Η αερογέφυρα για τον απεγκλωβισμό των Αφγανών που θέλουν να φύγουν από τη χώρα τους, μετά την κατάληψή της από τους Ταλιμπάν, μπαίνει στην τελική ευθεία, καθώς απομένουν ελάχιστες ημέρες μέχρι την καταληκτική ημερομηνία της 31ης Αυγούστου, όταν θα αποχωρήσουν και οι τελευταίοι Αμερικανοί στρατιώτες, τερματίζοντας έναν πόλεμο 20 ετών.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν προειδοποίησε ωστόσο ότι είναι «πολύ πιθανόν» να σημειωθεί μια νέα επίθεση στο αεροδρόμιο της Καμπούλ εντός των επόμενων ωρών καθώς η κατάσταση επί του πεδίου παραμένει εξαιρετικά επικίνδυνη. Διαβεβαίωσε επίσης ότι το αμερικανικό πλήγμα εναντίον των τζιχαντιστών του Ισλαμικού Κράτους στο Χορασάν (ISIS-K), από το οποίο σκοτώθηκαν δύο μέλη του, «δεν θα είναι το τελευταίο».
Οι Ταλιμπάν από την πλευρά τους αναμένουν ότι σύντομα θα έχουν υπό τον πλήρη έλεγχό τους το αεροδρόμιο. Αδιευκρίνιστο παραμένει αν θα το λειτουργήσουν μόνοι τους, αφού ο εκπρόσωπός τους υποστήριξε ότι διαθέτουν ικανό προσωπικό για να αναλάβει την ασφάλεια και το τεχνικό μέρος και δεν έχουν αποφασίσει ακόμη αν θα χρειαστούν τη βοήθεια άλλων χωρών και πιο συγκεκριμένα του Κατάρ ή της Τουρκίας.
Ολοκληρώθηκαν οι επιχειρήσεις των περισσότερων χωρών
Οι περισσότερες χώρες έχουν ήδη ολοκληρώσει τις επιχειρήσεις τους από το διεθνές αεροδρόμιο Χαμίντ Καρζάι.
Με τη γιγαντιαία αερογέφυρα έχουν απομακρυνθεί από τις 14 Αυγούστου μέχρι και σήμερα περίπου 112.000 αλλοδαποί και Αφγανοί. Συνολικά, από τα τέλη Ιουλίου, έχουν φύγει αεροπορικώς 117.500 άνθρωποι, σύμφωνα με στοιχεία της αμερικανικής κυβέρνησης.
Η Γαλλία έβαλε τέλος στη δική της αερογέφυρα το βράδυ της Παρασκευής. «Σχεδόν 3.000 άνθρωποι, εκ των οποίων περισσότεροι από 2.600 Αφγανοί» απομακρύνθηκαν με ασφάλεια, ανακοίνωσε η υπουργός Ενόπλων Δυνάμεων Φλοράνς Παρλί. Η αερογέφυρα διακόπηκε επειδή δεν πληρούνταν πλέον οι συνθήκες ασφαλείας στο αεροδρόμιο της Καμπούλ, λόγω «της τάχιστης αποδέσμευσης των αμερικανικών δυνάμεων», εξήγησαν η Παρλί και ο υπουργός Εξωτερικών Ζαν Ιβ Λε Ντριάν σε κοινή ανακοίνωσή τους.
Είχαν προηγηθεί η Ελβετία, η Ιταλία, η Ισπανία, η Σουηδία, η Γερμανία, η Ολλανδία, ο Καναδάς και η Αυστραλία. Η Ιταλία διαβεβαίωσε ότι απομάκρυνε περισσότερους Αφγανούς από οποιαδήποτε άλλη χώρα της ΕΕ, συνολικά 4.900. Η Γερμανία έβγαλε από το Αφγανιστάν περίπου 5.300 ανθρώπους διαφόρων εθνικοτήτων, η Αυστραλία 4.100, ο Καναδάς περισσότερους από 3.700, η Ισπανία περίπου 2.200, η Νορβηγία και η Ελβετία από 1.100 η καθεμία.
Το μεγαλύτερο βάρος ωστόσο το σηκώνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, που συνεχίζουν και σήμερα τις επιχειρήσεις τους.
Η Βρετανία ολοκλήρωσε τη δική της αερογέφυρα το Σάββατο, αφού αναχώρησε από την Καμπούλ και η τελευταία πτήση που μεταφέρει πολίτες. Ένας μικρός αριθμός αμάχων ενδέχεται να βρει θέση σε άλλες πτήσεις με τις οποίες θα απομακρυνθεί το διπλωματικό και στρατιωτικό προσωπικό εντός των προσεχών ωρών.
Η επιχείρηση εκκένωσης εκτυλίχθηκε «όσο καλά ήταν δυνατόν, δεδομένων των συνθηκών», σχολίασε ο αρχηγός των ενόπλων δυνάμεων του Ηνωμένου Βασιλείου, ο Νικ Κάρτερ, όμως «δεν καταφέραμε να βγάλουμε όλον τον κόσμο κι αυτό είναι αποκαρδιωτικό».
Την Παρασκευή, το υπουργείο Άμυνας είχε ανακοινώσει ότι απομακρύνθηκαν περίπου 14.500 άνθρωποι, εκ των οποίων οι 8.000 είναι Αφγανοί δικαιούχοι ασύλου, με βάση ένα πρόγραμμα που καλύπτει όσους εργάστηκαν για λογαριασμό της Βρετανίας.
Τι θα γίνει στη συνέχεια
Η Γαλλία ζήτησε να οργανωθούν ανθρωπιστικές επιχειρήσεις, σε συνεργασία με άλλες σύμμαχες χώρες, ώστε να μπορέσουν να φύγουν με άλλα μέσα οι χιλιάδες Αφγανοί που δεν κατάφεραν να απομακρυνθούν αυτές τις ημέρες. Ανακοίνωσε μάλιστα ότι θα συνεχίσει τις συνομιλίες με τους Ταλιμπάν -μια γαλλική αντιπροσωπεία συναντήθηκε μαζί τους την Πέμπτη- για να διασφαλίσει ότι το κίνημα αυτό δεν θα εμποδίσει την αναχώρηση όσων το επιθυμούν μετά τις 31 Αυγούστου.
Η Ιταλία δηλώνει επίσης έτοιμη, σε συνεργασία με τα Ηνωμένα Έθνη και τις όμορες χώρες του Αφγανιστάν, να εργαστεί «ώστε να διασφαλίσουμε ότι οι άνθρωποι αυτοί, που συνεργάστηκαν μαζί μας αυτά τα 20 χρόνια, θα έχουν τη δυνατότητα» να φύγουν, είπε ο υπουργός Εξωτερικών Λουίτζι Ντι Μάιο, υπογραμμίζοντας ότι τώρα ξεκινά «η πιο δύσκολη φάση».
Από το Ηνωμένο Βασίλειο, ο στρατηγός Νικ Κάρτερ εξήγησε ότι στο εξής μόνο εκείνοι οι υποψήφιοι των οποίων οι περιπτώσεις έχουν ήδη εξεταστεί θα μπορέσουν να φύγουν. «Η δυνατότητα του ΗΒ να διαχειριστεί άλλες περιπτώσεις είναι πλέον εξαιρετικά μειωμένη», εξήγησε. Ωστόσο, ο Βρετανός πρωθυπουργός Μπόρις Τζόνσον είπε την Παρασκευή ότι «θα κινήσει ουρανό και γη» για να συνεχιστεί η αποχώρηση ανθρώπων και μετά τις 31 Αυγούστου.
Περίπου 5.400 άνθρωποι περίμεναν σήμερα το πρωί μέσα στο αεροδρόμιο της Καμπούλ για να επιβιβαστούν σε αεροπλάνα, σύμφωνα με τους Αμερικανούς που σκοπεύουν να συνεχίσουν τους απεγκλωβισμούς «μέχρι και την τελευταία στιγμή». Αντιθέτως, έχει πλέον διαλυθεί το πλήθος που περίμενε για μέρες έξω από το αεροδρόμιο, με την ελπίδα ότι θα κατάφερνε κάποια στιγμή να φτάσει στην πίστα, όπως ανέφερε ένας δημοσιογράφος του Γαλλικού Πρακτορείου.
Συνεργασία με τους Ταλιμπάν
Η επίθεση της Πέμπτης αποθάρρυνε και τρόμαξε πολλούς από εκείνους που έλπιζαν ότι θα διαφύγουν από το νέο καθεστώς και θα αναζητήσουν ένα καλύτερο μέλλον στη Δύση. Εντάθηκε όμως ταυτόχρονα και η συνεργασία των Αμερικανών με τους Ταλιμπάν, οι οποίοι έπαιξαν καθοριστικό ρόλο, «σφραγίζοντας» την πρόσβαση προς το αεροδρόμιο. Μόνο τα λεωφορεία που διαθέτουν ειδική άδεια μπορούν πλέον να προσεγγίσουν στον χώρο.
«Έχουμε λίστες που μας έδωσαν οι Αμερικανοί (…) Αν το όνομά σας είναι στη λίστα, μπορείτε να περάσετε», εξήγησε ένας Ταλιμπάν κοντά στον τερματικό σταθμό. «Αν το όνομά σας δεν είναι εκεί, δεν μπορείτε να περάσετε», πρόσθεσε.
Ένας δημοσιογράφος του Γαλλικού Πρακτορείου είδε σήμερα περίπου δέκα λεωφορεία, μικρού και μεσαίου μεγέθους, να αποβιβάζουν επιβάτες στην κύρια πύλη του αεροδρομίου. Δεν ήταν δυνατόν να διευκρινιστεί από πού έρχονταν τα λεωφορεία, ούτε ποιους μετέφεραν. Οι Ταλιμπάν φρουροί δεν επέτρεπαν στον κόσμο να μιλήσει στους δημοσιογράφους.
Χωρίς αποσκευές
Οι άνδρες χωρίζονταν από τις γυναίκες και οι δυο ομάδες έπρεπε να περπατούν σε διαφορετικές πλευρές του δρόμου. Σε κάθε ομάδα, υπήρχαν άνθρωποι που κρατούσαν στην αγκαλιά τους μωρά αλλά και μικρά παιδιά που δεν αντιλαμβάνονταν τι συνέβαινε και ζούσαν μια «περιπέτεια».
Όλοι τους έπρεπε να εγκαταλείψουν τις αποσκευές τους και να κρατήσουν μόνο όσα μπορούσαν να μεταφέρουν σε μια πλαστική σακούλα.
«Λόγω της έκρηξης (της Πέμπτης) οι Αμερικανοί δεν τους αφήνουν να μεταφέρουν τίποτα» εντός του αεροδρομίου, ανέφερε ένα στέλεχος των Ταλιμπάν. «Τους λέμε να πάρουν τα χρήματα και τα χρυσαφικά τους στις τσέπες τους. Αν αφήσουν ρούχα, θα τα δώσουμε σε άλλους ανθρώπους», υποστήριξε.
Οι μαχητές Ταλιμπάν, βαριά οπλισμένοι, κυκλοφορούσαν στον χώρο και στα κτίρια του αεροδρομίου, ενώ οι Αμερικανοί πεζοναύτες τους παρακολουθούσαν από τη στέγη του τερματικού σταθμού. Έπειτα από 20 χρόνια πολέμου, οι δυο εχθροί απείχαν καμιά 30αριά μέτρα μεταξύ τους και έμοιαζαν ξαλαφρωμένοι.
Οι Αμερικανοί έβλεπαν επίσης τα μέλη της μονάδας «Μπάντρι 313», των ειδικών δυνάμεων των Ταλιμπάν, πάνω στα θωρακισμένα Humvee που πήραν από τον αφγανικό στρατό στο πεδίο της μάχης και στα οποία υψώνεται πλέον το λευκό λάβαρο του κινήματος, στο οποίο είναι γραμμένοι οι πρώτοι στίχοι της σαχάντα, της «ομολογίας της πίστεως» του Ισλάμ.
Ένας φωτορεπόρτερ αναγνώρισε έναν φίλο του δημοσιογράφο μεταξύ εκείνων που έφτασαν σήμερα με τα λεωφορεία για να φύγουν από τη χώρα. Ο δημοσιογράφος είχε εργαστεί στο παρελθόν στο γραφείο Τύπου της Διεθνούς Δύναμης Αρωγής για την Ασφάλεια (Isaf) και φοβόταν ότι οι Ταλιμπάν θα τον στοχοθετούσαν για αντίποινα.
Οι δυο φίλοι αγκαλιάστηκαν για λίγα δευτερόλεπτα, προτού να χωριστούν. «Καλή τύχη» ευχήθηκαν και οι δύο, καθώς ο ένας μένει πίσω και ο άλλος φεύγει, για μια καλύτερη ζωή.
AΠΕ