Ομιλία του Αλέξανδρου Νικολαΐδη το 2019:
Με μια ανατριχιαστική ομιλία που απέδειξε το ήθος καθώς και την ποιότητά του ως αθλητή αλλά πάνω απ΄ολα ως ανθρώπου συμμετείχε στο πρώτο Forum της κυριακάτης εφημερίδας Documento, ο ολυμπιονίκης του ταεκβοντό, Αλέξανδρος Νικολαΐδης.
«Αν με ρωτήσει κάποιος λοιπόν σαν πατέρας τι φοβάμαι για το αύριο του παιδιού μου, θα του απαντήσω οτι δεν με φοβίζει να μεγαλώσει σε μια κοινωνία με παράτυπους μετανάστες, με παιδιά με μαθησιακά και νοητικά προβλήματα, ανάμεσα σε ομοφυλόφιλους και διαφορετικούς ανθρώπους. Με φοβίζει να μεγαλώσει ανάμεσα σε ρατσιστές φοβικούς και εθνικιστές με μίσος για την διαφορετικότητα, μακριά απο την αγάπη για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια».
Με αυτόν τον τρόπο έκλεισε την ομιλία του ο δυο φορές ασημένιος ολυμπιονίκης μας.
«Νομίζω οτι εδώ που βρεθήκαμε σήμερα δεν χρειάζεται να υπενθυμίσουμε ο ένας στον άλλον τι σημαίνει ρατσισμός», είπε ο Αλέξανδρος Νικολαΐδης ανοίγοντας την ομιλία του στο Documento forum με θέμα: Ευρώπη, Σκοτεινή Ήπειρος Ξανά. Φασισμός – Ρατσισμός. Ό,τι «ξεχνάμε» το ξαναζούμε.
«Μπορούμε όμως με τις κουβέντες μας που θα φύγουν προς τα έξω να ανοίξουμε μυαλά απαίδευτα, να δώσουμε μια ώθηση προς την σωστή κατεύθυνση στα αμφιταλλαντευόμενα, και να αποφανατίσουμε αυτά που έχουν αποφασίσει οτι βάρβαροι και διαφορετικοί δεν έχουν χώρο ούτε και θέση στην κοινωνία τους. Το μεγάλο δυστύχημα στο απεχθές φαινόμενο του ρατσισμού στην Ευρώπη του 2019 είναι το πολιτικό μούδιασμα απέναντι σε μία τάση που ολοένα μεγαλώνει», τόνισε και συνέχισε λέγοντας:
«Το μεγαλόπνοο σχέδιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης να προσφέρει στα μικρά κράτη λόγο και ειδικό βάρος όσο τα μεγάλα κράτη, αυτή η υπέρβαση που ζήλευε η Αμερική, η μάχη δεκαετιών να γίνουν άρθρα σε Συνθήκες οι πολιτικές κατά των διακρίσεων, καταλαβαίνουμε ότι σήμερα αυτό το σχέδιο στην εφαρμογή του αποτυγχάνει καθημερινά. Μπροστά στο φαινόμενο των παράτυπων μεταναστών και στο ζήτημα της Συρίας, αυτό που είδαμε είναι σύνορα να κλείνουν και ξενοφοβικές τάσεις να μεγαλώνουν. Σε μια Ευρωπαϊκή Ένωση που συνέδεσε την αφετηρία της ως ένας θεσμός με στόχους που θα προωθούσαν την ειρήνη, την δημοκρατία και την ευημερία των λαών, θέτοντας βάσεις στις αξίες της ισότητας, του σεβασμού της ετερότητας, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, σήμερα δυστυχώς, η ανθρώπινη ζωή και η αξιοπρέπειά της δεν αποτελούν πια αυτοσκοπό για όλους μας, και τότε καταλαβαίνουμε ότι κάπου όλο αυτό το εγχείρημα απέτυχε».
«Σε ποιούς όμως κλείνουν την πόρτα της κοινωνίας οι ρατσιστές;» διερωτήθηκε και συνέχισε: «Η αλληλεγγύη είναι θέμα βολονταρισμού, δεν μπορείς να υποχρεώσεις κάποιον να δείξει αλληλεγγύη σε ανθρώπους και οικογένειες κυνηγημένους από τον πόλεμο και την καταστροφή, που άφησαν τα σπίτια τους, πήραν στην πλάτη κυριολεκτικά τα παιδιά τους, πλήρωσαν τις πενιχρές οικονομίες μιας ζωής για να περάσουν απο τα σύνορα, μπήκαν σε καμιόνια με νεογέννητα μωρά, σε βυτία, σε φουσκωτές βάρκες, κολύμπησαν με σωσίβια, στέγνωσαν χωρίς πετσέτες. Βρέθηκαν σε χώρες που δεν καταλαβαίνουν ούτε λέξη, περπάτησαν απο την κάθε Θεσσαλονίκη μέχρι τις όποιες Σέρρες για να μπούνε σε καταυλισμό. Η Ευρώπη σε όλο αυτό παρουσιάζεται απρόθυμη να δείξει αλληλεγγύη και ταυτόχρονα δυναμώνουν οι εθνικιστικές, ακροδεξιές φωνές, οι ξενοφοβικές τάσεις , ο ρατσισμός απέναντι σε κάθε τι διαφορετικό. Άνθρωποι που κάνουν καθημερινά το “έγκλημα” να έχουν διαφορετικές σεξουαλικές προτιμήσεις. Παιδιά με νοητικές ιδιαιτερότητες και στερήσεις. Γυναίκες σε ανδροκρατούμενες δουλειές. Πατεράδες χωρίς αξία στο σύστημα απέναντι στις μητέρες. Αν λοιπόν έχουμε γυρίσει έστω το βλέμμα μας απο την άλλη μεριά όταν έχουμε δει κάτι από αυτά, να ξέρετε οτι κάτι δεν είναι πολύ καλά κουρδισμένο στην μηχανή των αξιών μας σαν άνθρωποι».
«Το κέντρο του προβλήματος του ρατσισμού βρίσκεται στο πως αντιλαμβάνεται την αξία της ανθρώπινης ζωής ο καθένας μας. Μου φαίνεται εξωπραγματικό το γεγονός ότι υπάρχουν άνθρωποι ενήλικες ανάμεσα μας οι οποίοι αποφασίζουνε ότι είναι ανώτεροι από κάποιον άλλον επειδή προέρχονται από διαφορετικό τόπο και χώρα, επειδή είναι απλά διαφορετικοί. Και όλα αυτά στην Ευρώπη του πολιτισμού και του διαφωτισμού, που έχασε τον δρόμο της. Στην Ελλάδα της δημοκρατίας που έχασε την ανθρωπιά της. Μέσα στην Ελληνική κοινωνία που ξέχασε τους κοινωνικούς αγώνες που έδωσε και κέρδισε τα σημερινά κεκτημένα με την αλληλεγγύη. Αυτή η κοινωνία λοιπόν, έφτασε σε σημείο να υιοθετεί κοινωνικά και πολιτικά την ρητορική μίσους και του ρατσισμού. Στην ίδια την πόλη μου, την πολυπολιτισμική Θεσσαλονίκη της συνύπαρξης των διαφόρων λαών, που η Ανατολή συναντά την Δύση, οι φτωχοί τους πλούσιους, οι Εβραίοι τους Βούλγαρους, ο Βορράς τον Νότο και το Βυζάντιο την Ελλάδα», σημείωσε.
Όσον αφορά το Μακεδονικό, υπογράμμισε: «Το Μακεδονικό είναι δυστυχώς ένα θέμα που πολύ δύσκολα το ακουμπά εν δήμω κάποιος από την Θεσσαλονίκη, αν αντιλαμβάνεται τις εξελίξεις με διαφορετικό τρόπο απο τους υπόλοιπους. Ο πατέρας μου κατάγεται, γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Φλώρινα. Στις επισκέψεις μου σαν παιδί στο χωριό μου καθώς και στην ευρύτερη περιοχή τους καλοκαιρινούς μήνες, ήταν η πρώτη φορά που συνάντησα το ιδίωμα που αναφέρονται στην περιοχή ως ντόπια. Όταν λοιπόν προσπάθησα να καταλάβω τι ακριβώς μιλάνε και ρωτούσα τους ντόπιους παππούδες και τις γιαγιάδες, αυτοί αναφέρονταν σε αυτή τη διάλεκτο ως “Μακεντόντσκα”».
«Δεν θα σας πω ψέμματα: Μακάρι να μπορούσαμε να αποφύγουμε την ονομασία σε Βόρεια Μακεδονία. Δυστυχώς όμως μετά από πολλά χρόνια αδράνειας και απραξίας μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι στα χρόνια παρουσίας μου σαν αθλητής στο εξωτερικό όλοι αναφερόμενοι στην γειτονική χώρα την ονομάτιζαν ως Μακεδονία. Αυτό το γεγονός με ενοχλούσε περισσότερο επειδή το όνομα συνδεότανε με την ελληνική κληρονομιά που έχει να κάνει με την αρχαία Μακεδονία. Πιο ψηλά λοιπόν στις προτεραιότητες των θέλω μου βρισκότανε αυτός ο διαχωρισμός και αυτή η παύση του αλυτρωτισμού από την γείτονα χώρα. Από τη στιγμή που αυτό επετεύχθη και με βασικό άξονα την συνεχόμενη εποπτεία στα θέματα αλυτρωτισμού και κλοπής της ελληνικής ιστορίας, μπορώ να πω ότι νιώθω κερδισμένος σε αυτά που κινδύνευα να χάσω», είπε.