ΑθλητικάΚόσμος

Η οικονομική καταστροφή στην βιομηχανία του ποδοσφαίρου από την πανδημία

Ενώ τα βελτιωμένα αποτελέσματα εντός των γηπέδων, επέτρεψαν σε μικρό αριθμό ποδοσφαιρικών συλλόγων, να ελαχιστοποιήσουν την ζημία που προκάλεσε η πανδημία της Covid-19 τις δύο προηγούμενες ποδοσφαιρικές σεζόν, τα χειρότερα αποτελέσματα εντός γηπέδου έχουν μεγεθύνει περαιτέρω το πρόβλημα, καθώς οι ομάδες που δεν ανταποκρίθηκαν θετικά στις αγωνιστικές τους υποχρεώσεις, έχουν καταγράψει επιπλέον ζημίες.

Αυτό προκύπτει από σχετική έρευνα της συμβουλευτικής εταιρείας παροχής υπηρεσιών με έδρα την Ολλανδία, KPMG, συγκρίνοντας τον μέσο όρο των οικονομικών ετών 2019/20 και 2020/21 με την περίοδο 2018/19, επιλέγοντας ένα δείγμα 20 συλλόγων. Και ειδικότερα, τους οκτώ πρωταθλητές των ισάριθμων κορυφαίων ευρωπαϊκών πρωταθλημάτων και άλλους 12 συλλόγους με τα μεγαλύτερα αναφερόμενα συνολικά λειτουργικά έσοδα: Μπεσίκτας, Άγιαξ, Ρόμα, Μπαρτσελόνα, Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, Τότεναμ, Νάπολι, Γουέστ Χαμ, Ίντερ, Σπόρτινγκ Λίσαβόνας,Ρεάλ Μαδρίτης, Γιουβέντους, Μίλαν, Τσέλσι, Ατλέτικο Μαδρίτης, Ντόρτμουντ, Μπάγερν, Μάντσεστερ Σίτι, Σεβίλη, Λίλ.

Τα συμπεράσματα, αποκαλύπτουν σημαντική μείωση των εσόδων, αύξηση αναλογίας κόστους προς έσοδα προσωπικού και τεράστιες απώλειες για τους περισσότερους συλλόγους.

«Η σεζόν 2018/19 ήταν πράγματι η τελευταία που παίχτηκε πλήρως πριν από την πανδημία, επομένως παρέχει το πιο πρόσφατο στιγμιότυπο μιας αδιατάρακτης ποδοσφαιρικής αγοράς», αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Είναι χαρακτηριστικό, ότι την σεζόν 2018/19, πριν από την πανδημία, οι 20 αυτοί σύλλογοι  είχαν έσοδα 7,586 δισεκατομμύρια ευρώ, εκ των οποίων η Μπαρτσελόνα είχε τα περισσότερα με 839 εκατομμύρια ευρώ.

Ωστόσο, ο συνολικός μέσος όρος των λειτουργικών εσόδων των επόμενων δύο σεζόν, ανήλθε σε μόλις 6,692 δισεκατομμύρια ευρώ, μια μείωση 12% και μια μέση ετήσια μείωση 45 εκατομμυρίων ευρώ, ανά σύλλογο στο δείγμα.

Μια άλλη ισπανική ομάδα, η Ρεάλ Μαδρίτης, είχε τις καλύτερες επιδόσεις όσον αφορά στα λειτουργικά έσοδα αυτά τα δύο χρόνια, με μέσο όρο 661 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας ωστόσο σημαντική πτώση από το μέγιστο της Μπαρτσελόνα το 2018/19.

Ανησυχητικό είναι το γεγονός, ότι 18 στους 20 συλλόγους κατέγραψαν χειρότερα αποτελέσματα κατά μέσο όρο σε αυτήν την διετία, με την μεγαλύτερη μείωση της τάξης του 32% να σημειώνει η Μπεσίκτας, της οποίας τα στοιχεία είναι επίσης απογοητευτικά από την υποτίμηση της τουρκικής λίρας.

Από την άλλη πλευρά, Σεβίλη και Λιλ κατάφεραν να αυξήσουν τα έσοδά σε επίπεδο μέσου όρου, κατά 15% και 40% αντίστοιχα, λόγω των βελτιωμένων αθλητικών αποτελεσμάτων: Η Σεβίλλη κατέκτησε το Europa League το 2019/20 και συμμετείχε στο Champions League έναν χρόνο αργότερα, ενώ η Λιλ έκανε το «αδιανόητο» και κατέκτησε την Ligue 1 το 2020/21.

Όσον αφορά μόνο στην σεζόν 2020/21, τα συνολικά έσοδα της Μάντσεστερ Σίτι ύψους 644,2 εκατ. ευρώ είναι τα υψηλότερα στην Ευρώπη, μπροστά από τη Ρεάλ Μαδρίτης (640,5 εκατ. ευρώ), την Μπάγερν (597,5), την Μπαρτσελόνα (580,7 εκατ. ευρώ), την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ (557,4) και την Τσέλσι (494,8), σύμφωνα με τα διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία, που δεν περιλαμβάνουν, τις Λίβερπουλ και Παρί Σεν Ζερμέν.

Προχωρώντας στην πλευρά του κόστους, οι δαπάνες προσωπικού παρέμειναν σχετικά σταθερές στα 4,613 δισ. ευρώ κατά μέσο όρο, σημειώνοντας μείωση μόλις 1% σε σύγκριση με το 2018/19. Καθώς τα συμβόλαια παικτών σε αυτό το κορυφαίο επίπεδο είναι εγγυημένα και είναι κυρίως πολυετή, υπάρχει μικρό περιθώριο στην ξαφνική προσπάθεια μείωσης αυτών των εξόδων, αν και πρέπει να αναφερθεί ότι πολλοί παίκτες αποφάσισαν να δεχθούν περικοπές μισθών τη σεζόν 2019/20 για να βοηθήσουν έξω από τους εργοδότες τους.

Ωστόσο, το κόστος δεν μειώθηκε με τους ίδιους ρυθμούς με τα έσοδα, με αποτέλεσμα η αναλογία κόστους προς έσοδα προσωπικού, να αυξηθεί κατά επτά ποσοστιαίες μονάδες κατά μέσο όρο, από 67% σε 74%.

Η χειρότερη επίδοση καταγράφηκε για την Ίντερ, η οποία συνέχισε να επενδύει ενισχύοντας την ομάδα σε αναζήτηση ενός εγχώριου τίτλου, τον Άγιαξ, ο οποίος υπέφερε σε σύγκριση με τη χρονιά κατά την οποία έκανε μια ιστορική πορεία στο UCL φτάνοντας στα ημιτελικά και την Ρόμα, που δεν προκρίθηκε για το UCL παρά το γεγονός ότι δαπάνησε παρόμοια ποσά για την ενίσχυση της ομάδας. Ο αναλογίες και των τριών ομάδων αυξήθηκαν κατά 19 ποσοστιαίες μονάδες.

Στον αντίποδα, υπάρχουν οι Λίλ και Μίλαν. Τα αυξημένα έσοδα της Λιλ, είναι ο βασικός παράγοντας για την μείωση κατά 13 ποσοστιαίες μονάδες, ενώ οι επιδόσεις της Μίλαν έχουν βελτιωθεί, αλλά ο σύλλογος εφήρμοσε έναν πιο αυστηρό προϋπολογισμό μισθών, με αποτέλεσμα την μείωση κατά τρεις ποσοστιαίες μονάδες. Ωστόσο, είναι ενδιαφέρον να σημειωθεί ότι αυτοί οι δύο σύλλογοι είχαν πολύ υψηλή αναλογία κόστους προσωπικού προς έσοδα το 2018/19, 112% και 86% αντίστοιχα.

Τα τελικά αποτελέσματα μετά την φορολογία, δείχνουν ξεκάθαρα την επιδείνωση της δραστηριότητας του ποδοσφαίρου τα τελευταία δύο χρόνια, καθώς τα συνολικά καθαρά κέρδη μειώθηκαν τις ακόλουθες δύο σεζόν, παρουσιάζοντας πρόσθετες μέσες ετήσιες απώλειες 65 εκατομμύρια ευρώ ανά σύλλογο.

Εναλλακτικά, αυτό σημαίνει ότι τις σεζόν 2019/20 και 2020/21, οι 20 σύλλογοι της έρευνας  είχαν απώλειες 3,057 δισεκατομμυρίων ευρώ.

Δεκαεπτά από τους 20 συλλόγους έχουν χειρότερη απόδοση την συνδυασμένη περίοδο 2019/20 και 2020/21.

Η Μπαρτσελόνα έχει τη χειρότερη εικόνα, αφού πραγματοποίησε καθαρά κέρδη 5 εκατ. ευρώ το 2018/19, συνέχισε με απώλειες 97 εκατ. ευρώ και 481 εκατ. ευρώ τις επόμενες σεζόν, έχοντας σχεδόν διπλάσια απόδοση από την δεύτερη χειρότερη ομάδα του δείγματος, την Ρόμα.

Με βάση την συγκεκριμένη ανάλυση, είναι σαφές ότι, ακόμη και στην κορυφή της πυραμίδας, η βιομηχανία του ποδοσφαίρου καταστράφηκε οικονομικά από την πανδημία.

Ενώ τα βελτιωμένα αθλητικά αποτελέσματα επέτρεψαν σε έναν μικρό αριθμό συλλόγων να ελαχιστοποιήσουν την ζημία, τα χειρότερα αποτελέσματα εντός γηπέδου έχουν μεγεθύνει περαιτέρω τις επιζήμιες οικονομικές επιπτώσεις.

Το παιχνίδι εξακολουθεί να επηρεάζεται σοβαρά από την πανδημία και είναι σχεδόν βέβαιο ότι η συνολική οικονομική απόδοση την σεζόν 2021/22 θα εξακολουθήσει να είναι χαμηλότερη σε σύγκριση με τα προ Covid-19 επίπεδα.

ΑΝΤΩΝΗΣ ΒΑΖΟΓΙΑΝΝΗΣ

ΑΠΕ

Back to top button