Με αφορμή την 25η Νοεμβρίου, Παγκόσμια Ημέρα για την Εξάλειψη της Βίας κατά των Γυναικών, συνομιλήσαμε με τον πρώην Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης, κ. Δημήτρη Γαρούφα, ο οποίος μάς μιλάει για την ημέρα αυτή, μάς απαντάει για το τί ισχύει στη νομοθεσία, για το αν τελικά μπορούμε πράγματι να πούμε ότι ζούμε σε έναν δίκαιο και ισότιμο κόσμο και τέλος, στέλνει το δικό του μήνυμα, τονίζοντας ότι κάθε γυναίκα πρέπει να σπάσει τη σιωπή της…
Δημοσιογράφος: Ελένη Κωστοπούλου
Θυμάμαι ότι σε διάστημα 2 ετών είχαμε παράσχει νομική βοήθεια σε εκατοντάδες γυναικών και είχαμε υποβάλλει προτάσεις στους αρμόδιους φορείς για τους
τρόπους που θα μπορούσαν να περιορίσουν ή να εξαλείψουν το φαινόμενο αυτό.
Λόγω αυτής της ενασχόλησης κλήθηκα ως ομιλητής σε ένα παγκόσμιο συνέδριο στο Ζάππειο τον Ιούνιο του 2000 με θέμα «Σπάζοντας την σιωπή» με συνδιοργανωτές το ΚΕΘΙ, την Ευρωπαϊκή Ένωση και τη Γενική Γραμματεία Ισότητας.
Θυμάμαι ακόμα τα στοιχεία που παρουσίασε στο συνέδριο η ΑΝΙΤΑ GRADIN πρώην Επίτροπος της Ε.Ε η οποία επεσήμανε ότι:
Μία στις 4 γυναίκες έχει την εμπειρία της βίας σε κάποια περίοδο της ζωής της και κάθε εβδομάδα μια γυναίκα πέφτει θύμα ενδοοικογενειακής βίας, ενώ το 15% έως 25% των γυναικών κακοποιούνται στη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Είναι αναφαίρετο δικαίωμα των γυναικών η αξιοπρεπής συμπεριφορά προς αυτές, αλλά χιλιάδες γυναίκες σε κάποιες χώρες ακόμα και τώρα πωλούνται σαν ζώα και αντιμετωπίζονται σαν την αξία που θα αποκομίσουν οι σωματέμποροι που τις εκμεταλλεύονται. Γι’ αυτό το λόγο και η Ε.Ε συμπεριλαμβάνει στον τομέα προστασίας και την σεξουαλική κακοποίηση, διότι σύμφωνα με στοιχεία και μέσα στις χώρες της Ε.Ε ποσοστό 30-50% έχουν δεχθεί σεξουαλική κακοποίηση.
Οι γυναίκες έχουν δικαίωμα σε όλα τα ανθρώπινα δικαιώματα, όμως η καταπίεση και η βία τις κρατούν σε υποδεέστερη θέση κι ότι η ανδρική βία προκαλεί τον θάνατο και την ανικανότητα σε γυναίκες ηλικίας από 15 ως 44 ετών, περισσότερο από τον καρκίνο την ελονοσία και τα αυτοκινητιστικά ατυχήματα.
Ως δικηγόρος, ασχολούμενος και με υποθέσεις οικογενειακού δικαίου γνωρίζω, ότι η ορατή πλευρά του προβλήματος είναι μικρή γιατί τα περισσότερα περιστατικά δεν δημοσιοποιούνται και γιατί πολλές γυναίκες, λόγω οικονομικής εξάρτησης από τον σύζυγο δεν τολμούν να καταγγείλουν την κακοποίησή τους και υπομένουν για μακρό χρονικό διάστημα την κακοποίηση.
Για την ιστορία υπενθυμίζω, ότι μέχρι πριν 60 χρόνια στην Ελλάδα η κατάσταση ήταν απελπιστική. Για να γίνει κατανοητό πόσο μεγάλες ήταν οι διακρίσεις εις βάρος των γυναικών, ο Δικηγορικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης είχε εκδώσει το 1953 ένα ψήφισμα στο οποίο πρότεινε και ζητούσε από την τότε κυβέρνηση όπως :
1) Οι γυναίκες δικηγόροι να μπορούν να διορίζονται ως Δικασταί.
2) Να μπορούν να διορίζονται ως δικαστικοί αντιπρόσωποι στις Βουλευτικές και Δημοτικές εκλογές.
3) Να μπορούν να διορίζονται ως συμβολαιογράφοι κατά τας γενικάς περί διορισμού συμβολαιογράφων διατάξεις.
4) Να επιτρέπεται να παρίστανται ως μάρτυρες κατά την κατάρτιση συμβολαίων.
5) Να μπορούν να μετέχουν ως ένορκοι των ορκωτών Δικαστηρίων και
6) να μπορούν να εκλέγονται στις διοικήσεις των δικηγορικών συλλόγων.
Και κατέληγε το ψήφισμα τονίζοντας : « η Ελληνίς αγωνιζομένη σήμερα ελευθέρως εις όλους τους τομείς της ανθρωπίνης δραστηριότητας είναι κατ΄αρχήν, εξίσου προς τον άνδρα ικανή, όπως αναλάβει το βάρος και την ευθύνη οιουδήποτε λειτουργήματος, υπηρεσίας η καθήκοντος προς την πολιτείαν εφόσον θα συνεκέντρου τας απαιτουμένας δια την επιτυχή εκπλήρωσιν αυτού προϋποθέσεις χωρίς ποσώς το φύλον αυτής να αποτελεί λόγο μειώσεως της προσωπικότητας της».
Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Οι γυναίκες έχουν επιτύχει συνταγματικά και νομικά να μην υπάρχουν διακρίσεις λόγω φύλου και η νομοθεσία μας είναι προοδευτική διασφαλίζοντας την ισότητα ενώ υπάρχει και επαρκής νομοθεσία για αντιμετώπιση της ενδοοικογενειακής βίας(ν.3500/2006) . Σε επίπεδο κοινωνίας όμως υφίστανται ακόμα διακρίσεις και οι γυναίκες υφίστανται πολλαπλών μορφών κακοποίηση. Και το λέω αυτό γιατί εμείς οι δικηγόροι λόγω ιδιότητας έχουμε την δυνατότητα να γνωρίζουμε περισσότερα πράγματα από ό,τι ο μέσος πολίτης για γεγονότα ή καταστάσεις που δεν φτάνουν στην δημοσιότητα και καλύπτονται από πέπλο σιωπής, δηλαδή για γεγονότα για τα οποία κανείς δεν μιλά. Η νομοθεσία μας είναι η πρέπουσα σε αυτόν τον τομέα, αλλά ελάχιστες υποθέσεις κακοποίησης γυναικών φτάνουν στα δικαστήρια και οι περισσότερες υποθέσεις κακοποίησης καλύπτονται από πιέσεις συγγενών και φίλων και από τον φόβο του λεγόμενου κοινωνικού κόστους, δηλαδή, από τον φόβο τι θα πει ο κοινωνικός περίγυρος. Στα δικαστήρια φτάνουν μόνο οι ακραίες περιπτώσεις και υποθέσεις στις οποίες η κακοποιημένη γυναίκα έχει την συμπαράσταση του συγγενικού ή φιλικού περιβάλλοντος και έχει και κάποια οικονομική ανεξαρτησία.
Τελειώνοντας, θα ήθελα να επισημάνω στις γυναίκες, ότι νομικά υπάρχει ισότητα και νομοθεσία που τις προστατεύει από την κακοποίηση, αλλά να ξέρουν ότι «δρόμοι που δεν περπατιούνται χορταριάζουν» γι’ αυτό να τολμούν ,να μην ανέχονται και να καταγγέλλουν κάθε μορφής κακοποίηση. Αλλά και οι διαχρονικά ασκούντες εξουσία πρέπει να συνειδητοποιήσουν ότι πέρα από την νομική ισότητα πρέπει να υπάρχει και κοινωνική ισότητα γι΄ αυτό πρέπει τα παιδιά από το νηπιαγωγείο ακόμη να μαθαίνουν, ότι οι σχέσεις ανάμεσα στα δύο φύλα πρέπει να είναι σχέσεις συντροφικότητας και αλληλοσεβασμού μέσα στο πλαίσιο μελετημένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων.