Χθες βράδυ με τρόμαξε ο σεισμός. Είχα μόλις γυρίσει στο σπίτι μισομεθυσμένη από δύο ποτήρια άσπρο κρασί που ήπιαμε στον καθαρό αέρα της όχθης της Αγοράς. Και καθώς τρομάζοντας με κατέκλυσαν οι σκέψεις της ματαιότητας, θυμήθηκα τα λόγια της γριούλας που, χθες το μεσημέρι, μου διέκοψε το διάβασμα στο πεζούλι κάτω από τα πεύκα:
«Τίποτα η ζωή, τυράννια, οικονομίες, προσπάθεια. Τίποτα στο τέλος. Πέθανε ο άντρας μου, πέθανε ο γυιός μου, πέθαναν όλοι. Μόνη μου έμεινα. Κανείς. Βγαίνω λίγο περπατάω, βλέπω τηλεόραση, τίποτα και η τηλεόραση. Θα δεις. Θα παντρευτείς, θα μεγαλώσεις, θα περάσουν όλα. Τίποτα στο τέλος, τίποτα»
(το ότι με ρώτησε τι τάξη πηγαίνω -αφού διαβάζω- ενώ είδε το μυρμηγκάκι στο μανίκι μου και το έδιωξε,είχε καλή όραση δηλαδή, εγώ το αφήνω ασχολίαστο και εκτεθειμένο σε πικρόχολες ή χαμογελαστές σκέψεις.)
Έχω καταλήξει πως η 11η Μαΐου είναι μία σημαντική ημερομηνία στην ζωή μου, αφού καταμετρώ σε αυτήν σημαντικές ενάρξεις σχέσεων ή καταστάσεων, με όμορφο ή άσχημο τέλος (δεν έχει καμία σημασία αυτό).
Οπότε χθες, που ζαλισμένη από το κρασί με κατατρόμαξε ο σεισμός, δεν κουνήθηκα καθόλου από την θέση μου, σκέφτηκα πως το νούμερο 11 Μαΐου κάτι ενδιαφέρον θα μου φέρει, μπορεί και ένα τέλος ή μια αρχή, και έτσι αποκοιμήθηκα.
Θέλω όμως σήμερα να γράψω κάτι για τα όσα αφήσαμε πίσω μας αυτή την τρομερή χρονιά και τα όσα θα ονειρευτούμε μπροστά μας. Πίσω μου βλέπω τις στενάχωρες απώλειες, τον φόβο και την μοναξιά του κόβιντ, την αγάπη των φίλων μου και των δικών μου, τα όσα κατάφερα να υλοποιήσω και να φέρω εις πέρας αυτόν τον δύσκολο χειμώνα, την νέα ζωή ( το δώρο του κορονοϊού) που ήρθε στην οικογένειά μου και την άλλαξε, το κέφι και τις αντοχές που κατάφερα να διατηρήσω.
Όμως σήμερα το πρωΐ, ήρθε μια τέτοια στιγμή που με νίκησε μια κούραση ψυχική, κάτι σαν άδειασμα εξαντλητικό, σαν την ματαιότητα που τα λόγια της μελαγχολικής και γλυκύτατης γιαγιούλας μου εκφράσανε.
Ίσως οι αντοχές να έχουν όρια, ίσως πάλι και όχι. Έτσι κι αλλιώς ξέρουμε πως όλα είναι όπως εμείς αποφασίσαμε να είναι και όσο τους επιτρέψαμε να μας κατακλύσουνε.
Και αυτή είναι μια πεποίθηση πολύ αισιόδοξη έχω να πω, γιατί έχει την δύναμη να φέρει τα πάνω κάτω και τα κάτω πάνω. Ή και να τα τινάξει όλα στον αέρα.
Γιατί, πριν από κάθε αθέατη αλλαγή που έρχεται καλπάζοντας, πάντα υπάρχει μια στιγμή που όλα αιωρούνται, σιωπούν και περιμένουνε.