Ένας από τους αρχαιότερους νεολιθικούς λιμναίους οικισμούς στην Ευρώπη είναι το γνωστό μας Δισπηλιό, που βρίσκεται σε απόσταση επτά χιλιομέτρων από την Καστοριά. Πρόκειται για μια υδατοκορεσμένη αρχαιολογική θέση, στην οποία οργανικά κατάλοιπα, κυρίως το ξύλο, έχουν διατηρηθεί σε πολύ καλό βαθμό επειδή βρίσκονται σε υγρό, ανοξικό (χωρίς οξυγόνο) περιβάλλον το οποίο συντηρεί τα οργανικά υλικά. Χωρίς αυτό το ειδικό περιβάλλον, όλα τα οργανικά υλικά θα είχαν εξαφανιστεί για πάντα.
Της Κυριακή Τσολάκη
Στο Δισπηλιό οι ανασκαφές αποκαλύψαν περισσότερους από 1000 πασσάλους από κορμούς δένδρων, που αποτελούν το δομικό υλικό των κατοικιών του οικισμού. Με βάση τις αρχαιολογικές ενδείξεις και τις ραδιοχρονολογήσεις με άνθρακα 14 τα ευρήματα χρονολογήθηκαν στη Νεολιθική εποχή από το 5600 έως το 3500. Ωστόσο, τα συγκεκριμένα δομικά στοιχεία δεν είχαν χρονολογηθεί με μεγαλύτερη ακρίβεια μέχρι τώρα, ώστε να έχουμε τη δυνατότητα να διακρίνουμε ομάδες σύγχρονων πασσάλων όπως θα δούμε παρακάτω.
Οι πάσσαλοι του Δισπηλιού (2019)
Σήμερα, το αποτέλεσμα ενός μεγάλου ερευνητικού προγράμματος δίνει ακριβή στοιχεία για τη χρονολόγηση των πασσάλων, ρίχνοντας φως σε ένα θέμα που για τους επιστήμονες παρέμενε από την ανακάλυψη του οικισμού αναπάντητο.
Tο πρόγραμμα «EXPLO» του Ευρωπαϊκού Κέντρου Έρευνας (ERC) ύψους 6,5 εκ. ευρώ υλοποιείται από το ΑΠΘ σε συνεργασία με τα Πανεπιστήμια Βέρνης της Ελβετίας και Οξφόρδης της Μεγάλης Βρετανίας και μελετά αυτού του τύπου τους οικισμούς στα Βαλκάνια σε σχέση με το φυσικό περιβάλλον, με την οικονομία που αναπτύσσουν, τις ιδιαιτερότητές τους κ.α.
Δείκτες οι δακτύλιοι στον κορμό κάθε δέντρου
Η ανασκαφή του Δισπηλιού ξεκίνησε, ως γνωστόν, από τον καθηγητή του ΑΠΘ Γιώργο Χουρμουζιάδη το 1992 και συνεχίστηκε μέχρι τον θάνατό του το 2013. Κατόπιν ανέλαβε ο καθηγητής Κωνσταντίνος Κωτσάκης. «Όταν ανέλαβα την ανασκαφή του Δισπηλιού, αυτό που από την αρχή με προβλημάτισε είναι τι ακριβώς σημαίνουν αυτοί οι πάσσαλοι. Αν δηλαδή είναι οικήματα ή στηρίζουν πλατφόρμες πάνω απ’ τη λίμνη, πάνω στις οποίες κατοικούσαν οι άνθρωποι», λέει στο makthes.gr ο καθηγητής Κωτσάκης.
Επιχειρώντας να λύσει τον γρίφο αυτό και μετά από βιβλιογραφική και άλλη έρευνα κατέληξε στη μέθοδο της δενδροχρονολόγησης. Στο πλαίσιό της δείγματα από όλους τους πασσάλους αποσπώνται και στη συνέχεια γίνεται η επεξεργασία τους στο εργαστήριο του Πανεπιστημίου της Βέρνης, το οποίο ειδικεύεται στη μέθοδο αυτή.
Δενδροχρονολόγηση: Βασικές αρχές
Η χρονολόγηση γίνεται με βάση τους δακτυλίους που βρίσκονται στον κορμό κάθε δένδρου, όπου σχηματίζεται ένας δακτύλιος ετησίως. «Αυτό μας ενδιαφέρει γιατί οι πάσσαλοι που έχουν κοπεί την ίδια χρονιά μπορεί να αντιπροσωπεύουν ένα κάποιο κτίσμα, κατασκευασμένο με πασσάλους», τονίζει ο κ. Κωτσάκης.
Ο ίδιος δίνει λεπτομέρειες και για τον τρόπο με τον οποίο οι επιστήμονες καταλαβαίνουν τη χρονολογία μέσα από αυτή τη μέθοδο: «Οι δακτύλιοι των δένδρων δεν έχουν πάντα το ίδιο πλάτος, αλλά αναπτύσσονται με διαφορετικό πάχος ο καθένας ανάλογα με τις κλιματικές συνθήκες της περιοχής όπως η ξηρασία ή η μέση θερμοκρασία. Η διαδοχή των δακτυλίων είναι τόσο χαρακτηριστική που η σύγκριση τους από διαφορετικά δένδρα επιτρέπει τον συγχρονισμό τους εφόσον οι δακτύλιοι συμπίπτουν, κατασκευάζοντας μακριές σειρές δακτυλίων» επισημαίνει ο ομότιμος καθηγητής Αρχαιολογίας του ΑΠΘ.
Για να μετατραπεί αυτή η σειρά των δακτυλίων σε πραγματικές ημερολογιακές χρονολογίες οι επιστήμονες χρειάζονται ένα σταθερό σημείο. Εάν δεν υπάρχει κάποιο εξωτερικό σταθερό χρονικό σημείο, το σημείο προσδιορίζεται μετρώντας με Άνθρακα 14 συγκεκριμένους δακτυλίους. Το πρόβλημα στην περίπτωση αυτή όμως είναι ότι η μέθοδος του Άνθρακα 14 δεν δίνει απόλυτες χρονολογήσεις αλλά μόνο χρονολογήσεις που πέφτουν μέσα σε ένα εύρος που μπορεί να καλύπτει 30 ή ακόμα και 60 χρόνια. Επομένως δεν είναι η κατάλληλη μέθοδος για να εντοπίσει τις ομάδες των πασσάλων που κόπηκαν και χρησιμοποιήθηκαν το ίδιο, συγκεκριμένο έτος.
Η χρονολόγηση των οικιών…
Συνέχεια του άρθρου στο makthes.gr