουτούς, κάτι που μας φέρνει στην τρίτη αιτία που είναι η αδυναμία του μείζονος γλουτιαίου μυ.
- Η αδυναμία του μείζονος γλουτιαίου μυ. Πολλοί θεωρούν ότι εκτελώντας ένα πλήθος ασκήσεων για τους γλουτούς το πρόβλημα λύθηκε. Αυτό όμως δεν είναι αλήθεια, διότι όπως αναφέραμε παραπάνω το πρόβλημα δεν επικεντρώνεται σε έναν μόνο μυ, αλλά σε κινητικά μοτίβα. Άρα, οι ασκήσεις θα πρέπει να ενισχύουν τη σωστή κίνηση και τη σταθεροποίηση των γοφών.
Να θυμάστε ότι η ενδυνάμωση δεν βοηθά το ανθρώπινο σώμα εάν δεν συνδέεται με σωστά μοτίβα κινήσεων.
Η δυσλειτουργία της ιερολαγόνιας άρθρωσης, είναι μια υποτιμημένη αιτία πόνου της μέσης που συνήθως ξεφεύγει της διάγνωσης. Υπολογίζεται ότι περίπου ένα 15-25% των ασθενών με οσφυαλγία, στην πραγματικότητα υποφέρουν από βλάβη ή δυσλειτουργία της ιερολαγόνιας άρθρωσης.
Αυτό συμβαίνει διότι ο πόνος της ιερολαγόνιας άρθρωσης μπορεί να μιμείται ή και να συνυπάρχει με τον πόνο της εκφύλισης του μεσοσπονδύλιου δίσκου, τη σπονδυλική στένωση ή και τη ριζίτιδα από κήλη μεσοσπονδύλιου δίσκου στη μέση.
Οι ασθενείς οι οποίοι έχουν αυξημένη πιθανότητα να υποφέρουν από πόνο της ιερολαγόνιας άρθρωσης, είναι συνήθως άτομα:
- που έχουν υποστεί στο παρελθόν κάταγμα ή τραυματισμό της ιερολαγόνιας άρθρωσης.
- τα οποία εμφανίζουν ασυμμετρία στην άρθρωση της λεκάνης
- τα οποία εμφανίζουν μυϊκή ανισορροπία στα κάτω άκρα
- που έχουν κάνει επέμβαση στην σπονδυλική στήλη, λόγω μεταβολής της μηχανικής αυτής
ενώ στις γυναίκες εμφανίζεται συχνότερα δυσλειτουργία της ιερολαγόνιας άρθρωσης με πόνο στη μέση, λόγω χαλάρωσης των συνδέσμων που υποστηρίζουν την άρθρωση και κυρίως σε γυναίκες μετά από εγκυμοσύνη.
Στο Functional Movement, εφαρμόζοντας την κινητική αξιολόγηση και την αξιολόγηση της στάσης σώματος, μπορούμε να εντοπίσουμε τυχόν ανισορροπίες και ασυμμετρίες οι οποίες να προκαλούν αστάθεια στην ιερολαγόνια άρθρωση. Στη συνέχεια σχεδιάζουμε ένα εξειδικευμένο και εξατομικευμένο πρόγραμμα «θεραπείας μέσω άσκησης» το οποίο στοχεύει:
- στη σταθεροποίηση της πάσχουσας άρθρωσης,
- στη βελτίωση της κινητικότητας της ιερολαγόνιας άρθρωσης, κάτι το οποίο θα μειώσει σημαντικά τον πόνο από τον οποίο υποφέρει ο ασθενής,
- στην εκμάθηση της σωστής στάσης του σώματος κυρίως σε καθιστή θέση, γιατί έτσι θα αποσυμφορηθεί η περιοχή από υπερβολικά φορτία,
- στην εκμάθηση θεμελιωδών κινητικών μοτίβων κάτι το οποίο είναι εξαιρετικά σημαντικό, γιατί θα βοηθήσει στη αποκατάσταση αλλά και στη αποφυγή πιθανής επαναφοράς του προβλήματος.
Τελειώνοντας θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η δυσλειτουργία των ιερολαγονίων, είναι η συχνότερη πηγή πόνου στην οσφυϊκή περιοχή της Σ.Σ. Μάλιστα επειδή τα συμπτώματά της είναι άγνωστα σε πολλούς ειδικούς και μη επαγγελματίες υγείας & άσκησης, αυτά αποδίδονται συνήθως λανθασμένα σε οσφυαλγία, ριζαλγία ή παθήσεις της περιοχής του ισχίου. Και αυτό έχει ως αποτέλεσμα ο ασθενής να μην βλέπει βελτίωση από το πρόγραμμα θεραπείας το οποίο ακολουθεί και να συνεχίζει να πονάει.