Τα τελευταία χρόνια είτε λόγω των επανειλημμένων αποτυχιών της αριστεράς να προτείνει μια εθνική στάση πέρα από το μεταπολεμικό «Ανήκουμε στη Δύση» είτε λόγω της εμφανούς παρακμής της υπερδύναμης και της ανάδυσης άλλων ισχυρών γεωστρατηγικών πόλων είτε, αν θέλετε, λόγω της γενικότερης πολιτικής αφασίας που έχει πλήξει τον δυτικό άνθρωπο, ο αντιαμερικανισμός στην Ελλάδα έχει περιοριστεί αισθητά και δεν ιντριγκάρει ούτε καν τα ευάριθμα πλήθη του εξωκοινοβουλευτικού -αντιιμπεριαλιστικού πόλου.
Είναι στιγμές όμως που, ακόμη και αν ισχύει η παραπάνω διαπίστωση, το συλλογικό θυμικό φορτίζεται και αναδύεται δίκαια η λανθάνουσα αντιπάθεια, κυρίως, απέναντι στην Αμερική αλλά και τους ισχυρούς συμμάχους της στη δύση.
Η στάση της στο θέμα του Αφγανιστάν είναι μια τέτοια περίπτωση.
Τόσο κατά την εμπλοκή της στον δεκαετή ρωσοαφγανικό πόλεμο (1979-1989), όσο και κατά την εικοσαετή κατοχή του Αφγανιστάν (2001-2021) δεν παρέλειψε να χρησιμοποιήσει οποιοδήποτε επονείδιστο μέσο, επικαλούμενη πάντα τις θεμελιώδεις αξίες του δυτικού κόσμου, για να προωθήσει τα συμφέροντά της.
Από την εποχή του «Ψυχρού πολέμου» ακόμη, και για την παρεμπόδιση της «κομμουνιστικής επέκτασης», αναμείχθηκε φανερά ή υπόγεια, ρυθμίζοντας τις πολιτικές μεταβολές, σε χώρες της Ασίας και της Αφρικής. Ανγκόλα, Ροδεσία, Μοζαμβίκη, Νικαράγουα …έγιναν πιόνια εξυπηρέτησης των κυνικών γεωστρατηγικών της επιδιώξεων.
Κάπως έτσι χρησιμοποιήθηκαν και οι ισλαμικές ομάδες των Μουτζαχεντίν. Τις χρηματοδότησαν αδρά εξοπλίζοντάς τες , κατά δήλωση του Μπρεζίνσκι, συμβούλου ασφαλείας του Κάρτερ, με όπλα που αγόραζαν από Αίγυπτο, Κίνα, Τσεχοσλοβακία, μέχρι κι από το διεφθαρμένο σοβιετικό στρατό, προκειμένου να πλήξουν τους Ρώσους. Όταν τα κατάφεραν, το Αφγανιστάν μετρούσε ένα εκατομμύριο νεκρούς , ο θρησκευτικός φανατισμός είχε ποτίσει κρίσιμα πλήθη του ισλαμικού κόσμου, οι πολέμαρχοι ήλεγχαν τις φατρίες, ενώ το εμπόριο ναρκωτικών ήταν από τις λίγες δραστηριότητες που εγγυούνταν χρήμα και δύναμη.
Αυτή την ανέλεγκτη δύναμη του ισλαμικού φονταμενταλισμού που έθρεψαν με κάθε τρόπο τη βρήκαν μπροστά τους όταν οι ομάδες των Ταλιμπάν και η Αλ-Κάϊντα στράφηκαν εναντίον τους με αποκορύφωμα τις επιθέσεις στους δίδυμους πύργους.
Όλα αυτά είναι γνωστά δεκαετίες τώρα και μόνο αν πάσχει κανείς από ιστορική τύφλωση ή διογκωμένο κυνισμό δεν βλέπει πως αυτές οι αφιονισμένες ορδές των θρησκόληπτων που ξεχειλίζουν από βία δεν είναι ένα αυτοφυές κακό, αλλά παράγωγο ενός, κατά βάση, εξωγενούς κύκλου αίματος.
Ένα απίστευτο αιματοκύλισμα που ξεκινά με το κομμουνιστικό πραξικόπημα του 1978, εντείνεται με τη επέμβαση και το δεκαετή πόλεμο των σοβιετικών και κορυφώνεται με την εικοσαετή κατοχή από τις Η.Π.Α. στα πλαίσια της «Επιχείρησης διαρκούς Ειρήνης».
Σαράντα και πάνω χρόνια άγριου πολέμου με εξωτερικούς εισβολείς σ’ ένα έτσι κι αλλιώς επιβαρυμένο εσωτερικό περιβάλλον από ενδογενείς πολιτισμικές ιδιαιτερότητες είναι αρκετά για να εκκολαφθεί ο ιδεότυπος του μαχητή που συνδυάζοντας ορμέμφυτες παρορμήσεις, θεϊκές επιταγές, κοσμική αυθαιρεσία και εθιμικές παραδόσεις δε διστάζει να ανάγει την ωμή βία σε κανονιστική αρχή του συλλογικού βίου.
Αυτόν τον πολιτικό και κοινωνικό αρχαϊσμό που εκπέμπει ο ισλαμικός φονταμενταλισμός ας μην τον θεωρούμε, ελαφρά τη καρδία, ενδογενές χαρακτηριστικό μιας προβληματικής πολιτιστικής έκφρασης .
Όσο κι αν είναι ανακουφιστικό για τις δυτικές συνειδήσεις να πιστεύουν πως διεξάγουν «ανθρωπιστικές επιχειρήσεις » επεμβαίνοντας σε χώρες όπως το Αφγανιστάν, η μελέτη των περιπτώσεων αποδεικνύει πως το βασικό κίνητρο δεν είναι ο ανθρωπισμός, αλλά η ακόρεστη βουλιμία για πολιτική και οικονομική επικυριαρχία.
Οι αγριότητες των κομμουνιστών επαναστατών στο Αφγανιστάν γέννησαν τους Μουτζαχεντίν και κατέστησαν στις συνειδήσεις των ισλαμιστών τη «Τζιχάντ» νομιμοποιημένο εθνικοθρησκευτικό πόλεμο.
Η εξασφάλιση των γεωστρατηγικών διαβάσεων και του γοήτρου «υπαγόρευσε» το 1979 την επέμβασή των σοβιετικών στο Αφγανιστάν. Η ανασφάλεια της Αμερικής κατά τον Ψυχρό πόλεμο χρηματοδότησε το πολιτικό Ισλάμ και τις ακραίες εκδοχές του όπως εκφράστηκαν από τους Ταλιμπάν και οικονομικοπολιτικοί λόγοι οδήγησαν στην επέμβαση των Αμερικανών το2001 .
Τι είδους ανθρωπισμός είναι αυτός που μπορεί να προκαλέσει 6.500 νεκρούς Αμερικανούς, 150.000 νεκρούς Αφγανούς να κοστίσει 1 τρισ. δολάρια και να παραδώσει το Αφγανιστάν στην προηγούμενη διοίκηση που στηλιτεύονταν για τον πολιτικοθρησκευτικό πρωτογονισμό της;
Ο δυτικός κόσμος χρησιμοποίησε κατά την περίοδο της νεωτερικότητας τόσο καταχρηστικά τον όρο «ανθρωπιστική επέμβαση» ώστε, ενστικτωδώς πια, ακούγοντάς τον κρατάμε την ανάσα μας.
Η συγκαιρινές «ανθρωπιστικές επεμβάσεις» μοιάζουν καταπληκτικά ως προς τις προθέσεις και τα κίνητρα με την «πολιτιστική» επέλαση των λευκών και την συνακόλουθη εξολόθρευση των γηγενών της Αμερικής το 19ο αιώνα αλλά και τη γενικότερη αποικιοποίηση του τρίτου κόσμου.
Ακόμη και σήμερα, μια αίσθηση ιδιοκτησίας του πλανήτη εκπορευόμενη από την ελιτίστικη αυτοαντίληψη περί ανωτερότητας συμπλέκεται με κυνικές οικονομικοπολιτικές επιδιώξεις και καθορίζει τόσο τις κυβερνητικές επιλογές όσο και τις συλλογικές αντιδράσεις του πλήθους, σε Ευρώπη και Αμερική, γύρω από τα θέματα του υπόλοιπου κόσμου.
Δεν προτείνω βέβαια την απάθεια της διεθνούς κοινότητας απέναντι σε ηγετίσκους που δικτατορικά καταπατούν θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα. Πασχίζω όμως να θυμηθώ μια επέμβαση πραγματικά ανθρωπιστικού χαρακτήρα και μάλιστα ως θεσμική, συλλογική στάση της «πολιτισμένης Δύσης».
Είναι αλήθεια πως η εκτόπιση των Ταλιμπάν το 2001 βελτίωσε ουσιαστικά ορισμένους ανθρωπιστικούς δείκτες όπως το προσδόκιμο ζωής, την ασφάλεια, τις μορφωτικές δυνατότητες κυρίως των γυναικών κ.ά.
Ποιο το νόημα όμως αυτού του εγχειρήματος όταν επιχειρείται να αντιμετωπιστεί ένα πρόβλημα από τον ίδιο το θύτη;
Η εισβολή και η εικοσαετής κατοχή-παραμονή της Αμερικής στο Αφγανιστάν δεν ήταν μια κίνηση αυτοκριτικής επανόρθωσης για την παρελθούσα υποκίνηση του ισλαμικού φονταμενταλισμού ούτε βέβαια εκκινούσε από ανθρωπιστικές επιδιώξεις. Αν ήταν έτσι η υπερδύναμη θα ‘πρεπε να τα βάλει μ΄ένα σωρό άλλους δικτατορίσκους που κατασφάζουν τους λαούς τους.
Η στάση της, δυστυχώς, υπαγορεύτηκε από ψυχρό οικονομικό και γεωπολιτικό υπολογισμό γι αυτό και όσο απαράδεκτη και προκλητική ήταν η εισβολή το 2001 άλλο τόσο εξοργιστική είναι η, εν ψυχρώ, απόσυρση το 2021 και η παράδοση της χώρας στο προηγούμενο καθεστώς.
Που πήγε η μέριμνα για τις γυναίκες, τους πολιτικά διαφωνούντες, τη θεσμική αναμόρφωση της χώρας; Μάλλον η ιμπεριαλιστική μηχανική επαναξιολογεί τη σπουδαιότητα αυτών των προταγμάτων!
Ίσως το ένα τρισεκατομμύριο δολάρια που στοίχισε ο πόλεμος κάνει την Αμερική να δει με άλλο μάτι τους μέχρι πρότινος «άξεστους γενειοφόρους». Ήδη τα ευπροσάρμοστα μέσα ενημέρωσης δηλώνουν εντυπωσιασμένα από τις στιλιστικές επιλογές τους…
Ίσως, όπως ο πάπας Παύλος ΙΙΙ, που φιλοδοξώντας να διευρύνει το ποίμνιο του, διαβεβαίωνε πως «Οι Ινδιάνοι είναι αληθινοί άνθρωποι», μας διαβεβαιώσουν τώρα οι αμερικανοί πως δεν είναι δα και τόσο «ταλιμπάν» οι Ταλιμπάν.
4 λεπτά ανάγνωση