Ενώπιον του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου η Ιωάννα Παλιοσπύρου, καταθέτει για την επίθεση που δέχθηκε με βιτριόλι από την 36χρονη κατηγορούμενη, αλλά και τον επώδυνο αγώνα που εξακολουθεί να δίνει.
Παρούσα στη διαδικασία και η 36χρονη καθ’ ολομογία δράστρια η οποία κάθεται στην πρώτη σειρά, παραμένει ανέκφραστη και κοιτάζει ευθεία μπροστά χωρίς να αντικρίζει την Ιωάννα. Η Ιωάννα από την πλευρά της είχε καρφωμένο το βλέμμα κατευθείαν πάνω της, όλη την ώρα μέχρι να ανέβει στο βήμα του μάρτυρα. Όταν τότε για μια στιγμη η κατηγορουμένη τη κοίταξε, η Ιωάννα της είπε “Τι κοιτάς εσύ;”.
Τελικά η ένταση δεν αποσοβήθηκε καθώς όταν η Ιωάννα αργότερα κατά τη διαδικασία είπε πως σήμερα η κατηγορούμενη την κοίταξε όπως την είχε κοιτάξει την ημέρα της επίθεσης. Η 36χρονη δράστρια κάτι σιγοψιθύρισε με αποτέλεσμα να αντιδράσει έντονα ο αδερφός της Ιωάννας και η μητέρα της, η οποίοι της επιτέθηκαν φραστικά αποκαλώντας τη “φίδι” και “τέρας”. Επενέβησαν οι αστυνομικοί απομακρύνοντας τον αδερφό της από την αίθουσα μέχρι να ηρεμήσουν τα πνεύματα. Η κατάθεσηή της συνεχίζεται.
Η διαδικασία των ερωτήσεων από την έδρα έχει ολοκληρωθεί και δέχεται τις ερωτήσεις των δικηγόρων, ενώ η έδρα πρέπει να αποφασίσει για αίτημα διακοπής της δίκης στις 12:00 που έχει κατατεθεί από δικηγόρο λόγω υποχρέωσεών του.
Η στιγμή της εμφάνισης της ήταν πολύ φορτισμένη για την Ιωάννα η οποία φέρεται να συγκινήθηκε. Οι συνήγοροί της και η μητέρα της την πλησίασαν λέγοντας της «Μην νιώσεις άσχημα αν συγκινηθείς …είναι ανθρώπινο», ενώ και ο πρόεδρος στην έναρξη της διαδικασίας ζήτησε από την Ιωάννα να μην διστάσει να ενημερώσει σε περίπτωση που αισθανθεί δυσφορία.
Κατά τη σημερινή διαδικασία η Ιωάννα ξεδιπλώνει καρέ καρέ με σθένος, θάρρος και συγκρότηση τις σοκαριστικές στιγμές που άλλαξαν για πάντα τη ζωή της.
«Αγαπώ πολύ τη ζωή αλλά τις πρώτες μέρες της ζωή μου στο νοσοκομείο ήθελα να δώσω τέλος» είπε.
Οι λεπτομέρειες είναι ανατριχιαστικές από τη στιγμή της επίθεσης.
«Οι πόνοι ήταν φρικτοί, δεν έβλεπα καθόλου από το ένα μάτι. Μπήκα μέσα στο φαρμακείο ουρλιάζοντας. Οι άνθρωποι δεν καταλάβαιναν τι έλεγα πανικοβλήθηκαν. Τους έλεγα δώστε μου λίγο νερό πεθαίνω βοήθεια φώναζα. Πήγα στο νιπτήρα έριχναν νερό. Τα μαλλιά μου πέφτανε μέσα στο νιπτήρα. Έπιαναν το πρόσωπό μου και καταλάβαινα ότι καιγόμουν, λιώνω. Φώναζα για βοήθεια, οι άνθρωποι τρόμαζαν. Καταλάβαινα ότι εκείνη τη στιγμή κάτι χάνω. …Κάλεσαν σε βοήθεια το 166. Μου είπανε να βγάλω τα ρούχα μου γιατί λιώνανε πάνω μου. Εγώ το μόνο που σκεφτόμουν ήταν να μη χάσω τις αισθήσεις μου. Γιατί καταλάβαινα ότι μόνο εγώ ΄μπορούσα να να σώσω τον εαυτό μου. Φώναζα, ‘Θεέ μου σώσε με, βοήθησε με γιατί μόνο εσύ μπορείς’».
Περιέγραψε ότι κατάλαβε για πρώτη φορά τη σοβαρότητα της κατάστασή της, καθώς δεν ήταν σε θέση να δει, όταν κατά τη διακομιδή της στο νοσοκομείο άκουσε μια άγνωστη γυναίκα να φωνάζει “Θεέ μου!” βλέποντάς την.
«Θυμάμαι απλά να με βρέχουν να ουρλιάζω να πονάω να ξανακοιμάμαι να ξανά ξυπνάω, μου έκαναν τομές στο μάτι μου και στο αυτί. Αυτά δεν θυμάμαι παραπάνω. Προσπαθούσα απλά να αντέχω για να μην πονάω. Την επόμενη μέρα με ενημέρωσαν ότι θα διακομιστώ στο Θριάσιο. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τη διακομιδή μου, επειδή δεν μπορούσα να δω, μπορούσα μόνο να ακούω, θυμάμαι την ώρα που περνούσαν τα φορεία στους διαδρόμους. Μια κυρία αναφώνησε θεέ μου και κατάλαβα ότι το είπε για μένα (κλαίει) κατάλαβα ότι η κατάσταση δεν είναι καλή. Κατάλαβα ότι έχω σοβαρά εγκαύματα και απλά παρακαλούσα να επιβιώσω. Μέσα στο νοσοκομείο ήταν η πιο δύσκολη περίοδος της ζωής μου, έκανα επτά χειρουργεία. Θυμάμαι ότι δεν άντεχα το φως για τα μάτια μου ήταν τραυματισμένα, ακόμα και το φως του δωματίου ήταν επίπονο. Σκέφτηκα να δώσω τέλος στη ζωή μου. Για όσα διάστημα ήμουν στο νοσοκομείο έλεγα στους αστυνομικούς ότι δεν έχω πειράξει κανένα. Προσπαθούσα να τους βοηθήσω αλλά δε μπορούσα. Δεν πίστευα ότι κάποιος μπορεί να κάνει τέτοιο κακό» είπε.
Η κατάθεσή της είναι χειμαρρώδης.
«Κάποια στιγμή λοιπόν μου είπαν ότι είχαν καταλήξει ποιος έκανε την επίθεση. Μου μιλούσαν για τη κατηγορούμενη και μου έλεγαν ότι εκείνη μου επιτέθηκε. Μαζί με αυτούς προσπαθούσα να και εγώ να καταλάβω και να τους βοηθήσω. Αν ισχύει τους έλεγα αυτό που μου λέτε ότι με παρακολουθεί εδώ και 1,5 χρόνο άρα ξέρει ότι δεν έχω καμία σχέση με αυτόν τον σύντροφο που είχε. Δεν μπορούσαν να απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα. Δεν ήξερα αν ισχύουν όλα αυτά, γιατί το έκανε αυτή, τι μου έχει συμβεί δε καταλάβαινα και δεν μπορούσαν να μου απαντήσουν. Μετά τη προφυλάκισή της προσπάθησα να εστιάσω στις δυνάμεις για να μπορέσω να βγω από το νοσοκομείο και να βγάλω σε πέρας τα χειρουργεία που έπρεπε. Στα μισά των χειρουργείων ο οργανισμός μου δεν άντεξε. Ανέβαζα πυρετό είχα πάθει λοίμωξη. Οι γιατροί μου είπαν ότι κινδύνευσε η ζωή μου. Κόλλησα και δεύτερη λοίμωξη στο μάτι που κινδύνεψα για δεύτερη φορά να το χάσω. Κάποια στιγμή με τη βοήθεια των γιατρών τα ξεπεράσαμε. Ήρθε η στιγμή που μου ανακοίνωσαν ότι θα πάρω εξιτήριο. Μου είπαν ότι επούλωσαν τα τραύματα που είχα ότι ξεκινάει ένας μαραθώνιος και ότι χρειάζονται πολλά χειρουργεία για να είμαι λειτουργική, να κουνάω τα χέρια μου, το λαιμό μου. Μου λέγανε ότι είναι ένας μαραθώνιος με διάρκεια».
“Η πραγματικότητα είναι ο εφιάλτης μου”
Κατά τη διάρκεια της κατάθεσης ξέσπασε σε κλάματα.
“Για να αντέξω προσπαθούσα να κοροϊδέψω εαυτό μου.Ότι ζω ένα όνειρο. Το βράδυ μετά τις 9 αφού πέρασαν όλοι οι γιατροί έλεγα «Ιωάννα θα ξυπνήσεις». Προσπαθούσα να με πείσω για να αντέξω ότι τα όνειρα μου είναι πραγματικά και η πραγματικότητα είναι ο εφιάλτης” .
«Κάποια στιγμή λοιπόν μου είπαν ότι είχαν καταλήξει ποιος έκανε την επίθεση. Μου μιλούσαν για τη κατηγορούμενη και μου έλεγαν ότι εκείνη μου επιτέθηκε. Μαζί με αυτούς προσπαθούσα να και εγώ να καταλάβω και να τους βοηθήσω. Αν ισχύει τους έλεγα αυτό που μου λέτε ότι με παρακολουθεί εδώ και 1,5 χρόνο άρα ξέρει ότι δεν έχω καμία σχέση με αυτόν τον σύντροφο που είχε. Δεν μπορούσαν να απαντήσουν σε αυτό το ερώτημα. Δεν ήξερα αν ισχύουν όλα αυτά, γιατί το έκανε αυτή, τι μου έχει συμβεί δε καταλάβαινα και δεν μπορούσαν να μου απαντήσουν. Μετά τη προφυλάκισή της προσπάθησα να εστιάσω στις δυνάμεις για να μπορέσω να βγω από το νοσοκομείο και να βγάλω σε πέρας τα χειρουργεία που έπρεπε. Στα μισά των χειρουργείων ο οργανισμός μου δεν άντεξε. Ανέβαζα πυρετό είχα πάθει λοίμωξη. Οι γιατροί μου είπαν ότι κινδύνευσε η ζωή μου. Κόλλησα και δεύτερη λοίμωξη στο μάτι που κινδύνεψα για δεύτερη φορά να το χάσω. Κάποια στιγμή με τη βοήθεια των γιατρών τα ξεπεράσαμε. Ήρθε η στιγμή που μου ανακοίνωσαν ότι θα πάρω εξιτήριο. Μου είπαν ότι επούλωσαν τα τραύματα που είχα ότι ξεκινάει ένας μαραθώνιος και ότι χρειάζονται πολλά χειρουργεία για να είμαι λειτουργική, να κουνάω τα χέρια μου, το λαιμό μου. Μου λέγανε ότι είναι ένας μαραθώνιος με διάρκεια”.
«Κάποια στιγμή αφού επέστρεψα στο σπίτι μου η έρευνα συνεχιζόταν. Οι αστυνομικοί με ενημέρωσαν για κάποια στοιχεία που βρίσκονταν στο υπολογιστή της και με ρώτησαν αν γνωρίζω κάτι. Είμαστε από διπλανά χωριά αλλά ποτέ δε κάναμε παρέα με την κατηγορούμενη, γνωριστήκαμε εδώ στην Αθήνα. Βρεθήκαμε σε κάποιες γιορτές γενέθλια στο σπίτι συγγενών μου και ανταλλάζαμε κάποιες κουβέντες.
Μου είπανε για κάποιες κουβέντες που είχαν γίνει μεταξύ της ξαδέλφης μου και της κατηγορουμένης μετά την επίθεση. Οι αστυνομικοί με ρώτησαν αν γνωρίζω κάτι. Μου ζητήθηκε αν μπορώ να μάθω τι είχε ειπωθεί μεταξύ τους. Κάλεσα τη ξαδέλφη μου στο τηλέφωνο και την ρώτησα τι έχουν πει. Τα ρώτησα αν ισχύει και τι ακριβώς είχε ειπωθεί. Μου είπε ότι ισχύει ότι υπήρχε επικοινωνία μεταξύ τους, ότι δεν μου είπε για να μη με φέρει σε δύσκολη θέση. Μου είπε μεταξύ των συζητήσεων ότι είχαν μιλήσει και για μένα, όπως όλοι φίλοι και γνωστοί μιλούσαν για μένα. Τη ρωτούσε η κατηγορουμένη πως είμαι αν με είδε και πως ήταν τα μέτρα στο νοσοκομείο λόγω covid. Εκείνη της είπε ότι δε μπορούσε να μπει στο νοσοκομείο και ότι είχε δει μόνο τη μητέρα μου στο προαύλιο. Επίσης μου ανέφερε ένα συγκεκριμένο περιστατικό που της είχε κάνει εντύπωση. Η κατηγορούμενη, όπως της είπε, έκανε ένα σχόλιο πολύ προσβλητικό για μένα. Της είπε η Εφη οκ αν δε μπορεί να δουλέψει θα πάρει την αποζημίωση και θα ζήσει. Δεν έγινε κάτι. Αυτό θύμωσε την ξαδέλφη μου. Αυτό το περιστατικό σε συνδυασμό με τις αναζητήσεις που με ενημέρωσαν πως είχε κάνει μετά την επίθεση και σε συνδυασμό με άλλα τουλάχιστον δύο περιστατικά που έλαβαν χώρα στο νοσοκομείο – η μητέρα μου μού είπε ότι κάποιοι ήλθαν στο νοσοκομείο να με δουν αλλά δεν τους επετράπη η εισοδος- όλα αυτά με έκαναν να πιστέψω ότι ήθελε πραγματικά να με σκοτώσει και δε σταμάτησε ούτε και μετά».
“Με τρομάζει η συμπεριφορά της. Δεν έχει μετανιώσει”
«Ο σκοπός της κατηγορουμένης όπως έχουν καταλήξει και οι αρχές ήταν να με σκοτώσει. Επίσης έχω μάθει ότι είχαν γίνει άλλες τρεις απόπειρες. Δυο κάτω από το σπίτι μου που την είχαν δει να κουβαλάει κάτι ύποπτο πάνω της. Σύμφωνα με τα στοιχεία έγινε και μια απόπειρα την προηγούμενη ημέρα αλλά δεν με πρόλαβε. Και προσπάθησε πάλι εκείνη την ημέρα που τα κατάφερε τελικά αλλά δεν κατάφερε να με σκοτώσει. Επίσης θέλω να επισημάνω σύμφωνα με την έρευνα τη συμπεριφορά της κατηγορουμένης πέρα από το ότι έψαχνε να βρει τρόπο να τελειώσει το σχέδιο της.
Με τρομάζει η συμπεριφορά που είχε. Ήταν σαν να μην έχει συμβεί τίποτα. Χορεύει πάνω στα τραπέζια. δείχνει έναν άνθρωπο που αντί να φοβηθεί και να καλυφθεί ενθαρρύνεται ακόμα περισσότερο και αρχίζει και αναζητά τρόπους και όπλα και πληροφορίες για ενέσεις αέρα και δηλητήριο που δεν ανιχνεύεται … Βλέπω έναν άνθρωπο που δεν πτοείται. Προσπαθεί ξανά και ξανά και γίνεται ακόμα χειρότερο. Και δεν ξέρω ακόμα τα κινητά ούτε πΠοιοι άλλοι γνώριζαν. Αλλά ξέρω ότι δεν έχει μετανιώσει Και αυτό είναι που με φοβίζει.».
Μετά δέχθηκε τις ερωτήσεις της έδρας
Ο πρόεδρος ζήτησε λεπτομέρειες γύρω από το σημείο της επίθεση. Η πολιτική αγωγή προσκόμισε φωτογραφίες από την είσοδο και η μάρτυρας ρωτήθηκε πάνω σε αυτές, εξηγώντας: «Ήρθε ακριβώς μπροστά μου και σημάδεψε ακριβώς το πρόσωπό μου. Ήταν τόσο κοντά που έβλεπα μόνο το πρόσωπο της. Το χέρι της δεν το είδα γιατί ήταν πολύ κοντά μου, αλλά το πέταξε όλο στο πρόσωπο μου και το υγρό ήρθε στα μάτια. Νομίζω ότι μπορεί και να ήθελε να την αναγνωρίσω. Μου έδωσε την εντύπωση ότι η ικανοποίηση της ήταν να πει ότι εγώ είμαι αυτή που το κάνω, να την αναγνωρίζω».
Εισαγγελέας: διασταυρώθηκαν τα βήματα σας;
Ιωάννα: 100%. Ήταν απόλυτα ψύχραιμη. Δεν μου είπε τίποτα. Ήταν πολύ κοντά μου.
Εισαγγελέας: ήταν μεγάλη η ποσότητα του υγρού;
Ιωαννα: Ήταν μεγάλη σίγουρα. Όταν μου το έριξε ήταν σαν να ήταν ένα μπουκαλι με νερό. Ότι έφυγε επάνω μου ήταν με μία κίνηση και ήρθε όλο πάνω μου και με έλουσε από το κεφάλι μέχρι κάτω.
Εισαγγελέας: εισπνεύσετε ή κατάπιατε το υγρό;
Ιωάννα: είμαι σίγουρη ότι το μύρισα, αν κάποιος μυρίσει καταλαβαίνει ότι είναι καυστικό. Δεν ξέρω πως έγινε και δεν το εισέπνευσα. Νομίζω από καθαρή τύχη και θαύμα. Η γιατρός μου μού εξήγησε ότι ήμουν τυχερή που δεν το κατάπια ή δεν το εισέπνευσα. Ενώ είμαι καμμένη στα χείλη και στη μύτη, από θαύμα δεν άνοιξα το στόμα μου. Νομίζω ότι δεν πρόλαβα ούτε αυτό να κάνω… αν το είχα κάνει, η ζημιά θα ήταν ανεπανόρθωτη και θα είχα πεθάνει.
Ερωτηματικά για το ρόλο τρίτου προσώπου
Προσερχόμενος ο δικηγόρος της Ιωάννας Απόστολος Λύτρας απάντησε σε ερωτήσεις για το έτερο πρόσωπο που φαίνεται να εμπλέκεται στην υπόθεση: Δεν ξέρω αν είναι άλλος ή άλλη. Από την πλευρά μας θα ζητήσουμε κάποια στιγμή από το δικαστήριο να καλέσει κάποιους συγκεκριμένους που είχαν συνομιλίες με την κατηγορούμενη να δούμε περί τίνος πρόκειται.
Όταν τον ρώτησαν πότε θα το κάνει είπε: Δεν μπορούμε να το κάνουμε τώρα δεν μπορούμε να προτείνουμε εμείς μάρτυρες. Αυτό θα το κάνουμε όταν θα τελειώνουν οι μάρτυρες του κατηγορητηρίου.
Ρεπορταζ: Αννα Βλαχοπαναγιώτη, Βαλέρια Δολαψάκη