Καστοριά

Η ίδρυση και λειτουργία μη κυβερνητικών και ιδιωτικών πανεπιστημίων βλάπτει σοβαρά τα δημόσια πανεπιστήμια της Περιφέρειας (γράφει ο Πρόδρομος Γιαννάς)

Ο Πρόδρομος Γιαννάς υπηρέτησε ως Καθηγητής ΤΕΙ στη Καστοριά, στο ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας για περισσότερο από 15 χρόνια

Η δημόσια συζήτηση με επίκεντρο τα μη κερδοσκοπικά και ιδιωτικά πανεπιστήμια έχει φουντώσει μετά την δημοσιοποίηση της πρόθεσης της κυβέρνησης Μητσοτάκη να νομοθετήσει την λειτουργία ιδιωτικών πανεπιστημίων

Ανάμεσα στα επιχειρήματα που προβάλλονται από τους θιασώτες της ίδρυσης μη-κερδοσκοπικών και ιδιωτικών είναι η βελτίωση, μέσω του ανταγωνισμού, της ποιότητας και της έρευνας που παρέχεται από τα δημόσια πανεπιστήμια.  Με άλλα λόγια, τα οφέλη δεν θα αφορούν μόνο τους καθηγητές και φοιτητές αυτών των νέων ιδρυμάτων που δεν θα χρειάζεται να ξενιτευτούν αλλά θα επεκτείνονται έμμεσα και στη δημόσια ανώτατη εκπαίδευση τόσο με τη προσφορά ελκυστικών προγραμμάτων σπουδών όσο και την αναβάθμιση του ερευνητικού έργου των μελών Διδακτικού και Ερευνητικού Προσωπικού (ΔΕΠ).

Σήμερα λειτουργούν στην χώρα 24 ΑΕΙ, 23 Πανεπιστήμια και η ΑΣΠΑΙΤΕ.  Τα δημόσια πανεπιστήμια θεραπεύουν μια ευρεία γκάμα γνωστικών αντικειμένων με 14 να είναι πολυθεματικά (ΕΚΠΑ, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Πανεπιστήμιο Πατρών, Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, Πανεπιστήμιο Αιγαίου, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Πανεπιστήμιο Δυτικής Μακεδονίας, Διεθνές Πανεπιστήμιο Ελλάδος, Μεσογειακό Πανεπιστήμιο Κρήτης, Πανεπιστήμιο Πελοποννήσου, Ιόνιο Πανεπιστήμιο, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο) και άλλα 9 θεματικά (Γεωπονικό Πανεπιστήμιο, Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθήνας, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας, Πανεπιστήμιο Πειραιώς, Πάντειο Πανεπιστήμιο, Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών). Στα θεματικά περιλαμβάνονται και τα Πολυτεχνεία (Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο, Πολυτεχνείο Κρήτης).

Η έλευση των μη-κερδοσκοπικών και ιδιωτικών πανεπιστημίων θα επηρεάσει αρνητικά την λειτουργία των περιφερειακών δημόσιων πανεπιστημίων.   Η εγκατάσταση των  μη-κερδοσκοπικών και ιδιωτικών πανεπιστημίων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη θα αποψιλώσει τα περιφερειακά πανεπιστήμια από φοιτητές και καθηγητές.  Πολλοί φοιτητές και φοιτήτριες θα επιλέγουν τα μη-κερδοσκοπικά και ιδιωτικά πανεπιστήμια για οικονομικούς, ακαδημαϊκούς  και επαγγελματικούς λόγους.   Στη περίπτωση που τα δίδακτρα φοίτησης δεν θα υπερβαίνουν τα κόστη διαβίωσης και μεταφοράς  μακριά από τον μόνιμο τόπο κατοικίας, φοιτητές και φοιτήτριες που διαμένουν στη ευρύτερη περιφέρεια της Αττικής και της Θεσσαλονίκης  θα επιλέγουν την παραμονή τους για φοίτηση στα πανεπιστήμια (δημόσια, μη-κερδοσκοπικά και ιδιωτικά) των δύο μητροπολιτικών κέντρων αντί της φοίτησης σε πανεπιστήμια της περιφέρειας. Ακαδημαϊκά πολλοί φοιτητές και φοιτήτριες θα προτιμούν τα μη-κερδοσκοπικά και ιδιωτικά πανεπιστήμια γιατί θα σπουδάζουν τα γνωστικά αντικείμενα της αρεσκείας τους, της πρώτης δηλαδή επιλογής τους και δεν θα «συμβιβάζονται» όπως σήμερα με φοίτηση σε τμήματα που δεν προσελκύουν το ενδιαφέρον τους. Επιπρόσθετα η καταβολή διδάκτρων μπορεί να λειτουργήσει ως μοχλός πίεσης προς τη Διοίκηση και τους διδάσκοντες με στόχο φοιτητές και φοιτήτριες να διεκδικήσουν υψηλότερους βαθμούς ή/και να μην επιμηκύνουν πέραν του δέοντος την ολοκλήρωση του κύκλου φοίτησης.  Επαγγελματικά, η επιλογή των μη-κερδοσκοπικών και ιδιωτικών πανεπιστημίων ενδέχεται να συνυφαίνεται από την αντίληψη πολλών φοιτητών, φοιτητριών και των γονέων τους ότι οι ενδιαφερόμενοι θα βρουν άμεσα και πιο εύκολα διέξοδο για επαγγελματική σταδιοδρομία κυρίως στον  ιδιωτικό τομέα. Αναφορικά με τα μέλη ΔΕΠ, αρκετοί που διατηρούν κατοικία σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη θα επιλέξουν για προσωπικούς, οικογενειακούς αλλά και σε μερικές περιπτώσεις οικονομικούς λόγους να μετακινηθούν για μόνιμη εγκατάσταση από την περιφέρεια στα δύο μητροπολιτικά κέντρα, ακόμα και αν δεν υπάρχει αισθητή διαφοροποίηση προς το καλύτερο στις αμοιβές τους.

Η αφαίμαξη ανθρώπινου δυναμικού (μέλη ΔΕΠ, διοικητικό προσωπικό και φοιτητικός πληθυσμός) από τα περιφερειακά δημόσια πανεπιστήμια θα επηρεάσει αρνητικά την ποιότητα των προγραμμάτων σπουδών και τις ερευνητικές επιδόσεις των δημόσιων περιφερειακών πανεπιστημίων.

Μειωμένος αριθμός ενεργών φοιτητών και φοιτητριών σημαίνει μείωση της κρατικής χρηματοδότησης για ένα συγκεκριμένο πανεπιστήμιο. Για παράδειγμα, η μη προσέλκυση ικανού αριθμού νεοεισερχομένων φοιτητών και φοιτητριών σε κάποιο τμήμα του πανεπιστημίου μπορεί να θέσει θέμα βιωσιμότητας του τμήματος και να οδηγήσει σε κατάργηση ή στη καλύτερη περίπτωση συγχώνευση του τμήματος με άλλο συναφούς γνωστικού αντικειμένου.  Με άλλα λόγια θα υπάρξει συρρίκνωση των τμημάτων και των επιστημονικών πεδίων που θεραπεύει κάποιο περιφερειακό πανεπιστήμιο.  Αυτή η τάση παρατηρείται διεθνώς στις ανθρωπιστικές σπουδές και σε κάποια τμήματα των κοινωνικών επιστημών. Η έλευση των μη-κερδοσκοπικών και ιδιωτικών πανεπιστημίων που εδράζεται στη  νεοφιλελεύθερη προσέγγιση όπου ο πελάτης επιλέγει και η αγορά ρυθμίζει θα επιταχύνει  αυτή  την τάση απαξίωσης αντικειμένων των ανθρωπιστικών σπουδών και κοινωνικών επιστημών.  Η λογική του επιχειρηματικού πανεπιστημίου που αποτελεί το πρότυπο για τα ιδιωτικά πανεπιστήμια θα διεισδύσει και στο δημόσιο τομέα που θα αναγκαστεί να  ασπαστεί τις αρχές και διαδικασίες του νέου δημόσιου μάνατζμεντ.

Η κατάργηση ή/και συγχώνευση τμημάτων στα δημόσια περιφερειακά πανεπιστήμια θα έχει αρνητικές επιπτώσεις και στα μέλη ΔΕΠ. Οι θέσεις καθηγητών που αφυπηρετούν δεν θα καλύπτονται άμεσα (ισχύει αυτό και σήμερα) και λόγω μειωμένης ζήτησης δεν θα δίνονται πιστώσεις για προκήρυξη νέων θέσεων.  Σε ένα περιβάλλον διαφαινόμενης παρακμής, τα μέλη ΔΕΠ θα αρκούνται στις τυπικές τους διδακτικές και διοικητικές υποχρεώσεις και εκτός μεμονωμένων περιπτώσεων δεν θα διαθέτουν την υποδομή και τους πόρους που απαιτούνται για τη διεξαγωγή και προώθηση έρευνας διεθνών προδιαγραφών. Τέλος, όπως αναφέρθηκε, αρκετά μέλη ΔΕΠ θα επιδιώκουν την μετεγκατάσταση τους στα μητροπολιτικά κέντρα και την απασχόληση τους είτε στα υπάρχοντα δημόσια είτε στα νέο-ιδρυόμενα  μη κερδοσκοπικά και ιδιωτικά πανεπιστήμια.

Χωρίς να υπεισέρχομαι στην εξέταση άλλων σημαντικών παραμέτρων της επιδιωκόμενης απορρύθμισης στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης όπως ποιους  σκοπούς πρέπει να υπηρετεί η παιδεία, πως θα διασφαλιστεί η μύηση νέων ανθρώπων σε γνωστικά αντικείμενα που δεν έχουν «πέραση» στην αγορά αλλά θεωρούνται σημαντικά για την προσωπική καλλιέργεια και την εθνική αυτογνωσία (φιλολογίες, ιστορία, εθνολογία, φιλοσοφία, κοινωνική ανθρωπολογία, κοινωνιολογία, πολιτικές επιστήμες, θεολογία, κα), πως θα τονωθεί η οικονομική και πολιτισμική ανάπτυξη της περιφέρειας για να μην περιέλθει στην ερήμωση, προσπάθησα να καταδείξω ότι η δημιουργία μη κερδοσκοπικών και ιδιωτικών πανεπιστημίων θα υποβαθμίσει αντί να βελτιώσει τα προγράμματα σπουδών και την έρευνα των 11 δημόσιων πανεπιστημίων που έχουν έδρες στην ελλαδική περιφέρεια. Θα πρόσθετα μάλιστα ότι η μεταβίβαση ανθρώπινων πόρων από τα περιφερειακά δημόσια πανεπιστήμια στα μη κερδοσκοπικά και ιδιωτικά πανεπιστήμια θα ευεργετήσει τα νέο-ιδρυόμενα πανεπιστήμια. Με εξαίρεση την εγκατάσταση παραρτημάτων ξένων πρωτοκλασάτων πανεπιστημίων της αλλοδαπής, τα νέα αυτά πανεπιστήμια θα υστερούν μέχρι την «ενηλικίωση» τους έναντι των δημόσιων πανεπιστημίων (κεντρικών και περιφερειακών) στις διεθνείς κατατάξεις παραγωγής ακαδημαϊκού έργου. Προς επίρρωση των παραπάνω αρκεί να ρίξουμε μια ματιά στη παγκόσμια κατάταξη πανεπιστημίων του φορέα RankingWebofUniversities – Webometrics (www.webometrics.info) που περιλαμβάνει δημόσια και μη κρατικά πανεπιστήμια και κολλέγια ανά χώρα και λαμβάνεται υπόψη και από την Εθνική Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης( ΕΘΑΑΕ) .  Η πιο πρόσφατη κατάταξη του Ιανουαρίου του 2023 (https://www.webometrics.info/en/Europe/Greece%20), παρουσιάζει τα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια να καταλαμβάνουν θέσεις μεταξύ 262 και 2856, εκτός από το Μεσογειακό Πανεπιστήμιο Κρήτης που βρίσκεται στη θέση 3114 και την Ανώτατη Σχολή Καλών Τεχνών που, ως μονοθεματική και εξειδικευμένη σχολή, καταλαμβάνει τη θέση 10330. Από τα μη-κερδοσκοπικά και ιδιωτικά κολέγια στην Ελλάδα που προσφέρουν αυτόνομα ή/και σε συνεργασία με ξένα πανεπιστήμια προγράμματα σπουδών ανώτατης εκπαίδευσης, το American College of Greece -Dereeπου είναι το πρώτο σε κατάταξη μη κρατικό ίδρυμα βρίσκεται στη θέση 2912, ξεπερνώντας μόνο το Μεσογειακό Πανεπιστήμιο Κρήτης. Τα άλλα γνωστά κολλέγια υπολείπονται αρκετά πιο κάτω στη παγκόσμια κατάταξη  όπως ενδεικτικά  το American College of Thessalonikiστη θέση 7126, το Metropolitan College στη θέση 8236 και το BCA στη θέση 11981. Με βάση τη διάκριση μεταξύ πολυθεματικών και μονοθεματικών στην εστίαση πανεπιστημίων, το πρώτο δημόσιο μονοθεματικό πανεπιστήμιο είναι το Πολυτεχνείο Κρήτης στη θέση  1472 ενώ το αντίστοιχο μη κρατικό, το Athens Information Technology καταλαμβάνει τη θέση 6247.  Βλέποντας τη θέση της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών υπό το πρίσμα της μονοθεματικής-εξειδικευμένης κατηγοριοποίησης διαπιστώνουμε ότι η θέση 10330 που κατέχει είναι πολύ υψηλότερη από τις θέσεις των μη κρατικών ιδρυμάτων όπως της AktoArt & Design και της Vakalo Art & Design College που βρίσκονται στις θέσεις 15191και 17650 αντίστοιχα.  Από τα παραπάνω διαφαίνεται ξεκάθαρα ότι με όρους ακαδημαϊκής ποιότητας τα δημόσια πανεπιστήμια υπερτερούν των μη-κερδοσκοπικών και ιδιωτικών κολλεγίων.  Τα τελευταία θα χρειαστούν να προβούν σε μεταγραφές καθηγητών «αστέρων» της αλλοδαπής και καταξιωμένων καθηγητών της ημεδαπής για να καλύψουν το ακαδημαϊκά ποιοτικό χάσμα που τα χωρίζει από τα αντίστοιχα δημόσια πανεπιστήμια.  Αν όμως τα στοιχεία για την Ελλάδα δεν μπορούν να αποτυπώσουν την υπό διαμόρφωση εικόνα που θα αναδειχθεί με την ίδρυση των μη-κερδοσκοπικών και ιδιωτικών πανεπιστημίων, το ίδιο δεν μπορεί να ειπωθεί και για την Κύπρο όπου συνυπάρχουν δημόσια και ιδιωτικά πανεπιστήμια από το 2005. Στη κατάταξη του Ιανουαρίου 2023 (https://www.webometrics.info/en/Europe/Cyprus), το μη κρατικό Πανεπιστήμιο της Λευκωσίας βρίσκεται στη θέση 1433, πιο κάτω από το δημόσιο Πανεπιστήμιο Κύπρου που κατέχει τη θέση 626 και πιο πάνω από το μονοθεματικό δημόσιο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο Κύπρου που κατέχει τη θέση 1514. Με βάση τα προαναφερθέντα στοιχεία είναι να απορεί κανείς πως θα προκύψει η βελτίωση του επιπέδου των προγραμμάτων σπουδών και της έρευνας των δημόσιων πανεπιστημίων από την έλευση των αντίστοιχων μη-κρατικών.Τουναντίον, η ίδρυση των μη κερδοσκοπικών και ιδιωτικών πανεπιστημίων θα επιφέρει καίριο πλήγμα στα δημόσια πανεπιστήμια της περιφέρειας που παρότι διαθέτουν ακαδημαϊκή ποιότητα θα επωμισθούν το βάρος της ίδρυσης και λειτουργίας των μη κερδοσκοπικών και ιδιωτικών πανεπιστημίων.

*Ο Πρόδρομος Γιαννάς είναι Καθηγητής Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής και μέλος του Γνωμοδοτικού Συμβουλίου του Ινστιτούτο Εναλλακτικών Πολιτικών (ΕΝΑ). Υπηρέτησε ως Καθηγητής ΤΕΙ στη Καστοριά, στο ΤΕΙ Δυτικής Μακεδονίας για περισσότερο από 15 χρόνια.

vetonews.gr

Back to top button