Ελλάδα

Η μαγκιά των ανηλίκων δεν αργεί να μεταμορφωθεί σε άγρια βία

Ανησυχητικές και ανεξέλεγκτες διαστάσεις έχουν πάρει τα τελευταία χρόνια τα περιστατικά βίας με θύτες ή θύματα ανήλικους, με μικρά παιδιά πριν ακόμη τελειώσουν το σχολείο, να γίνονται πρωταγωνιστές σε βίαιους ξυλοδαρμούς, εκβιασμούς, απειλές, ακόμη και βιασμούς. Όπως φαίνεται, μονάχα από τα τελευταία άγρια γεγονότα, έχει ξεκινήσει ένα ακόμη πιο επικίνδυνο «παιχνίδι», που όμως, μόνο πλάκα δεν έχει.

ΡΕΠΟΡΤΑΖ: ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΑ ΧΑΪΝΑ

Η χώρα άρχισε να βρίσκεται αντιμέτωπη με τέτοιες περιπτώσεις και να γνωρίζει τι σημαίνει bullying από την υπόθεση του Άλεξ στη Βέροια το 2006. Από τότε, τα περιστατικά αυξήθηκαν ραγδαία, ενώ το πρόβλημα δεν έχει αντιμετωπιστεί, καθώς ακολούθησαν οι θάνατοι παιδιών που σόκαραν την ελληνική κοινωνία, αλλά δεν την αφύπνισαν έγκαιρα για να εξαλειφθεί το φαινόμενο.

Πλέον, παιδιά παραμελημένα είναι εκτεθειμένα καθημερινά στην βία, μαθητές κυκλοφορούν με μαχαίρια έχοντας επιθετική συμπεριφορά και στους καθηγητές τους, ενώ βίντεο με ξυλοδαρμούς κάνουν τον γύρω του διαδικτύου. Φαίνεται σαν να παρακολουθούμε σκηνές από κινηματογραφικές ταινίες, σαν ένα ζωντανό Netflix, εν τέλει όμως, δεν θεωρούνται και τόσο “ξένα” και “ακραία” για την χώρα μας αυτά τα περιστατικά. Το προηγούμενο διάστημα, αρκετές περιπτώσεις εκφοβισμού και βίαιης συμπεριφοράς είδαν το φως της δημοσιότητας σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, με τις περιγραφές των θυμάτων να είναι ανατριχιαστικές.

Οι αριθμοί

Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΑΣ, στα λεγόμενα «σκληρά» εγκλήματα με δράστες ανήλικους, το 2022 έχουν καταγραφεί 4 υποθέσεις ανθρωποκτονίας με δόλο, έναντι 1 το 2020, 4 υποθέσεις απόπειρας ανθρωποκτονίας με δόλο, έναντι 3 2020. Προβληματισμό δε, προκαλούν τα στοιχεία που αφορούν υποθέσεις για εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, τέλεση γενετησίων πράξεων σε βάρος ανηλίκων καθώς έχουν καταγραφεί 86 υποθέσεις το 2022, έναντι 47 το 2020, ενώ καταγράφηκαν 15 περιπτώσεις απόπειρας βιασμού το 2022, έναντι 13 το 2020.

Τα δελτία που συντάσσονται καθημερινά από τις αστυνομικές Αρχές, βρίθουν περιστατικών βίαιων ξυλοδαρμών σε βάρος ανηλίκων και άγριων συμπλοκών. Συγκεκριμένα, όσον αφορά τις υποθέσεις απλής σωματικής βλάβης (σ.σ. οτιδήποτε εκτός από την επικίνδυνη ή βαριά) η αστυνομία διαχειρίστηκε 316 υποθέσεις το 2022, έναντι 124 το 2020. Τα θύματα έφτασαν τα 356 το 2022. Σχετικά με τις σωματικές βλάβες σε βάρος αδύναμων ατόμων (π.χ. ένα πρόσωπο που βρίσκεται σε ορφανοτροφείο, ή σε μέρος που μένουν παιδιά λόγω προβλήματος υγείας), καταγράφηκαν 59 υποθέσεις το 2020, με 82 θύματα, έναντι 14 περιπτώσεων το 2020, με 14 θύματα.

Οι λόγοι για την ένταση του φαινομένου

«Για χρόνια ο παραδοσιακός πυρήνας της οικογένειας, πνέει τα λοίσθια και διέρχεται σοβαρή αξιακή κρίση, είναι αυτό που κάπως πιο λαϊκά από το ορθό, λέγεται ότι τελεί «υπό διάλυση». Ξεκινήσαμε από την παρατεταμένη οικονομική δυσπραγία, διανύοντας 14 χρόνια κρίσης, με αποτέλεσμα οι γονείς να έχουν χάσει τις δουλειές τους, τα σπίτια τους και κάποιοι να έχουν μείνει για χρόνια άνεργοι. Παράλληλα όμως, τα παιδιά τους μεγάλωναν και ξεκινούσαν το σχολείο, κοινωνικοποιούνταν.

Άλλοι γονείς αναγκάζονται να δουλέψουν περισσότερο για να αντιμετωπίζουν τις ολοένα και πιο υψηλές οικονομικές απαιτήσεις, λείποντας από το σπίτι, με αποτέλεσμα να μην μπορούν να ελέγξουν την οικογένειά τους στον βαθμό που θα έπρεπε και δεν αφιερώνουν χρόνο στα παιδιά τους, συχνά επειδή δεν τον διαθέτουν καν. Υπάρχουν μεγάλες αναταράξεις στο εσωτερικό των ελληνικών οικογενειών» αναφέρει στο ThessToday.gr o μαχόμενος δικηγόρος και Δρ. Εγκληματολογίας Παναγιώτης Παπαϊωάννου, επιχειρώντας να εξηγήσει τους παράγοντες που οδήγησαν σε αυτά τα άγρια συμβάντα μεταξύ ανηλίκων.

Πέρα από το οικογενειακό περιβάλλον, ο κ. Παπαϊωάννου επισημαίνει πως σημαντικό ρόλο παίζει και το σχολείο, το οποίο φαίνεται να δυσλειτουργεί, ιδίως όταν, ενώ σημειώνονται περιστατικά κακοποίησης παιδιών το εκπαιδευτικό προσωπικό, από άγνοια, ασυγχώρητο έλλειμμα κοινωνικής αντίληψης και ευαισθησίας, γραφειοκρατική νοοτροπία ή πάντως από όλα τα παραπάνω που εκφράζονται μέσα από την απεχθή απροθυμία “να μπλέξει”. «Υπάρχει από το 2006 o νόμος περί ενδοοικογενειακής βίας ο οποίος σε ειδική διάταξή του προβλέπει θετική υποχρέωση των εκπαιδευτικών να προωθούν στον εισαγγελέα συμβάντα κακοποίησης, αφού τα καταγράψουν. Ωστόσο, οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί είτε διστάζουν, είτε ολιγωρούν, είτε επικαλούνται ότι δεν γνωρίζουν τι πρέπει να κάνουν και πώς να κινηθούν, κι έτσι, επιλέγουν να μην μπλέξουν. Σε κάθε περίπτωση όμως, το ανήλικο θύμα μένει και πάλι απροστάτευτο και ο νταής ή οι νταήδες θα νιώθουν ενισχυμένοι, στο απυρόβητο από τον αδύναμο σχολικό μηχανισμό και θα κλιμακώνουν τη βία».

Μαθαίνουμε στο παιδί μας ότι έχει το αναφαίρετο δικαίωμα της καταγγελίας; Το υποστηρίζουμε ως σχολείο να το κάνει; Υπάρχει ενδοσχολική πειθαρχία ή κυριαρχεί το “να κάνουμε τα 40 λεπτά του μαθήματος κι έξω απ΄την πόρτα; Είναι μία σειρά ερωτημάτων που θέτει ο κ. Παπαϊωάννου, καθώς σύμφωνα με τον ίδιο, οι επιδόσεις των σχολείων στον τομέα ειδικά της πρόληψης μπορεί να έχουν αυξηθεί κατακόρυφα τα τελευταία χρόνια, όμως η νοοτροπία γονέων και εκπαιδευτικών χειμάζεται από την έλλειψη εμπιστοσύνης στο σύστημα ποινικής διαχείρισης των περιστατικών. «Φυσικά, υπάρχουν και εξαιρέσεις, ενώ θα έπρεπε αυτά να είναι δεδομένα, πρέπει όλοι να κάνουν σε επαρκή βαθμό και με σταθερότητα το καθήκον τους, ώστε να προστατευτεί το ανήλικο θύμα, το οποίο είναι μέλος της σχολικής κοινότητας».

Η γενικευμένη αίσθηση της “ανομίας”

Σχετικά με τις εκατοντάδες υποθέσεις που υποδέχεται από καταγγελίες και διαχειρίζεται η Ελληνική Αστυνομία, ο κ. Παπαϊωάννου εξηγεί πως, δεν μπορούμε να γνωρίζουμε πόσες από αυτές είναι πραγματικές , σοβαρές, ή πόσες γίνονται καθ΄υπερβολήν. «Παράλληλα βέβαια, παρατηρείται πως έχει αναπτυχθεί η κουλτούρα της καταγγελίας, ένα από παντού υπενθυμιζόμενο “πείτε το, διαφορετικά δεν θα ληφθεί υπόψιν”. Είναι ένα αισιόδοξο γεγονός ότι ο πολίτης άρχισε να καταγγέλλει την κακοποίηση του παιδιού του, είτε ενθαρρυνόμενος από τα περιστατικά που ακούγονται, είτε από απόγνωση, γιατί ξέρει ότι αν δεν το κάνει, το σύστημα θα το υποβαθμίσει ή και θα το αποσιωπήσει» αναφέρει, με τον ίδιο ωστόσο να σχολιάζει πως «δεν γνωρίζουμε εάν σε 5 χρόνια οι καταγγελίες θα είναι περισσότερες ή θα έχουν σταθεροποιηθεί, καθώς αυτό θα εξαρτηθεί από την εμπέδωση στο κοινωνικό σύνολο, ισίως στους καταγγέλλοντες γονείς ότι  δόθηκε κάποια λύση».

Ο κ. Παπαϊωάννου κάνει λόγο για ένα παραδοσιακά διστακτικό σύστημα, σχολικό, δημοσιοϋπαλληλικό, ακόμη και δικαστικό.  Χρειάζεται, τονίζει, σε βάθος  χρόνου, η οργανωμένη πολιτεία και οι θεσμοί της να αποδεικνύουν διαρκώς ότι διαθέτουν αποτελεσματική και επαγγελματική αντίδραση, σχετικά με την κακοποίηση των ανηλίκων, παρά το γεγονός, όπως λέει, ότι ανακοινώνεται πως υπάρχουν εξειδικευμένοι αστυνομικοί, κέντρα ενδοοικογενειακής βίας, όπως και σχολεία που καταγγέλλουν περισσότερες περιπτώσεις κακοποίησης.

«Θεσμικά, οι νόμοι υπάρχουν για να απευθύνεται ο πολίτης – θύμα βίας σε αυτούς και να προστατεύεται. Αυτό είναι ξεκάθαρο, από το πιο ήπιο έγκλημα, έως το πιο άγριο. Το θέμα είναι να μπορούν να ενεργοποιηθούν, να κάνουν σωστά την δουλειά τους τα θεσμικά υποσυστήματα: σχλείο, κοινωνικές υπηρεσίες, εισαγγελίες, ιδιωτικές συμβουλευτικές δομές, δικαστήρια.

Ο μηχανισμός δεν λειτουργεί, και η γενικευμένη αίσθηση ανομίας παράγεται κυρίως από την αδυναμία συγχρονισμού και την έλλειψη αποτελεσματικότητας του συστήματος ποινικής Δικαιοσύνης, ειδικά όσον αφορά τους ανήλικους. Τα αναμορφωτικά μέτρα που προβλέπονται για τους παραβάτες ανηλίκους εφαρμόζονται γραφειοκρατικά κι χωρίς συνέργεια από τους φορείς της επιμελητείας ανηλίκων και των κοινωνικων υπηρεσιών, συνήθως από έλλειψη ανθρώπινου δυναμικού, υλικοτεχνικής υποδομής, αλλά και ελλείμματος στο know how του χειρισμού.

Οι ανήλικοι δράστες οι οποίοι εν τέλει “πιάνονται” καταλαβαίνουν πως το σύστημα δεν θα τους κάνει τίποτα. Έχουν την αίσθηση του “κάνω ότι θέλω”. Είναι πλέον ανάγκη, να ενισχυθεί το σύστημα σε επίπεδο εξειδίκευσης, να γίνει δηλαδή πιο αποτελεσματικό,  να αποκτήσει πολύ πιο αυξημένη σε σχέση με αυτήν που επιδεικνύει σήμερα επαγγελματική ενσυναίσθηση, να σημσιοδοτήσει το ρόλο του μκριά από την γρφειοκρατική φίμωση. Σε τελική ανάλυση, έχουν να κάνουμε με τους ανηλικους, με το μέλλον της κοινωνίας μς, με τους φορείς της ελπίδας ολων για ένα διαφορετικό αύριο».

thesstoday.gr

 Φωτο από depositphotos.com

 

 

Back to top button