Είχε ανάγκη από δουλειά, η οικογένειά της μετανάστευσε στη νέα γη για να συναντήσει τον δρόμο της ελπίδας, για να δει τον κόσμο με άλλο μάτι, πιο όμορφο, πιο ανεκτικό στα χαμηλότερα στρώματα της κοινωνίας.
Χαλί γινόταν κείνη την εποχή, μα και τις επόμενες, η φτωχολογιά και πατούσε πάνω της η άρχουσα τάξη, και αυτή η κακομοίρα μέσο δεν είχε να διαβεί στη δημοσιά, που ήταν ο δρόμος που ακολουθούσε δύσβατος και τα μονοπάτια φρυγμένα από προοπτικές.
Έκανε την οικιακή βοηθό και καθώς η εργατικότητα περίσσευε μέσα της γρήγορα αναγνωρίστηκε ο κόπος της. Περιζήτητη έγινε η Mary Mallon στα πλούσια σπίτια της Νέας Υόρκης. Πιότερο της άρεσε να μαγειρεύει, κατείχε άριστα την τέχνη και είχε και μυστικά σπουδαία. Ήξερε συνταγές της πατρίδας της (Ιρλανδία) που τόσο πολύ έθελγαν τους κατοίκους της Αμερικής… ζηλευτή έγινε για τις ικανότητες της.
Μα η μοίρα, κρυφά από αυτήν, ανάδευε το καζάνι και το περιεχόμενο του πικρή γεύση της επιφύλασσε. Κατάρα βαριά την κυνηγούσε, ο χάρος την πήρε στο κατόπι και στο διάβα της σκορπούσε τον θρήνο… πολλές οι απώλειες ανθρώπινων ψυχών.
Κάποτε κίνησε τις υποψίες, δεν ήταν δυνατό οικογένειες πλούσιες που τηρούσαν όλους του κανόνες καλής υγιεινής να μετρούν θύματα με συμπτώματα του τυφοειδούς πυρετού. Αυτή η αρρώστια, η διαδεδομένη στις φτωχές αστικές κοινότητες, όπως και πολλές άλλες, ανήκε στην πενία, στους καταφρονημένους της.
Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης την ώθησε να αρνηθεί κάθε κατηγορία, επιτέθηκε μάλιστα με ένα πιρούνι στον George Soper τον εμπειρογνώμονα που είχε προσληφθεί από την τελευταία οικογένεια όπου εργάστηκε για να διερευνήσει την αλήθεια, όταν της ζήτησε να κάνει τις απαραίτητες εξετάσεις για να διαπιστώσουν αν ήταν φορέας της ασθένειας.
Όμως… όμως το ριζικό της άλλα όρισε, την πιάσανε και την εξαναγκάσανε να πράξει το αυτονόητο. Δυστυχώς οι υποψίες επαληθεύτηκαν, κυοφορούσε μέσα της τον θάνατο.
Ήταν ο πρώτος (αποδεδειγμένα) ασυμπτωματικός φορέας του τυφοειδούς πυρετού.
Το μέλλον της ήταν προδιαγεγραμμένο, τη μετέφεραν σε ένα απομονωμένο νησί να ζει μονάχη της, συντροφιά με τα όνειρα και τους φόβους της.
Κατά τη διάρκεια της καραντίνας, επέμενε για την αθωότητά της. Ποτέ δεν είχε νοσήσει, πώς ήταν δυνατό να μεταδίδει την αρρώστια; Κάποτε, χρόνους δύο μετά, την άφησαν ελεύθερη να πάρει τον δρόμο της, με έναν όρο μόνο: Να μην εργαστεί ξανά ως μαγείρισσα.
Ξεκίνησε ως πλύστρα και πάλι να δουλεύει, και ίσως τις ερινύες της να ξεπλένει, μα και πάλι αραξοβόλι δεν βρήκε.
Η κρίση (μα πάντα να υπάρχει κρίση σ’ αυτόν τον κόσμο…) την εξανάγκασε να αλλάξει όνομα όχι όμως και τέχνη, παλιά και γνώριμη. Με σκιά της τον εμπειρογνώμονα που διαρκώς βρισκόταν στα ίχνη της, απασχολήθηκε σε διάφορα σπίτια.
Όπου εργάστηκε ο τυφοειδής πυρετός ακάλεστος ερχόταν, μέχρι που ένα ξέσπασμα της αρρώστιας, στο νοσοκομείο μητρότητας Sloane στο Μανχάταν, την ξεσκέπασε και διαφυγή δεν πρόλαβε να βρει. 25 άνθρωποι διαγνώσθηκαν με την ασθένεια, 2 από αυτούς έχασαν τη ζωή τους.
Προσπάθησε και πάλι να ξεφύγει, μα τούτη τη φορά τυχερή δε στάθηκε, τη συνέλαβαν και της επέβαλλαν καραντίνα στο ίδιο νησί. Έμεινε σ’ αυτό μέχρι το θάνατό της.
Μετά το τέλος της ζωής της από πνευμονία (69 τα χρόνια που έζησε), Στην αυτοψία που πραγματοποιήθηκε, ανακαλύφθηκαν στοιχεία για τα βακτήρια Salmonella typhi που ζούσαν στη χοληδόχο κύστη της.
Αυτή ήταν η ζωή της Mary Μallon… μιας γυναίκας που άθελά της έκανε μεγάλο κακό. Υπολογίζεται πως το 1907 πάνω από 3.000 άνθρωποι στην περιοχή της Νέας Υόρκης είχαν νοσήσει με διάγνωση τυφοειδούς πυρετού και φημολογείται ότι η Mallon ήταν ο κύριος λόγος για την εκδήλωσή του.
Είναι και κάτι άνθρωποι που όταν τους συναντάς σου προκαλούν, ασύνειδα, αποστροφή. Κάθε που τους βλέπεις, νιώθεις εκείνο το σφίξιμο στο στομάχι που θα μπορούσε να σε κάνει να διπλωθείς στα δύο. Ανακατεύονται τα σωθικά σου και ξερνούν σιχασιά.
Δεν ήταν πάντα έτσι, τώρα όμως τους ξέρεις, είναι αλλιώς. Κάποτε προσπάθησαν να σε πλησιάσουν, να κερδίσουν την εμπιστοσύνη σου… ίσως και να τα κατάφεραν. Θυμάσαι πως σπαρταρούσαν σαν ψάρια έξω από τα νερά τους, είχαν την ανάγκη αποκούμπι να βρούνε και εσύ τους το προσέφερες.
Και μετά οι μίσθαρνοι αποκαλύφθηκαν και γίνηκαν πληγή που χαίνει και που πυορροεί, αρρώστια δίχως γιατρειά.
Γρήγορα κατάλαβες πως δεν ταιριάζουν τα χνώτα σας, άλλοι χαρακτήρες αυτοί, ζέχνουν υποκρισία. Ευπροσήγοροι όπως είναι στα λόγια μα και μηχανορράφοι στο νου, οι δόλιοι, έρχεται η ώρα που φανερώνουν το πραγματικό τους πρόσωπο.
Είναι τότε που πέφτουν οι μάσκες, και τούτοι ο κακομοίρηδες, που δεν μπορούν να υποκριθούν αισθήματα, μένουν εκτεθειμένοι, γιατί η υποκρισία που περισσεύει στην καρδιά τους, δεν προκάνει να φτάσει στα άψυχά τους μάτια.
Και ναι, τα μάτια να διαβάζεις, δεν λένε ποτέ ψέματα. Άλλωστε τώρα ξέρεις, φίλε μου: Η Mary Mallon κι αν έφυγε, ζει και διαφεντεύει! Μόνο που τώρα στόχος δεν είναι το σώμα μα η ψυχή και το πνεύμα.