Στον λόφο του Κεφάλου στη Μάρπησσα της Πάρου, βρίσκεται το μοναστήρι του Αγίου Αντωνίου. Είναι ένα μοναδικό μεσαιωνικό κάστρο που χάρη στον εθελοντισμό της Αρσενίας Φραντζή και του συζύγου της Νίκου μένει ανοιχτό χειμώνα και καλοκαίρι, ενισχύοντας τον θεματικό τουρισμό (θρησκευτικό, ιστορικό και λαϊκής αρχιτεκτονικής). Η Μονή δεν έχει πλέον μοναχούς και συντηρείται, όπως τονίζει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Αρσενία Φραντζή, «με την ευλάβεια που έχει ο κόσμος που απανταχού της οικουμένης το επισκέπτεται, καθώς και με τον εθελοντισμό των ανθρώπων εδώ της περιοχής της Μάρπησσας, είναι σαν να κατοικείται».
Η πρόσβαση στο μοναστήρι πραγματοποιείται από δύο μονοπάτια που ξεκινούν το ένα από τη Μάρπησσα και το άλλο από τα Μάρμαρα. Υπάρχει και αμαξωτός δρόμος από τη Μάρπησσα. Με τα πόδια ή με αυτοκίνητο η ανάβαση αποτελεί ξεχωριστή εμπειρία για τον επισκέπτη και αξίζει τον κόπο, καθώς προσδίδει υπεραξία στον τουρισμό του νησιού.
Η Αρσενία, παρά τα προβλήματα ακοής που αντιμετωπίζει, ξεναγεί εθελοντικά τους επισκέπτες όλων των εθνικοτήτων και διηγείται ακούραστα -αυτοσχεδιάζοντας σε πολλές γλώσσες -την ιστορία της Μονής. Από την ίδρυσή της, την καταστροφή της από τους πειρατές του Μπαρμπαρόσα, πώς ξαναχτίστηκε, τις αρχιτεκτονικές της ιδιομορφίες, τα θαύματα του Αγίου.
Το ΑΠΕ-ΜΠΕ τη συνάντησε στο μοναστήρι και κατέγραψε με κάμερες και άλλα μέσα σε υψηλή ανάλυση ένα τηλεοπτικό αφιέρωμα στη Μονή του Αγίου Αντωνίου. Τη σκηνοθεσία και το σενάριο υπογράφει ο δημοσιογράφος Γιώργος Κουβαράς.
Το μεσαιωνικό κάστρο
Ο λόφος του Κεφάλου στην κορυφή έχει ύψος 229 μέτρα πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας και το μοναστήρι χρονολογείται από τον 16ο αιώνα. Μοιάζει με κώνο γιατί ήταν ηφαίστειο που σταμάτησε να είναι ενεργό.
Ο επισκέπτης θα βρεθεί ανάμεσα στα ερείπια του κάστρου όπου βρίσκονται εντοιχισμένα ή διάσπαρτα μαρμάρινα αρχιτεκτονικά και γλυπτά που προέρχονται από αρχαία κτίσματα. Η Αρσενία μάς δείχνει το περίγραμμα και πώς ήταν οχυρωμένο το μεσαιωνικό κάστρο.
«Μέχρι το 1537 που καταρρίφθηκε το κάστρο, στις Λεύκες υπήρχε χωριό. Από εκεί και κάτω οι άνθρωποι ζούσαν στον λόφο εξαιτίας του φόβου των πειρατών. Αρχικά ήταν φρούριο μικρότερης έκτασης και μετά το τρίτο κατά σειρά ενετικό κάστρο σε ολόκληρο το νησί.
Σε περιγραφές του 1584 αναφέρεται ότι «η Πάρος έχει χώρα μία και κάστρα δύο, Παροικία επισκοπάτο, Κέφαλος κάστρο, Αγόστα». Επίσης, ο William Miller αναφέρεται σε κάστρα ενετικά, μεταξύ των οποίων το ισχυρότερο ήταν το κάστρο τού Κεφάλου, το οποίο «ο Nicolo Sommaripa είχε χτίσει περί το 1500 για έδρα του, σε ένα ψηλό βράχο πάνω από τη θάλασσα».
Είναι γνωστό ότι οι Ενετοί, όταν κατέλαβαν την Πάρο, οχύρωσαν την Παροικία χτίζοντας το κάστρο ως κατοικία του ηγεμόνα και διοικητική έδρα του νησιού το 1260.
Το κάστρο του Κεφάλου έχει κατασκευαστικές και άλλες ομοιότητες με τα κάστρα της Ενετοκρατίας στο Αιγαίο
Η πρώτη φάση κτήσης των οχυρώσεων του κάστρου, σύμφωνα με τον καθηγητή βυζαντινής αρχαιολογίας και τέχνης στο Πανεπιστήμιο της Κύπρου Αθανάσιο Βιώνη, μπορεί να τοποθετηθεί στα τέλη του 13ου αιώνα. Το εξωτερικό αμυντικό τείχος πρέπει να χτίστηκε στα τέλη του 14ου αιώνα από τον Νicolo Sommaripa, ο οποίος μετέφερε την έδρα της διοίκησης από το κάστρο της Παροικιάς σε αυτό του Κεφάλου. Αρχαιολογικά ευρήματα (κεραμική επιφανείας) μαρτυρούν τη συνέχεια της κατοίκησης του χώρου από τα τέλη του 14ου έως τις αρχές του 16ου αιώνα. (Πηγή: Βιώνης, Α.K. (2016) «Το μεσαιωνικό κάστρο του Κέφαλου στην Πάρο», Parola, τεύχος 8, σ. 44-52.)
Το κάστρο πολιορκήθηκε και κυριεύτηκε τελικά από τον Η. Barbarossa το 1537.
Ήταν, μας λέει η Αρσενία το τελευταίο κάστρο που είχε απομείνει, τα άλλα δύο είχαν ήδη πέσει. «Ο Μπαρμπαρόσα και οι πειρατές του δημιούργησαν 6 χιλιάδες νεκρούς και αιχμαλώτους. Οι κοπέλες πήγαν στα χαρέμια, οι νεαροί άνδρες αιχμάλωτοι, αυτοί που αντιστάθηκαν τους έσφαξε, και τα αγοράκια τα έστειλε σε τάγματα γενίτσαρων.»
Γι΄ αυτό συνεχίζει, το προσκύνημα εδώ πρωτίστως είναι ιστορικό και η ελληνική σημαία δεν κατεβαίνει ποτέ από τον ιστό της. Γιατί ο λόφος είναι ποτισμένος με αίμα ανθρώπων και είναι τόπος θυσίας.»
Ο ναός
Ο ναός ανήκει στον τύπο του σταυροειδούς εγγεγραμμένου ναού, με εσωτερικές διαστάσεις 13Χ7,5 μ. Στην είσοδό του υπάρχει μαρμάρινο υπέρθυρο με σταυρό μέσα σε κύκλο φέρει τα γράμματα ΙC ΧC NIKA. Η Αρσενία και ο Νίκος μας ξεναγούν στο εσωτερικό και μας δείχνουν τις αγιογραφίες
Ο ναός έχει αγιογραφηθεί δύο φορές, την πρώτη τον 16ο αιώνα και τη δεύτερη τον 18ο αιώνα. Υπάρχουν αγιογραφίες διαφόρων εποχών, οι περισσότερες κατεστραμμένες. Σήμερα, λίγα δείγματα από τον διάκοσμο σώζονται και οι αγιογραφίες έχουν φθαρεί από τον χρόνο και έχουν επιζωγραφιστεί «οικτρώς», όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο καθηγητής Ορλάνδος.
Οι μεταγενέστερες αγιογραφίες έχουν λαϊκό ύφος και ομοιάζουν με εκείνες άλλων ναών στην Πάρο. Δύο από τις πιο χαρακτηριστικές χρονολογούνται η μία τον 16ο αιώνα και η άλλη τον 18ο αιώνα και απεικονίζουν πολυπρόσωπη παράσταση της Δευτέρας Παρουσίας.
Ο μαρμάρινος άμβωνας στηρίζεται σε ανεστραμμένο ιωνικό κίονα και είναι διακοσμημένος στα θωράκια του με ανάγλυφο σταυρό και εξαπτέρυγα. Ανάγλυφα σχέδια και οικόσημα κοσμούν τους τάφους των κτητόρων στο δάπεδο. Υπάρχουν επιγραφές με ημερομηνίες από το παρελθόν της μονής σε διάφορα σημεία του ναού.
Το τέμπλο, από τα ωραιότερα και καλύτερα διατηρημένα τέμπλα της Πάρου, χρονολογείται από τον 17ο αιώνα, και μοιάζει όπως λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η Αρσενία Φραντζή με εκείνο της Εκατονταπυλιανής.
«Είναι ξυλόγλυπτο και επιχρυσωμένο με ύψος 3 μ και πλάτος 3.25 μ. Απολήγει σε ξυλόγλυπτες φυτικές διακοσμήσεις και στο μέσον του στηρίζεται ο ξυλόγλυπτος επίχρυσος Σταυρός. Οι φορητές εικόνες του είναι η Παναγία Πανάχραντος, ο Χριστός Παντοκράτωρ, ο Άγιος Αντώνιος, ο Άγιος Ιωάννης Θεολόγος, ο Μυστικός Δείπνος, ο Αρχάγγελος Μιχαήλ, ο Άγιος Ιωάννης Πρόδρομος και ο Άγιος Άνθιμος. Υπάρχουν και άλλες εικόνες στο θωράκιο του τέμπλου.
Το κιβώριο, έργο του 18ου αιώνα, είναι επιχρυσωμένο και σε σχήμα παραλληλόγραμμο. Για το μαρμάρινο αρτοφόριο δεν είναι γνωστό αν ανήκε στον συγκεκριμένο ναό ή σε άλλον προϋπάρχοντα.
Τα εκκλησιαστικά βιβλία και άλλα κειμήλια του μοναστηριού φυλάσσονται στο Εκκλησιαστικό Μουσείο Μάρπησσας.» (Πηγή: Blueheritage)
Το μοναστήρι
Η Αρσενία μάς μιλά για το αρτοφόριο και τις τρεις στέρνες του μοναστηριού «που μαζεύουν το νερό της βροχής ακόμη και σήμερα χωρίς να το έχουμε ακουμπήσει οι νεότεροι.»
Πάντως δεν γνωρίζουμε ακόμη σήμερα τι άλλο μπορεί να είναι κρυμμένο κάτω από τα ερείπια καθώς η Πάρος επηρεάζεται από το ηφαίστειο της Σαντορίνης και όλα τα κάστρα της έχουν πέσει πολλές φορές.
Στο μοναστήρι «υπάρχουν δύο τρούλοι. Είναι σπάνιο για την Πάρο, σε άλλα κυκλαδίτικα νησιά συνηθίζεται.» Ήταν πλούσιο για την εποχή του και ήταν κέντρο σπουδών και παιδείας. Εδώ τα παιδιά δεν ξέχασαν τη γλώσσα και τη θρησκεία τους και τον δάσκαλο τον πλήρωνε ο Νικόλαος Μαυρογένης που ήταν ο θείος της ηρωίδας Μαντώ Μαυρογένους, και καταγόταν από τα Μάρμαρα της Πάρου.
Το μοναστήρι εξ αρχής ήταν αφιερωμένο στον Άγιο Αντώνιο, που θεωρείται πρότυπο του μοναχισμού. Παρόλο που δεν κατοικείται, τηρείται το μοναστηριακό καθεστώς. Όταν είναι οι γιορτές τηρούνται οι νηστείες, και έρχονται ιερομόναχοι και ιερείς και τηρούν λειτουργίες και εσπερινούς.
Θα πρέπει να σημειώσουμε ότι στις 14 Ιουνίου το μοναστήρι του Αγίου Αντωνίου κινδύνεψε από πυρκαγιά που ξέσπασε αργά το βράδυ και γλίτωσε χάρη στις υπεράνθρωπες προσπάθειες της πυροσβεστικής και του ηρωικού εθελοντισμού των κατοίκων της περιοχής, που είχαν σχηματίσει ανθρώπινη αλυσίδα γύρω από το μοναστήρι.
ΑΠΕ