Αύξηση τουλάχιστον 30% καταγράφουν ήδη εν όψει του φετινού χειμώνα οι τιμές των καυσόξυλων, που από τον περασμένο χειμώνα έχουν αρχίσει να γίνονται ανάρπαστα στη βόρεια -και όχι μόνο- Ελλάδα.
Της Βάσως Βεγίρη
130 ευρώ το κυβικό μέτρο αναμένεται να φθάσει φέτος η τιμή στα καυσόξυλα από 100 ευρώ πέρυσι. Σημαντική μερίδα καταναλωτών στρέφεται στα καυσόξυλα λόγω των μεγάλων αυξήσεων στις τιμές του φυσικού αερίου και του ρεύματος. Τις αυξήσεις πυροδοτούν οι ελλείψεις πρώτης ύλης, ενώ καθημερινά η ζήτηση από τους καταναλωτές αυξάνεται. «Όλο το καλοκαίρι φέτος κουβαλάμε, αλλά το πρόβλημα είναι ότι υπάρχει μεγάλη έλλειψη πρώτης ύλης, γι’ αυτό και οι τιμές έχουν εκτιναχθεί» επισημαίνει χαρακτηριστικά στη «Ν» ο κ. Ιορδάνης Μποζατζίδης, ένας εκ των ιδιοκτητών της εταιρείας Καυσόξυλα Τιμολέων.
Το πρόβλημα προκαλείται σε μεγάλο βαθμό λόγω του φραγμού στις εξαγωγές ξυλείας που έχουν βάλει οι Βούλγαροι έμποροι, καθώς αφενός και στη γειτονική χώρα υπάρχει αυξημένη ζήτηση, αφετέρου -όπως εκτιμάταιτο κάνουν για να ανεβάσουν τις τιμές. Πέραν, δε του «φρένου» στις εισαγωγές από τη Βουλγαρία, όπως επισημαίνει ο κ. Μποζατζίδης, υπάρχει γενικότερη έλλειψη πρώτης ύλης, οι τιμές «χτυπιούνται» στις δημοπρασίες και οι έμποροι δεν μπορούν να κάνουν προμήθειες. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι τιμές των χύμα καυσόξυλων φέτος αναμένεται να αγγίξουν ακόμη και τα 130 ευρώ το κυβικό μέτρο, έναντι 100 ευρώ τον περσινό χειμώνα και 95 ευρώ τον προπέρσινο, ήδη έχουν ανέβει στα 110 ευρώ και η ζήτηση βαίνει συνεχώς αυξανόμενη.
Οι τελικές τιμές είθισται να διαμορφώνονται τον Σεπτέμβριο, το σίγουρο όμως είναι ότι δεν διαφαίνεται «βαλβίδα» εκτόνωσης που να κάνει τις τιμές πιο προσιτές. Σε αυτό το περιβάλλον, άλλες εταιρείες φέτος αναμένεται να περάσουν στους καταναλωτές χρεώσεις για τα μεταφορικά έξοδα, κάτι που δεν ίσχυε μέχρι πρότινος και άλλες ανεβάζουν -για να μην περάσουν σε τέτοιες αυξήσεις- τη μίνιμουμ ποσότητα του όγκου των παραγγελιών από το ένα στο ενάμισι κυβικό μέτρο.
Η δυσκολία, όμως, στην προμήθεια πρώτης ύλης και οι μεγάλες ανατιμήσεις με τάση περαιτέρω ανόδου κάνουν και μερικές από τις επιχειρήσεις του κλάδου να εκφράζουν προβληματισμό για το κατά πόσο μπορούν να αντεπεξέλθουν και για το τι ποσότητες θα παραγγείλουν, σε συνδυασμό και με τα αυξημένα λειτουργικά έξοδα. Στο μεταξύ, η ζήτηση βαίνει καθημερινά αυξανόμενη τόσο στη Δυτική Μακεδονία, όπου στις ορεινές περιοχές της Φλώρινας και της Καστοριάς τα τζάκια και οι σόμπες ανάβουν ήδη από τις αρχές του φθινοπώρου, όσο και στην Ανατολική Μακεδονία (Καβάλα, Θάσο, Δράμα κ.ο.κ.).
Το ίδιο συμβαίνει όμως και στη Θεσσαλονίκη, όχι μόνο στις επαρχιακές περιοχές αλλά και μέσα στην πόλη. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, οι περιοχές του Ωραιοκάστρου και της Καλαμαριάς, που χαρακτηρίζονται από τον μεγάλο αριθμό κατοικιών (μονοκατοικίες αλλά και διαμερίσματα) με τζάκια, όπου οι πιλοτές και οι πίσω αυλές έχουν αρχίσει να γεμίζουν με καυσόξυλα ήδη από τις αρχές Ιουλίου, καθώς τα νοικοκυριά προσπαθούν να προετοιμαστούν για τον επερχόμενο δύσκολο ενεργειακά χειμώνα.
Όπως επισήμανε, εξάλλου, ήδη από τον φετινό Μάρτιο στη «Ν» άλλος έμπορος ξυλείας από την Πυλαία Θεσσαλονίκης, ενώ παραδοσιακά οι πελάτες ζητούσαν τις προηγούμενες χρονιές καυσόξυλα για τζάκια, από τον περσινό χειμώνα υπάρχει αυξημένη ζήτηση και για μικρά καυσόξυλα για μασίνες (σ.σ.: ξυλόσομπες με φούρνο), καθώς ο κόσμος προσπαθεί να μην καταναλώνει ρεύμα ούτε για το μαγείρεμα. «Τσιμπημένο» και το πέλετ Σημαντικά αυξημένη είναι ήδη φέτος, επίσης, και η τιμή των πέλετ, που κινήθηκε ανοδικά και τον περσινό χειμώνα. Οι τιμές ήδη αγγίζουν σήμερα τα 600 ευρώ (στην ανώτερη ποιότητα) στον τόνο έναντι 400 πριν από έναν χρόνο, ενώ ακόμη μεγαλύτερες είναι οι αυξήσεις στις υπόλοιπες ποιότητες. Όπως και στα καυσόξυλα δε, υπάρχουν ελλείψεις σε σύγκριση με τη ζήτηση.