Ένας Έλληνας διανοούμενος συναντά έναν συνοδοιπόρο του στον χώρο του πνεύματος. Από τη συνάντηση αυτή προκύπτει ένας μικρός θησαυρός σκέψεων, ιδεών αλλά και συναισθημάτων που θα ήταν κρίμα να μένει σε γνώση των λίγων τυχερών που κάποια στιγμή άκουσαν ή διάβασαν τον Θεοδόση Τάσιο να μιλά για τον Νίκο Καζαντζάκη και να αναλύει την προσωπικότητά του και τις πολυσυζητημένες πτυχές του χαρακτήρα του.
Το Μουσείο Νίκου Καζαντζάκη και οι Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης συνεργάζονται για πρώτη φορά, για να κάνουν αυτό τον μικρό θησαυρό κτήμα του φιλότεχνου κοινού. Ενός κοινού που αναζητά στη σκέψη των πνευματικών ταγών του γένους μας τη δική του αναγέννηση.
Στο σύντομο αυτό δοκίμιο, ο Θεοδόσης Τάσιος αποπειράται να συμβάλει στην επανεξέταση του «θέματος Καζαντζάκη», ενός θέματος που είναι σε συνεχή εκκρεμότητα και η σοβαρή επανεκτίμησή του αναβάλλεται συνεχώς: «Χρέος μας», τονίζει ο συγγραφέας, «είναι να κατανοήσουμε τις πάμπολλες αντιφάσεις του Καζαντζάκη, οι οποίες φαίνεται ότι οφείλονται στην αναμφισβήτητη ιδιοτυπία του και στις εσωτερικές συγκρούσεις τις οποίες η ιδιοτυπία αυτή μοιάζει να εκτρέφει (ή και να εκφράζει): Καταρχήν, και πριν απ’ όλα, ήταν παθιασμένος με την Ιστορία και με τις Φιλοσοφικές Ιδέες – σε καμιά περίπτωση δεν ήταν ένας απλός Τεχνίτης του λόγου. Όμως, έχοντας μια πολυδιάστατη αντίληψη για το Είναι (νοιώθοντας ότι η Υπόσταση δεν προσπελαύνεται μόνον με τη Διάνοια), ήθελε να τις βιώνει αυτές τις Ιδέες. Και, σαν να μην έφτανε αυτό, τον τράβαγε κατά καιρούς κι η Δράση. Και απ’ το φιλοσοφικό του ‘‘πιστεύω’’, και απ’ τη Συνανθρωπική του ευαισθησία, ήθελε κατά καιρούς να παρεμβαίνει στο κοινωνικό γίγνεσθαι – παρά το γεγονός ότι τέτοιου είδους δράσεις τον έβγαζαν απ’ την έμμονη (με νύχια και με δόντια) συγγραφική του τροχιά. Από τούτην τη βασική διχοστασία ενδιαφερόντων δημιουργούνταν και συνθήκες που μεγάλωναν τις πιθανότητες εμφάνισης ‘‘αντιφάσεων’’ στο πλαίσιο της πολιτικής δραστηριότητας του Καζαντζάκη».
Ο συγγραφέας
Ο καθηγητής Θεοδόσης Τάσιος γεννήθηκε στην Καστοριά. Πήρε το δίπλωμα του Πολιτικού Μηχανικού από το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο (1953) και συνέχισε τις σπουδές του στο Centre d Etudes Superieures ITBTB, στο Παρίσι. Αναγορεύθηκε διδάκτωρ του Ε.Μ.Π. το 1958. Εξελέγη Επιμελητής του Ε.Μ.Π. (1958) και στη συνέχεια Έκτακτος Μόνιμος Καθηγητής (1964) και Τακτικός Καθηγητής (1969). Ίδρυσε το Εργαστήριο Οπλισμένου Σκυροδέματος του Ε.Μ.Π. και το διεύθυνε μέχρι την αποχώρησή του (1997). Δίδαξε ακόμα στα Πανεπιστήμια της Βαγδάτης (1979), της Σαγκάης (1982), της Νανκίν (1985), της Παβίας (1986) και στο College International des Sciences de Construction, Paris (1979-1989).
Εξέχουσα μορφή στην επιστημονική και επαγγελματική ζωή της χώρας, υπήρξε δάσκαλος χιλιάδων Μηχανικών, δημοσίευσε εκατοντάδες επιστημονικές εργασίες στις περιοχές της Εδαφομηχανικής, της Τεχνολογίας του Σκυροδέματος και της Αρχαίας Ελληνικής Τεχνολογίας, ενώ ασχολήθηκε με μια ευρύτατη περιοχή επιστημονικών, τεχνολογικών και εκπαιδευτικών θεμάτων (ευρωπαϊκοί και εθνικοί κανονισμοί, αντισεισμική προστασία, προστασία μνημείων, δημόσια έργα) αλλά και με θέματα Φιλοσοφίας, Παιδείας, Γλώσσας, Ορολογίας, καθώς και με κοινωνικά θέματα ως συντάκτης βιβλίων και επιφυλλίδων στον ημερήσιο και εβδομαδιαίο Τύπο.
Είναι ιδρυτικό μέλος και Πρόεδρος πολλών ελληνικών Επιστημονικών Ενώσεων, μέλος αμερικανικών και ευρωπαϊκών Ενώσεων, ενώ διετέλεσε Πρόεδρος της RILEM (1977-78), της CEB (1983-87), του «Model Code 90» (1987-91), Σύμβουλος των Ηνωμένων Εθνών και Εμπειρογνώμων της Ευρωπαϊκής Κοινότητας.
Έλαβε πολλές τιμητικές διακρίσεις: Είναι Επίτιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Νανκίν (1985), Επίτιμος Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Λιέγης (1986), Fellow του American Concrete Institute (1986), Επίτιμος Πρόεδρος της CEB (1988), Επίτιμο Μέλος της RILEM (1989), της CIAS (1998), του Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου (1999), της CICOP (2001), Επίτιμος Διδάκτωρ του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου (2001), Μέλος της Ακαδημίας Επιστημών του Τορίνο (2004), Επίτιμος Πρόεδρος της Ελληνικής Φιλοσοφικής Εταιρείας (2004), Επίτιμο Μέλος της Ελληνικής Εταιρείας Ορολογίας (2008), Επίτιμος Διδάκτωρ του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης (2010) και Επίτιμος Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου της Κύπρου (2013). Τιμήθηκε, επίσης, με το Μετάλλιο της Πόλεως των Παρισίων (1986), και τον Ιανουάριο του 2014 με το International Award of Merit in Structural Engineering.