Λοιπόν, ας τα βάλουμε λίγο κάτω, γιατί έχει αρχίσει μια ιδιότυπη μικροπολιτική κόντρα που συγκρίνει τις φετινές πυρκαγιές, με αυτή ιδίως στο Μάτι, αλλά πάει κι ακόμα πιο πίσω στις φωτιές της Ηλείας το 2017 και φτάνει ακόμα και σε συγκρίσεις αριθμών σε νεκρούς ώστε να επαίρεται η κυβέρνηση για σωστή διαχείριση και η αντιπολίτευση να την κριτικάρει ως ανεπαρκή, ενώ επιστρατεύτηκαν και επιχειρήματα περί “κλιματικής αλλαγής” και καιρικών φαινομένων με τα οποία κάνεις δεν μπορεί να τα βάλει ή ότι είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο, οπότε και η μικρή Ελλαδίτσα μια χαρά τα πάει, οπότε μας λένε ας το βουλώσουμε. Ας μη κριτικάρουμε κι ας περιμένουμε να τελειώσει όλο αυτό για να κάνουμε τον απολογισμό στο τέλος.
Ας αρχίσω από το τελευταίο. Πως μπορεί κανείς να σωπάσει κάτι τέτοιες στιγμές που η αγανάκτηση είναι τεράστια. Πως να σωπάσει κανείς όταν το μέρος στο οποίο μένει και ζει καταστρέφεται; Πως να σωπάσει όταν το σπίτι του, το μαγαζάκι του, τα χωράφια του, γενικά η ζωή και οι πόροι διαβίωσης και επιβίωσής του γίνονται στάχτη; Είναι ποτέ δυνατόν αυτό;
Τα φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ, τα οποία μάλιστα χρηματοδοτήθηκαν προκλητικά, επίσης με προκλητικό τρόπο και φρασεολογία προσπαθούν να περάσουν ένα μήνυμα σωστής διαχείρισης ενώ τα αντιπολιτευόμενα τους καταλογίζουν ότι απλά τους ενδιαφέρει να μην υπάρξουν νεκροί, ώστε να αποφευχθεί μια σύγκριση με το Μάτι ή ότι δεν ήταν προετοιμασμένοι επειδή χάλασαν τα λεφτά τους αλλού.
Ποτέ όμως η Ελλάδα είχε ένα σωστό σχέδιο πρόληψης για τις πυρκαγιές; Κάθε καλοκαίρι έχουμε φωτιές που καίνε χιλιάδες στρέμματα δάσους. Κάθε χρόνο επαναλαμβάνουμε τα ίδια παράπονα για ένα κράτος μη ικανό να ανταποκριθεί στις καταστροφές. Φυσικά γίνανε κάποια βήματα. Άλλες φορές μπροστά, άλλες πίσω, αλλά η εικόνα ανεπάρκειας παραμένει διαχρονικά.
Κι αυτό έχει νομίζω αίτιο την σύγκρουση αρμοδιοτήτων σε ότι αφορά την πρόληψη. Ποιος είναι υπεύθυνος να ελέγχει αν οι δασικοί δρόμοι είναι προσβάσιμοι; Αν οι δεξαμενές νερού είναι σε καλή κατάσταση; Αν τα καλώδια του ΑΔΜΗΕ αγγίζουν τα κλαδιά των δρόμων, αν υπάρχουν εύφλεκτες ύλες και σκουπίδια μέσα στα δάση; Αν τα σπίτια μέσα σε εκτάσεις με πολλά δέντρα έχουν αντιπυρικές προδιαγραφές; Κι αν ακόμα υπήρχε ένας τέτοιος ελεγκτικός μηχανισμός ποιος είναι ο αποτελεσματικότερος τρόπος συντήρησης τους; Τα δασαρχεία; Ο ΑΔΜΗΕ, οι Δήμοι, οι περιφέρειες; Η πυροσβεστική κι η αστυνομία. Ποιος έχει ποια αρμοδιότητα. Συγκρούονται αυτές; Υπάρχει συντονισμός αρμοδιοτήτων; Κι αυτά αναφέρονται ενδεικτικά.
Όταν πλέον μια φωτιά ξεκινήσει και αναπτυχθεί δεν νομίζω ότι υπάρχει τρόπος να σταματήσει εύκολα. Όσα αεροπλάνα και πυροσβεστικές δυνάμεις και να διαθέτουμε.
Κι αυτό φυσικά δεν είναι λόγος να μην υπάρχει ο εξοπλισμός, ο οποίος θα πρέπει να αναβαθμίζει συνεχώς και να είναι επαρκής για τις δασικές εκτάσεις της κάθε περιοχής. Να είναι οι ναυαρχίδες της πυρόσβεσης, τα ελικόπτερα και τα αεροπλάνα έτοιμα κάθε στιγμή και νά έχουν τον μικρότερο δυνατό χρόνο απόκρισης. Κάτι που συνεπάγεται ένα “διασκορπισμό” των εναέριων δυνάμεων στην επικράτεια. Φανταστείτε δηλαδή σε κάθε πόλη ή πυροσβεστική δύναμη να διαθέτει 4 πιλότους και τεχνικούς αεροπλάνων καθώς και υποδομές για την τροφοδοσία τους με καύσιμα. Ακόμα καλύτερα η κάθε περιφέρεια να διαθέτει από ένα αεροπλάνο και δύο ελικόπτερα, που άμεσα και γρήγορα μπορούν να επιχειρήσουν στις φωτιές σχεδόν εν τη γέννεση τους. Μόνο όμως να φανταστούμε μπορούμε κάτι τέτοιο.
Έπειτα ποιες είναι οι αιτίες για τις φωτιές; Γιατί κάποιος να βάλει φωτιά σε ένα δάσος; Υπάρχουν τόσο πολλοί άνθρωποι που μισούν τα δάση; Σίγουρα όχι. Αλλά εύκολα κάποιος μπορεί για το οικονομικό συμφέρον να δοκιμάσει κάτι τέτοιο. Είτε πρόκειται για λιγότερα καύσιμα στο όργωμα του χωραφιού του, είτε για να γλιτώσει λεφτά από την κοπή δέντρων και τη γραφειοκρατία των αδειοδοτήσεων για την επένδυση του, όταν αφορά οδοποιίες και κατασκευές. Οπότε το κίνητρο του κέρδους είναι αντίθετο με τη διατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος.
Και τέλος είναι η “ανακάλυψη” της κλιματικής αλλαγής. Η κλιματική αλλαγή δεν είναι ένα φαινόμενο που εξελίσσεται από καλοκαίρι σε καλοκαίρι. Είναι ένα φαινόμενο για το οποίο οι επιστήμονες ενημερώνουν εδώ και 50 χρόνια τουλάχιστον κάνοντας πιθανές εκτιμήσεις. Είναι ένα φαινόμενο που εξελίσσεται αργά από ένα σημείο ισορροπίας του κλίματος σε κάποιο νέο σημείο ισορροπίας. Όταν λοιπόν εμείς επιζητούμε συνεχώς ανάπτυξη και μάλιστα με βάση το κίνητρο του καπιταλιστικού κέρδους, όταν δηλαδή επηρεάζουμε τις παραμέτρους ισορροπίας με ένταση, τότε και οι μεταβάσεις από το ένα σημείο ισορροπίας σε ένα άλλο θα συνοδεύονται από ραγδαιότητα στα καιρικά φαινόμενα. Είτε είναι καύσωνες, είτε είναι βροχές, είτε παγωνιές.
Αν θέλουμε δηλαδή να αναζητήσουμε τις αιτίες, αυτές είναι το ίδιο το οικονομικό μοντέλο που δίνει έμφαση στο κίνητρο του κέρδους, υπονομεύοντας με κάθε τρόπο οτιδήποτε μπορεί να θεωρηθεί κοινό αγαθό και μετατρέποντας το με κάθε τρόπο σε εμπόρευμα.
Αν δεν αλλάξει λοιπόν η μέθοδος του ίδιου του παραγωγικού μοντέλου, αν δεν ξεφύγουμε από την ακραία καπιταλιστική λογική που προσπαθεί να ηγεμονεύσει παντού, τότε απλά δεν έχει νόημα να μιλάμε για ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής. Μόνο για προσαρμογή και συνεχή αναπροσαρμογή, που όμως θα είναι πάντα σε βάρος της βιοποικιλότητας και της λειτουργίας των φυσικών λειτουργιών όπως τις ξέραμε.