Η κολπική μαρμαρυγή (AFib) επιβεβαιώθηκε σχεδόν στο 94% των ατόμων που αρχικά αναγνωρίστηκε ότι είχαν σημάδια διαταραχής του καρδιακού ρυθμού μέσω μιας εφαρμογής smartwatch και στη συνέχεια πήγαν στον γιατρό.
Η μελέτη παρουσιάστηκε στην 71η ετήσια έκδοση του Αμερικανικού Κολλεγίου Καρδιολογίας.
Η μελέτη, στην οποία συμμετείχαν περισσότεροι από 2,8 εκατομμύρια άνθρωποι, είναι η μεγαλύτερη μελέτη μέχρι σήμερα που δείχνει πώς οι φορητές τεχνολογίες των καταναλωτών μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τον εντοπισμό καρδιακών προβλημάτων κατά τις καθημερινές δραστηριότητες.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν επίσης την εφαρμογή για να παρακολουθήσουν ένα υποσύνολο συμμετεχόντων με αποφρακτική άπνοια ύπνου και διαπίστωσαν ότι τα άτομα που αναφέρθηκαν για πιθανή άπνοια ύπνου είχαν 1,5 φορές περισσότερες πιθανότητες να έχουν AFib από τα άτομα χωρίς υπνική άπνοια.
Αυτό υποδηλώνει ότι τα σωστά εργαλεία για την ανίχνευση των δύο καταστάσεων μπορούν να συνεργαστούν για να βελτιώσουν περαιτέρω την παρακολούθηση της υγείας.
«Οι ψηφιακές τεχνολογίες καθιστούν δυνατή τη γενική ευαισθητοποίηση σχετικά με την κολπική μαρμαρυγή και τους παράγοντες κινδύνου της, καθώς και τη βελτίωση της πρόληψης και των επιπλοκών της», δήλωσε ο Δρ. Yutao Guo, καθηγητής εσωτερικής ιατρικής στο PLA Chinese Medical School, στο Πεκίνο και επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης.
«Με την παγκόσμια ανάπτυξη της φορητής τεχνολογίας προσυμπτωματικού ελέγχου AFib, ειδικά στο πλαίσιο της πανδημίας COVID-19, αυτή η μελέτη προσφέρει μια πιθανή λύση για να βοηθήσει τους ανθρώπους να εντοπίσουν πιθανά σημάδια AFib και να διαγνωστούν ώστε να αντιμετωπιστεί ιατρικά νωρίτερα» πρόσθεσε.
Η κολπική μαρμαρυγή είναι ο πιο κοινός τύπος διαταραχής του καρδιακού ρυθμού, με συμπτώματα που περιλαμβάνουν γρήγορους ή ακανόνιστους καρδιακούς παλμούς μαζί με επεισόδια ζάλης, πόνου στο στήθος και δυσκολία στην αναπνοή.
Τα άτομα με AFib έχουν περίπου 5 φορές περισσότερες πιθανότητες να υποστούν εγκεφαλικό από τον γενικό πληθυσμό, επειδή οι ακανόνιστοι καρδιακοί παλμοί μπορεί να προκαλέσουν συσσώρευση αίματος και πήξη. Ωστόσο, αυτός ο κίνδυνος μπορεί να μειωθεί με έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία.
Μετάφραση: Μιχαέλα Λαμπρινίδου / ertnews.gr