Μετά από δύο χρόνια πανδημίας με πρωτόγνωρους φόβους και περιορισμούς, η ανθρωπότητα υποβάλλεται και σε δεύτερο σοκ που στιγματίζει συνειδήσεις και τραυματίζει ψυχές. Η υφήλιος τις τελευταίες ημέρες παρακολουθεί συγκλονισμένη τις πολεμικές συγκρούσεις στην Ουκρανία που ήρθαν μάλλον αναπάντεχα, αφού ήταν δύσκολο να προβλεφθεί ότι θα αντικρύσει και πάλι τέτοιες εικόνες. Η φρίκη του πολέμου εκτυλίσσεται όχι πλέον μόνο μπροστά στις οθόνες των τηλεοράσεων αλλά και εκείνες των έξυπνων συσκευών κάτι που κάνει την θέαση πολύ πιο άμεση και συνεπώς ακόμα πιο τραυματική.
Η νέα καθημερινότητα που έχει γεμίσει μοιραία από πολεμικές εικόνες επηρεάζει ψυχικά ενήλικες και παιδιά. Ο ρόλος των γονιών είναι πολύ σημαντικός ώστε να βοηθήσουν τα παιδιά να διαχειριστούν αυτή τη νέα πραγματικότητα αλλά για να το επιτύχουν πρέπει να έχουν πρώτα αντιμετωπίσει τους δικούς τους «δαίμονες».
«Θα πρέπει να πούμε ότι αναλόγως και την αναπτυξιακή φάση μιλάμε διαφορετικά αλλά ακόμα σημαντικότερο είναι να κατανοήσουμε ότι πριν μιλήσουμε, πριν ανοίξουμε οποιαδήποτε κουβέντα θα πρέπει εμείς πρώτα να έχουμε διαχειριστεί την δική μας την αγωνία. Διότι θα είναι πολύ μεγάλη παγίδα να μεταφέρουμε τη δική μας την αγωνία, τα δικά μας τα ερωτήματα στα παιδιά ανάλογα με την αναπτυξιακή φάση που δεν μπορούν να το διαχειριστούν. Οπότε το πρώτο κομμάτι είναι πώς θα εμείς θα διαχειριστούμε τη δική μας την αγωνία. Είναι καλύτερο να κάνουμε την κουβέντα πρώτα με συνομήλικους μας, να επεξεργαστούμε δικές μας δυσκολίες με συνομηλίκους πριν ανοίξουμε οποιαδήποτε κουβέντα με παιδιά», τονίζει μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, η κλινική ψυχολόγος-ψυχοθεραπεύτρια και διδάκτωρ της Ιατρικής σχολής Αθηνών, Δρ. Άννα Κανδαράκη.
Σημειώνει επίσης ότι πρέπει οι γονείς να είναι πολύ προσεκτικοί στο τι είδους πληροφορίες μεταφέρουν στο παιδί και πόσες: «Το δεύτερο που έχει σημασία είναι ότι δεν θα ανοίξουμε κουβέντα με το παιδί μας αν δεν έρθει εκείνο να μας κάνει ερωτήσεις. Μόλις έρθει και μας κάνει ερώτηση έχει μεγάλη σημασία να καταλάβουμε τι μας ρωτάει και να μην δώσουμε παραπάνω πληροφορίες που τελικά μπορεί να μεταφέρουν αγωνία και να μην μπορεί και εκείνο να τις επεξεργαστεί. Γι΄ αυτό έχει σημασία εμείς να έχουμε μπει στη διαδικασία να έχουμε ενημερωθεί, να έχουμε μπορέσει να διαχειριστούμε τη δική μας την αγωνία για να μην τα μεταφέρουμε στα παιδιά τα οποία δεν θα ξέρουν μετά τι να την κάνουν».
Παράλληλα οι γονείς θα πρέπει να είναι και ειλικρινείς, προειδοποιεί η κ. Κανδαράκη. Επομένως, πρέπει να υπάρχει μια ισορροπία και ένα μέτρο στη διαχείριση από τους γονείς.
«Θα απαντήσουμε πρώτα από όλα ότι είναι ασφαλή γιατί είναι πολύ κρίσιμο να μεταδώσουμε το αίσθημα της ασφάλειας, ότι εδώ δηλαδή “είμαστε μακριά και εγώ αυτή τη στιγμή σε προστατεύω, όμως δεν ξέρω πώς μπορεί να έρθουν τα πράγματα αργότερα. Αυτή τη στιγμή όμως εγώ σε προστατεύω και είμαστε ασφαλείς όλοι”. Δύο είναι τα σημαντικά κομμάτια που πρέπει να μεταφέρουμε στα παιδιά. Το ένα είναι το κομμάτι της ασφάλειας και το δεύτερο είναι βεβαίως το κομμάτι της ειλικρίνειας. Μην πάμε να κουκουλώσουμε και να κρύψουμε στα παιδιά αληθινές πληροφορίες διότι θα τις βρούμε μετά από λίγο μπροστά μας. Το παιδί μπορεί να καταλάβει ακόμα και νοήματα, πράγματα που εμείς δεν λέμε, εξωλεκτικά νοήματα. Και στη συνέχεια να αισθάνεται ανασφάλεια γιατί θα του έχουμε πει ψέματα και θα τις καταγράφει και ως πολύ πιο δύσκολες και πολύ πιο σοβαρές καταστάσεις επειδή θα του έχουμε πει εμείς ψέματα».
Στο ερώτημα αν θα πρέπει να επιτρέπεται στους ανήλικους να βλέπουν εικόνες από τον πόλεμο στην τηλεόραση, η κ. Κανδαράκη ξεκαθαρίζει: «Δεν μπορούμε να απομονώσουμε τα παιδιά από την καθημερινότητα. Προφανώς χρειάζεται μια παραπάνω προσοχή να μην υπάρχει συνεχώς μια τηλεόραση αναμμένη όλη την ημέρα στο σπίτι, προφανώς χρειάζεται μια προσοχή να μην είναι τα παιδιά συνεχώς σε κουβέντες και σε επικοινωνίες ενηλίκων κατά τις οποίες θα ακούσουν πληροφορίες τις οποίες δεν θα ξέρουν τι να κάνουν, αλλά δεν μπορούμε και να τα αποκλείσουμε εντελώς. Άρα το σημαντικό είναι να μπορούμε να κρατούμε ένα μέτρο» και σημειώνει παράλληλα: «Στην περίπτωση που τα παιδιά βλέπουν κάποιες εικόνες στην τηλεόραση αλλά δεν ρωτάνε, θα βάλουμε κάποια ερώτηση εμείς, όπως “σκέφτεσαι κάτι;”, να δώσουμε δηλαδή χώρο στο συναίσθημα. Δηλαδή αν έρθει το παιδί και πει μαμά εγώ φοβάμαι, ή δεν μπορώ να κοιμηθώ να μην υποτιμήσουμε το συναίσθημά του, μην του πούμε δεν πρέπει να φοβάσαι ή μη φοβάσαι, γιατί αυτό καταγράφεται ως ενοχοποίηση συναισθήματος. Έχει νόημα να δώσουμε χώρο στο συναίσθημα. «Γιατί φοβάσαι;», «τι είναι αυτό το οποίο σε κάνει να φοβάσαι», «τι είναι αυτό το οποίο σκέφτεσαι;». Αυτές είναι οι φράσεις που πρέπει να χρησιμοποιηθούν αρχικά και μετά να καθησυχάσουμε το παιδί. «Είμαστε όλοι καλά, εδώ δεν υπάρχει πόλεμος», αλλά σε καμία περίπτωση να μην το υποτιμήσουμε το συναίσθημα. Γιατί την επόμενη φορά που θα το νιώσει δεν θα μας το επικοινωνήσει».
Η κ. Κανδαράκη τονίζει επίσης ότι είναι κρίσιμο οι γονείς να μην εστιάσουν στην αντιπαλότητα του πολέμου αλλά σε αξίες που μπορούν να διδαχθούν τα παιδιά σε αυτές τις δύσκολες συνθήκες: «Αυτή είναι μια μοναδική ευκαιρία μέσα από αυτές τις πολύ δύσκολες κρίσεις, όπως είναι ο πόλεμος που έχουμε τώρα, να περάσουμε και πιο γενικευμένες αξίες και υπαρξιακές αξίες, όπως είναι η ειρήνη, τι είναι πόλεμος, τι σημαίνει βοήθεια στον διπλανό μας. Και σε καμία περίπτωση να μην μπούμε στη διαδικασία να πούμε ότι έχουμε διαλέξει κάποια πλευρά. Δηλαδή να πούμε ποιοι είναι οι καλοί και ποιοι είναι οι κακοί. Μην καταγράψουμε καλούς και κακούς. Είναι καλύτερο λοιπόν να καταγραφούν γενικότερες αξίες, όπως ο πόλεμος, η ειρήνη, η αγάπη στο διπλανό, η αλληλεγγύη».
Όπως λέει η κλινική ψυχολόγος ήδη έχουν αναζητήσει βοήθεια άτομα ενήλικα που έχουν επηρεαστεί βαθιά από τις εικόνες του πολέμου.
«Τώρα δοκιμάζεται η ψυχική ανθεκτικότητα του καθενός. Τόσο η πανδημία όσο και ο πόλεμος είναι επί της ουσίας μία κρίση, δηλαδή μια ρωγμή που κάνει ένα κρακ και από κάτω βγαίνει ό, τι έχει από πίσω ο καθένας μας, ό,τι κρύβει ο καθένας μας. Είτε είναι σκοτάδι, είτε είναι φως. Επί της ουσίας σε κάθε κρίση ενισχύονται οι ήδη υπάρχουσες δυσκολίες. Οπότε δοκιμαζόμαστε και αν βλέπουμε ότι δεν μπορούμε να το διαχειριστούμε σημαίνει ότι από πίσω δεν έχουμε χτίσει έναν υγιή ψυχικά σκελετό. Βλέπουμε ότι υπάρχει πολύ μεγάλη αύξηση της ψυχικής δυσκολίας, υπάρχει μεγαλύτερο αίτημα στην ψυχική βοήθεια. Έχουν ήδη έρθει άνθρωποι που έχουν εμφανίσει πολύ μεγάλη αγωνία και βγάζουν είτε ένα αίσθημα κρίσεων πανικού είτε ένα πολύ μεγάλο αίσθημα καχυποψίας. Ότι δεν είναι πουθενά ασφαλείς. Αυτό είχε ενταθεί με την πανδημία, το αίσθημα δηλαδή ότι υπάρχει ένας εξωτερικός κίνδυνος και τώρα είναι ακόμα εντονότερο. Είναι ο ίδιος παρονομαστής. Ότι υπάρχει ένας κίνδυνος έξω», καταλήγει η κ. Κανδαράκη.
ΑΠΕ