Η δημοσίευση και η επικύρωση των αποτελεσμάτων της πανελλήνιας απογραφής του πληθυσμού, απλώς επιβεβαίωσε την εδώ και τουλάχιστον μία δεκαετία συρρίκνωση της οικονομικής δραστηριότητας που παρατηρείται στον Νομό Καστοριάς. Η οικονομική συρρίκνωση οφείλεται προφανώς στην μείωση της εξαγωγικής δραστηριότητας του κλάδου της γουνοποιίας, αλλά η προσέγγιση αυτή αποκρύπτει τις βασικές αιτίες της κοινωνικής και οικονομικής υποχώρησης της περιοχής.
Η Δυτική Μακεδονία είναι η μοναδική περιφέρεια που δεν βρέχεται από θάλασσα και ειδικά στους νομούς Φλώρινας, Καστοριάς και Γρεβενών, οι γεωφυσικές και κλιματολογικές συνθήκες είναι ορεινές που ομοιάζουν με αλπικό τοπίο. Τι σημαίνει αυτό; Αρχικά δεν έχει το μεγάλο πλεονέκτημα που έχουν όλες οι άλλες περιφέρειες τον θαλάσσιο καλοκαιρινό τουρισμό. Πέραν τούτου, ότι εκτρέφεται, αναπτύσσεται, καλλιεργείται, συλλέγεται, αποθηκεύεται και πωλείται από τον πρωτογενή μέχρι τον τριτογενή τομέα των υπηρεσιών, πραγματοποιείται με πολύ μεγαλύτερο κόστος στον νομό Καστοριάς από ότι πραγματοποιείται στους υπόλοιπους νομούς της Ελλάδος.
Παράδειγμα: με 8 μήνες χειμώνα το κόστος εκτροφής των ζώων είναι πολύ υψηλότερο από το κόστος εκτροφής που ενσωματώνεται στους άλλους νομούς. Το ίδιο συμβαίνει και με τις γεωργικές καλλιέργειες όπου το κόστος για παράδειγμα της λειτουργίας των θερμοκηπίων είναι πολύ υψηλότερο από τις ίδιες καλλιέργειες που ευδοκιμούν σε άλλες περιοχές, η δε καλλιεργητική περίοδος είναι χρονικά πιο σύντομη στην Καστοριά. Το ίδιο μπορεί να παρατηρήσει κανείς στην λειτουργία των ξενοδοχειακών μονάδων του νομού. Όλες οι ξενοδοχειακές μονάδες της χώρας αντιμετωπίζουν μόνο πρόβλημα ψύξης, το κόστος θέρμανσης του νερού και της πισίνας είναι δωρεάν από τα ηλιακά πάνελ.
Αντίθετα οι ξενοδοχειακές μονάδες της περιοχής πέραν της μικρότερης πληρότητας καλούνται να αντιμετωπίσουν και τα αυξημένα κόστη ενέργειας τόσο για την θέρμανση των δωματίων, όσο και της θέρμανσης της πισίνας. Ακόμη και οι επιχειρήσεις εστίασης, καλούνται να αντιμετωπίσουν αυξημένο κόστος θέρμανσης των καταστημάτων λόγω του μεγάλου χειμώνα, ενώ για τις αντίστοιχες μονάδες της υπόλοιπης χώρας δεν υφίσταται.
Σ΄ όλα αυτά θα πρέπει να προστεθεί και ο κίνδυνος κλιματολογικών συνθηκών (π.χ. παγετός) στην περιοχή που είναι πολύ μεγαλύτερος απ΄ ότι στις άλλες περιοχές της χώρας. Αυτό επιφέρει συχνότερες και μεγαλύτερες καταστροφές από τις άλλες περιοχές της χώρας.
Επομένως εξ αιτίας των εδαφικών ορεινών και κλιματολογικών ειδικών συνθηκών του νομού, (επικρατούν αλπικές συνθήκες) οτιδήποτε εκτρέφεται ή καλλιεργείται έχει ελάχιστο κέρδος σε σχέση με τις αντίστοιχες δραστηριότητες του πρωτογενούς, δευτερογενούς και τριτογενούς τομέα των άλλων περιοχών της χώρας. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και ευθύνες δικές μας, ούτε θα πρέπει να επιρριφθούν μόνο ευθύνες σε τρίτους, διότι μία τέτοια προσέγγιση δεν θα δημιουργήσει ποτέ τις συνθήκες ανάκαμψης της οικονομίας του νομού.
Επομένως δεν είναι μόνο τα προβλήματα του κλάδου της γούνας, τα οποία επιδεινώθηκαν από την απαγόρευση της ΕΕ των εξαγωγών στην Ρωσία και του πολέμου στην Ουκρανία.
Πέραν τούτου αν αναλύσει προσεκτικά τα αποτελέσματα της απογραφής υπάρχει μία γενικότερη εθνική τάση, όπου μειώνονται οι βουλευτικές έδρες της περιφέρειας προς όφελος των εκλογικών περιφερειών: Α, Β Θεσσαλονίκης, Α, Β Αθηνών, Α, Β Πειραιώς.
Αυτή η τάση οφείλεται σε μία και μόνο αιτία: Στον πολιτικό, οικονομικό και κοινωνικό υδροκεφαλισμό που εφαρμόζεται από όλες τις κυβερνήσεις μεταπολεμικά, μία τάση που επιταχύνθηκε από το 1980 και μετά με την είσοδο της Ελλάδος στην ΕΕ.
Επομένως πρέπει αυτή η τάση της υποβάθμισης της περιφερειακής ανάπτυξης προς όφελος των δύο νομών Θεσσαλονίκης και Αττικής, να αντιστραφεί. Βέβαια το πρόβλημα της υπεραστικοποίησης δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο. Παράδειγμα μοναδικό στα παγκόσμια χρονικά είναι η πρόσφατη απόφαση της ιαπωνικής κυβέρνησης να επιδοτήσει με 7500 ευρώ κάθε παιδί για όσες οικογένειες επιλέξουν να φύγουν οριστικά από το Τόκιο.
Το μέτρο της ιαπωνικής κυβέρνησης δεν μπορεί να έχει μακροπρόθεσμο όφελος.
Τα μέτρα που πρέπει να λάβουν οι κυβερνήσεις και ειδικά η Ελλάδα είναι:
1. Μείωση κατά 50% της φορολογίας εισοδήματος των επιχειρήσεων που λειτουργούν στην περιφέρεια. Δεν αρκούν τα κίνητρα επιδότησης ίδρυσης κατά 60% του κόστους υλοποίησης της νέας επένδυσης, αλλά η δημιουργία κινήτρων μακροπρόθεσμης αύξησης της απόδοσης των ιδίων κεφαλαίων.
2. Μείωση κατά 50% των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών των επιχειρήσεων που λειτουργούν στην περιφέρεια, για την μείωση του κόστους παραγωγής.
3. Επιδότηση του κόστους ενέργειας για τις περιοχές που επικρατούν αλπικές συνθήκες, όπως στην Καστοριά.
Αν δεν γίνει αυτό, τότε το αποτέλεσμα θα είναι στο τέλος της επόμενης δεκαετίας, το σύνολο των βουλευτών θα εκλέγεται από τους δύο νομούς (Θεσσαλονίκης, Αττικής) με ότι αυτό συνεπάγεται για την πολιτική, οικονομική και κοινωνική φτωχοποίηση της περιφέρειας.
Προφανώς μπορεί να υπάρξουν ενστάσεις. Η πρώτη ότι τα 4 μνημόνια, δεν επιτρέπουν τέτοιες πολιτικές επιλογές. Η δεύτερη ότι απαγορεύονται από το κοινοτικό δίκαιο. Η απάντηση είναι και στις δύο ενστάσεις είναι προφανής. Ευρέθηκε χώρος οικονομικός και νομικός για επιδότηση τόσο από εθνικούς όσο και από κοινοτικούς πόρους για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης. Το κοινοτικό δίκαιο προβλέπει, όπως και το ελληνικό σύνταγμα ότι πάνω από όλα και από όλους τίθεται η κοινωνική ευημερία. Επι πλέον προτεραιότητα της ΕΕ, αποτελεί η ισόρροπη περιφερειακή ανάπτυξη.
Εκτός τούτου η υπεραστικοποίηση μακροπρόθεσμα θα δημιουργήσει τεράστια ελλείμματα στους κρατικούς προϋπολογισμούς, εξ αιτίας της αύξησης του κόστους της ιατροφαρμακευτικής δαπάνης, που θα προέλθει από την υποβάθμιση και μόλυνση του εξωτερικού φυσικού αλλά και του κοινωνικού περιβάλλοντος. Η τελευταία πανδημία είναι μία προειδοποίηση ότι η υπεραστικοποίηση θα επιφέρει περισσότερες, συχνότερες και πιθανόν σφοδρότερες κρίσεις από τον τελευταίο κορονοιό.
3 λεπτά ανάγνωση