Η υποχρεωτική μείωση της ζήτησης ηλεκτρικής ενέργειας σε ώρες αιχμής, ένα ανώτατο όριο στα έσοδα των εταιρειών παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από φθηνές πηγές και μια προσωρινή εισφορά αλληλεγγύης από τα υπερκέρδη των εταιρειών ορυκτών καυσίμων, είναι τα τρία έκτακτα μέτρα που περιλαμβάνει το σχέδιο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τη μείωση των τιμών της ενέργειας.
Η Επιτροπή τονίζει, επίσης, ότι συνεχίζει το έργο της για τη μείωση της τιμής του φυσικού αερίου και τη μεταρρύθμιση της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας μακροπρόθεσμα.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε σήμερα στη δημοσιότητα το σχέδιό της για να αντιμετωπιστεί η πρόσφατη δραματική αύξηση των τιμών, επισημαίνοντας ότι «Η ΕΕ βρίσκεται αντιμέτωπη με τις επιπτώσεις μιας σοβαρής αναντιστοιχίας μεταξύ ζήτησης και προσφοράς ενέργειας, που οφείλεται σε μεγάλο βαθμό στη συνεχιζόμενη εργαλειοποίηση των ενεργειακών της πόρων από τη Ρωσία».
Το πρώτο μέτρο που προτείνει η Επιτροπή για την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών είναι η μείωση της ζήτησης. Αυτό μπορεί να επηρεάσει τις τιμές ηλεκτρικής ενέργειας και να επιτύχει μια συνολική ηρεμιστική επίδραση στην αγορά. Με στόχο τις ακριβότερες ώρες κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, όταν η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με αέριο έχει σημαντικό αντίκτυπο στην τιμή, η Επιτροπή προτείνει την υποχρεωτική μείωση της κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας κατά τουλάχιστον 5% κατά τις επιλεγμένες ώρες αιχμής. Τα κράτη μέλη θα πρέπει να προσδιορίσουν το 10% των ωρών με την υψηλότερη αναμενόμενη τιμή και να μειώσουν τη ζήτηση κατά τις ώρες αιχμής. Η Επιτροπή προτείνει επίσης στα κράτη μέλη να επιδιώξουν να μειώσουν τη συνολική ζήτηση ηλεκτρικής ενέργειας κατά τουλάχιστον 10% έως τις 31 Μαρτίου 2023. Τα κράτη-μέλη μπορούν να επιλέξουν τα κατάλληλα μέτρα για την επίτευξη αυτής της μείωσης της ζήτησης, η οποία μπορεί να περιλαμβάνει οικονομική αποζημίωση. Η Επιτροπή εκτιμά ότι η μείωση της ζήτησης σε περιόδους αιχμής θα οδηγούσε σε μείωση της κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά 1,2 bcm κατά τη διάρκεια του χειμώνα. Η αύξηση της ενεργειακής απόδοσης αποτελεί επίσης βασικό μέρος της εκπλήρωσης των δεσμεύσεών μας για το κλίμα στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας.
Δεύτερον, η Επιτροπή προτείνει ένα προσωρινό ανώτατο όριο εσόδων για τους «υποοριακούς» παραγωγούς ηλεκτρικής ενέργειας, συγκεκριμένα τεχνολογίες με χαμηλότερο κόστος, όπως οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, η πυρηνική ενέργεια και ο λιγνίτης, οι οποίες παρέχουν ηλεκτρική ενέργεια στο δίκτυο με κόστος χαμηλότερο από το επίπεδο τιμών που ορίζεται από τους πιο ακριβούς παραγωγούς. Αυτοί οι «υποπεριθωριακοί» παραγωγοί έχουν εξαιρετικά έσοδα, με σχετικά σταθερό λειτουργικό κόστος, καθώς οι ακριβοί σταθμοί ηλεκτροπαραγωγής φυσικού αερίου έχουν αυξήσει τη χονδρική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας που λαμβάνουν. Η Επιτροπή προτείνει να καθοριστεί το ανώτατο όριο των υποοριακών εσόδων στα 180 ευρώ/MWh. «Αυτό θα επιτρέψει στους παραγωγούς να καλύψουν το επενδυτικό και λειτουργικό τους κόστος χωρίς να μειώσουν τις επενδύσεις σε νέες δυναμικότητες σύμφωνα με τους στόχους μας για την ενέργεια και το κλίμα για το 2030 και το 2050», επισημαίνει η Επιτροπή. Τα έσοδα πάνω από το ανώτατο όριο θα εισπράττονται από τις κυβερνήσεις των κρατών μελών και θα χρησιμοποιηθούν για να βοηθήσουν τους καταναλωτές ενέργειας να μειώσουν τους λογαριασμούς τους. Επιπλέον, τα κράτη-μέλη που εμπορεύονται ηλεκτρική ενέργεια ενθαρρύνονται, σε πνεύμα αλληλεγγύης, να συνάψουν διμερείς συμφωνίες για να μοιραστούν μέρος των υποοριακών εσόδων που εισπράττει το κράτος παραγωγής προς όφελος των τελικών χρηστών στο κράτος μέλος με χαμηλή παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Οι συμφωνίες αυτές θα συναφθούν έως την 1η Δεκεμβρίου 2022 όταν οι καθαρές εισαγωγές ηλεκτρικής ενέργειας ενός κράτους μέλους από γειτονική χώρα είναι τουλάχιστον 100%.
Τρίτον, η Επιτροπή προτείνει μια προσωρινή συνεισφορά αλληλεγγύης για τα πλεονάζοντα κέρδη που προκύπτουν από δραστηριότητες στους τομείς του πετρελαίου, του φυσικού αερίου, του άνθρακα και των διυλιστηρίων. «Αυτή η χρονικά περιορισμένη συνεισφορά θα διατηρήσει τα επενδυτικά κίνητρα για την πράσινη μετάβαση», εκτιμά η Επιτροπή. Θα εισπράττεται από τα κράτη μέλη για κέρδη του 2022, τα οποία έχουν αυξηθεί πάνω από 20%, σε σχέση με τα μέσα κέρδη των προηγούμενων τριών ετών. Τα έσοδα θα εισπράττονται από τα κράτη μέλη και θα ανακατευθύνονται σε καταναλωτές ενέργειας, ιδίως σε ευάλωτα νοικοκυριά, εταιρείες που έχουν πληγεί σοβαρά και βιομηχανίες έντασης ενέργειας. Τα κράτη μέλη μπορούν επίσης να χρηματοδοτούν διασυνοριακά έργα σύμφωνα με τους στόχους REPowerEU ή να χρησιμοποιούν μέρος των εσόδων για την κοινή χρηματοδότηση και για μέτρα για την προστασία της απασχόλησης ή την προώθηση των επενδύσεων στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας και την ενεργειακή απόδοση.
Όπως ανακοίνωσε την Τετάρτη 7 Σεπτεμβρίου ο πρόεδρος της Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, η Επιτροπή θα συνεχίσει επίσης να επιδιώκει άλλους τρόπους για να μειώσει τις τιμές της ενέργειας για τους ευρωπαίους καταναλωτές και τη βιομηχανία και να μειώσει την πίεση στην αγορά. Η Επιτροπή τονίζει ότι θα εμβαθύνει τη συζήτησή της με τα κράτη μέλη σχετικά με τους καλύτερους τρόπους μείωσης των τιμών του φυσικού αερίου, αναλύοντας επίσης διάφορες ιδέες για ανώτατα όρια τιμών και ενισχύοντας τον ρόλο της Ενεργειακής Πλατφόρμας της ΕΕ στη διευκόλυνση συμφωνιών χαμηλότερων τιμών με προμηθευτές μέσω εθελοντικών κοινών αγορών. Η Επιτροπή θα συνεχίσει επίσης να εργάζεται για εργαλεία για τη βελτίωση της ρευστότητας στην αγορά ενεργειακών επιχειρήσεων κοινής ωφέλειας και θα επανεξετάσει το προσωρινό πλαίσιο για την κρίση για τις κρατικές ενισχύσεις για να διασφαλίσει ότι θα συνεχίσει να επιτρέπει στα κράτη μέλη να παρέχουν την απαραίτητη και αναλογική υποστήριξη στην οικονομία, διασφαλίζοντας παράλληλα ίσους όρους ανταγωνισμού.
Σημειώνεται ότι στο έκτακτο Συμβούλιο Ενέργειας της 9ης Σεπτεμβρίου, οι Υπουργοί Ενέργειας των κρατών μελών ενέκριναν τις συνεχιζόμενες εργασίες της Επιτροπής στους τομείς αυτούς.
ΑΠΕ